Η Ευρώπη σε συναγερμό: προετοιμασία ή εκστρατεία φόβου για έναν πόλεμο που δεν θα έρθει;


Μπάμπης Παπασπύρος

Τα τελευταία δύο χρόνια, ο δημόσιος διάλογος στην Ευρώπη έχει αλλάξει δραματικά. Υπουργοί Άμυνας, στρατηγοί, αναλυτές και αξιωματούχοι μιλούν πλέον ανοικτά για το ενδεχόμενο ευρείας σύγκρουσης με τη Ρωσία. Δηλώσεις όπως «η Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμη για πόλεμο μέσα στα επόμενα τρία ή τέσσερα χρόνια», «πρέπει να αποδεχθούμε ότι μπορεί να χάσουμε τα παιδιά μας» ή «η Ευρώπη ίσως έζησε το τελευταίο ειρηνικό καλοκαίρι» δεν αποτελούν απλές ρητορικές εξάρσεις: διαμορφώνουν πολιτική, κλίμα και κοινωνική ψυχολογία.

Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο τι λένε οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, αλλά γιατί το λένε τώρα, πόση βάση έχουν οι εκτιμήσεις τους και αν αυτή η πορεία οδηγεί σε ενίσχυση της ασφάλειας ή αν, αντίθετα, λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία φόβου.

Οι Δηλώσεις που άναψαν φωτιές

Από τον Γερμανό υπουργό Άμυνας Μπόρις Πιστόριους μέχρι Δανούς και Πολωνούς στρατιωτικούς αναλυτές, η φράση «πιθανή σύγκρουση με τη Ρωσία πριν το 2029» έχει γίνει σχεδόν κοινός τόπος. Στη Γαλλία, η δήλωση του αρχηγού του στρατού στρατηγού Φαμπιέν Μαντόν, «αν δεν είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε απώλειες και οικονομικό κόστος, κινδυνεύουμε ως χώρα» προκάλεσε θύελλα συζητήσεων.

Στην Ελλάδα, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας δήλωσε: «το πρώτο προαπαιτούμενο είναι η αλλαγή κουλτούρας των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η Ευρώπη σήμερα δεν αντέχει να δει φέρετρα με σημαία». Με άλλα λόγια, η πολιτική ηγεσία αναγνωρίζει ότι το πραγματικό έλλειμμα δεν είναι μόνο υλικό αλλά και ψυχολογικό.

Πόση βάση έχουν οι προειδοποιήσεις;

Δεν μπορεί κανείς να απορρίψει όλες αυτές τις εκτιμήσεις ως κινδυνολογία. Υπάρχουν αντικειμενικά δεδομένα που εξηγούν την ανησυχία:

1. Η Ρωσία παράγει πλέον στρατιωτικό υλικό σε ρυθμούς πολεμικής οικονομίας.

2. Αύξηση υβριδικών ενεργειών με drones και δραστηριοτήτων πληροφοριακού πολέμου.

3. Αμφιβολίες για τη συνέπεια της υποστήριξης των ΗΠΑ.

Αυτοί οι παράγοντες εξηγούν γιατί πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ανεβάζουν τους τόνους. Ωστόσο, εδώ βρίσκεται και η κρίσιμη διευκρίνηση:

Η μετάβαση από «ενδείξεις» και «πιθανότητες» σε πραγματική έκρηξη πολέμου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως: εσωτερική πολιτική στη Ρωσία, αμερικανική εστίαση στον Ινδο-Ειρηνικό, οικονομικές πιέσεις, λανθασμένες εκτιμήσεις ή ατυχήματα.

Οι υπηρεσίες πληροφοριών των χωρών έχουν αντικρουόμενες εκτιμήσεις και μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, άρα δεν υπάρχει κοινή, δημόσια «σφραγίδα βεβαιότητας».

Με άλλα λόγια: ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, αλλά η βεβαιότητα δεν υφίσταται.

Λειτουργούν Θετικά ή Αρνητικά αυτές οι Δηλώσεις;

Η απάντηση είναι διττή.

Θετικά: Ένα σοκ που ίσως χρειαζόταν

Οι κυβερνήσεις αφυπνίζονται.

Οι στρατοί αναβαθμίζονται με ταχύτερους ρυθμούς.

Οι κοινωνίες μπαίνουν στη συζήτηση για το τι σημαίνει πραγματική ασφάλεια.

Αρνητικά: Από την αποτροπή στον φόβο

Ο κίνδυνος πανικού, φόβου ή κόπωσης είναι υπαρκτός.

Η ρητορική μπορεί να εργαλειοποιηθεί πολιτικά.

Οι κοινωνίες ίσως πιστέψουν ότι η αναπόφευκτη σύγκρουση είναι δεδομένη κάτι που αυξάνει την ένταση αντί να τη μειώνει.

Τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτήν την εκστρατεία;

1. Πραγματική ανάγκη αποτροπής προς τη Ρωσία.

2. Πίεση για ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.

3. Πολιτική σκοπιμότητα και ανάγκη συσπείρωσης.

4. Προετοιμασία της κοινής γνώμης για δύσκολες αποφάσεις.

Οι δηλώσεις αυτές λειτουργούν ως «προειδοποιητικά καμπανάκια» αλλά και ως εργαλείο κατεύθυνσης της κοινωνικής συναίνεσης.

Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι όπου η ισορροπία είναι λεπτή:

Πρέπει να προετοιμαστεί, χωρίς να υποκύψει στη λογική της μοιρολατρίας.

Πρέπει να επενδύσει στην άμυνα, χωρίς να μετατραπεί σε φρούριο φόβου.

Πρέπει να αντιληφθεί τον κίνδυνο, χωρίς να τον μετατρέψει σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Ο πόλεμος δεν είναι βέβαιος.

Ο κίνδυνος, όμως, είναι υπαρκτός.

Το πραγματικό στοίχημα της Ευρώπης δεν είναι να κερδίσει μια ενδεχόμενη σύγκρουση, αλλά να μην αναγκαστεί ποτέ να τη δώσει.


Σχόλια