Από "σύμμαχος" αντίπαλος: Ο Χαφτάρ η Ελλάδα και το μαθημα της εξωτερικής πολιτικής


Μπάμπης Παπασπύρος

Η εποχή των "θερμών" σχέσεων Ελλάδας – Χαφτάρ

Στις 17 Νοεμβρίου 2022, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Δένδιας, πραγματοποιεί επίσκεψη-έκπληξη στη Βεγγάζη, όπου συναντάται με τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, ισχυρό άνδρα της Ανατολικής Λιβύης. Εκείνη την περίοδο, ο Χαφτάρ εμφανιζόταν ως σθεναρός πολέμιος της τουρκικής παρουσίας στη Λιβύη, και δεν δίστασε να καταδικάσει το τουρκολιβυκό μνημόνιο οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, χαρακτηρίζοντάς το ως παραβίαση της κυριαρχίας της Λιβύης και των συμφερόντων τρίτων χωρών, όπως της Ελλάδας.

Η Αθήνα έβλεπε τότε στον Χαφτάρ έναν εταίρο – ίσως όχι πλήρως νόμιμο από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου, αλλά σταθερό και κυρίως «αντιτουρκικό». Ο συντονισμός με το Κάιρο και η στρατηγική προσέγγιση με δυνάμεις της Ανατολικής Μεσογείου δημιουργούσε την εντύπωση ενός αξιόπιστου μπλοκ που θα μπορούσε να σταθεί απέναντι στην τουρκική επεκτατικότητα. Ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν τότε.

Από εκεί και πέρα όμως, τα δεδομένα άρχισαν σιωπηλά να μεταβάλλονται. Και η πορεία αυτή, που κορυφώνεται το καλοκαίρι του 2025, ίσως αποτελεί ένα καθοριστικό μάθημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική: πως οι «σύμμαχοι» στις διεθνείς σχέσεις είναι έννοια ρευστή, και οι διακηρύξεις φιλίας σπανίως διαρκούν περισσότερο από τα συμφέροντα που τις γέννησαν

Ρήξη – Η ανατροπή του 2025

Στις 8 Ιουνίου 2025, η διπλωματία της Αθήνας δέχεται ένα ισχυρό πλήγμα. Όχι μόνο η κυβέρνηση της Τρίπολης –η οποία θεωρούνταν εξ αρχής φιλοτουρκική– αλλά και η διοίκηση της Βεγγάζης, υπό τον ίδιο τον Χαφτάρ, καταγγέλλουν από κοινού την Ελλάδα για «παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Λιβύης». Αφορμή: ο διεθνής διαγωνισμός για υδρογονάνθρακες νοτίως της Κρήτης, σε περιοχές που η Τουρκία, μέσω του παράνομου μνημονίου του 2019, θεωρεί ότι εμπίπτουν σε «τουρκολιβυκή ΑΟΖ».

Η δήλωση της ανατολικής Λιβύης ήταν αναπάντεχη. Ο Χαφτάρ, ο οποίος άλλοτε μιλούσε για την τουρκική εισβολή στη χώρα του, τώρα εμφανίζεται ως υπερασπιστής των «τουρκολιβυκών» διεκδικήσεων. Και δεν σταματά εκεί: στις 8 Ιουλίου 2025, απελαύνει Ευρωπαίους και Έλληνες αξιωματούχους κατά την άφιξή τους στη Βεγγάζη, χαρακτηρίζοντάς τους ανεπιθύμητα πρόσωπα (personae non gratae).

Η πλήρης προσχώρηση του Χαφτάρ στη φιλοτουρκική ρητορική και πρακτική γεννά εύλογα ερωτήματα. Τι μεσολάβησε; Πιθανότατα, συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, υποσχέσεις για υποστήριξη, χρηματοδότηση, ακόμα και στρατιωτική ενίσχυση. Ίσως η Τουρκία έπαιξε τα διπλωματικά της χαρτιά καλύτερα – όχι με ρητορική αλλά με «ανταλλάγματα». Και ο Χαφτάρ, ως πραγματιστής, επέλεξε αυτό που του προσέφερε άμεσο όφελος.

Το μάθημα για την Ελλάδα – Από τη ρητορική στις σταθερές στρατηγικές

Το παράδειγμα του Χαφτάρ δείχνει με τον πλέον ωμό τρόπο ότι στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχουν φίλοι, μόνο συμφέροντα. Οι προσωπικές δηλώσεις συμπάθειας, οι «αντιτουρκικές» φρασεολογίες και τα φιλικά γεύματα δεν αρκούν όταν έρχεται η ώρα των πραγματικών επιλογών.

Η Ελλάδα, που συχνά επιλέγει να δει με ιδεαλισμό τις διεθνείς σχέσεις – ελπίζοντας πως το δίκαιο και οι αρχές αρκούν – βρίσκεται για άλλη μια φορά μπροστά στην ψυχρή πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής: εκεί όπου δεν υπάρχει χώρος για ευκολόπιστες προσδοκίες. Ο Χαφτάρ δεν είναι ούτε φίλος ούτε εχθρός· είναι ένας γεωπολιτικός παράγοντας που απλώς επέλεξε να εξυπηρετήσει ό,τι πίστευε ότι του προσέφερε περισσότερα.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει να διαβάζει τα σημεία των καιρών πιο προσεκτικά. Να επενδύει σε πολυμερείς, θεσμικές και σταθερές στρατηγικές συμμαχίες και όχι σε προσωποκεντρικές σχέσεις με «ηγέτες» που μπορεί αύριο να στραφούν εναντίον μας. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να κλείνουμε τις πόρτες. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να χτίζουμε σχέσεις που βασίζονται σε αμοιβαία και μακροπρόθεσμα συμφέροντα, όχι σε ευχολόγια.

Ο Χαφτάρ υπήρξε, ίσως, το πιο πρόσφατο αλλά όχι το μοναδικό παράδειγμα. Όμως είναι αρκετό για να υπενθυμίσει πως στη γεωπολιτική, η αφέλεια πληρώνεται ακριβά.


Σχόλια