Ευρωπαϊκή Άμυνα: Αφύπνιση με τους αμυντικούς προϋπολογισμούς στο προσκήνιο


Μπάμπης Παπασπύρος

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία λειτούργησε ως καμπανάκι αφύπνισης για την ευρωπαϊκή ήπειρο, φέρνοντας στο προσκήνιο την ανάγκη για ενίσχυση της άμυνας και της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ, ύστερα από δεκαετίες υποεπένδυσης στον αμυντικό τομέα, εισέρχονται σε μια νέα εποχή δημοσιονομικής κινητοποίησης και στρατηγικού σχεδιασμού.

Ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών


Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Μάιος 2025), οι αμυντικές δαπάνες των κρατών-μελών της ΕΕ αυξήθηκαν από 218 δισ. ευρώ το 2021 σε 326 δισ. το 2024. Αναμένεται νέα αύξηση κατά τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ έως το 2027. Το 2024, οι 23 χώρες της ΕΕ που είναι και μέλη του ΝΑΤΟ δαπάνησαν κατά μέσο όρο το 1,99% του ΑΕΠ τους για άμυνα, αγγίζοντας σχεδόν το όριο του 2% που είχε τεθεί ως στόχος στη Σύνοδο Κορυφής της Ουαλίας (2014).

Ωστόσο, η ανάγκη για περαιτέρω επενδύσεις είναι επιτακτική, καθώς στρατηγικοί αντίπαλοι όπως η Ρωσία και η Κίνα έχουν αυξήσει τις αμυντικές τους δαπάνες κατά 300% και 600% αντίστοιχα την τελευταία δεκαετία, σε αντίθεση με την αύξηση μόλις 20% στην ΕΕ.

Πρωτοβουλίες και χρηματοδοτικά εργαλεία της ΕΕ

Απαντώντας στην κρίση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την ηγεσία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακήρυξε την άμυνα ως κεντρική προτεραιότητα για την περίοδο 2024-2029. Δημιουργήθηκε η θέση του πρώτου Επιτρόπου για την Άμυνα και το Διάστημα, ενώ η αρμόδια υποεπιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου αναβαθμίστηκε σε μόνιμη επιτροπή.

Κομβικής σημασίας είναι το σχέδιο ReArm EuropeReadiness 2030, που παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2025. Στόχος του είναι η κινητοποίηση 800 δισ. ευρώ μέχρι το 2029, περιλαμβάνοντας 150 δισ. ευρώ μέσω νέου χρηματοδοτικού εργαλείου («SAFE»), την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας, ανακατανομή κονδυλίων της συνοχής και συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Ήδη 16 κράτη-μέλη έχουν αιτηθεί την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής, για επιπλέον δαπάνες ύψους 1,5% του ΑΕΠ τους στον τομέα της άμυνας.

Ασυμμετρίες και πρωταθλητές στην Άμυνα


Η ενίσχυση της άμυνας δεν προχωρά με τον ίδιο ρυθμό παντού
. Χώρες της Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες πρωτοφανούς κλίμακας. Η Πολωνία, για παράδειγμα, δαπανά ήδη το 4,12% του ΑΕΠ της και σχεδιάζει να φτάσει το 4,7% το 2025, καθιστάμενη ηγέτιδα δύναμη του ΝΑΤΟ σε ποσοστό δαπανών.

Η Γερμανία έχει εγκρίνει ιστορικό πακέτο 500 δισ. ευρώ για άμυνα και υποδομές, με αμυντικό προϋπολογισμό 90,6 δισ. ευρώ (2,12% του ΑΕΠ). Η Γαλλία ακολουθεί με 59,6 δισ. ευρώ και φιλοδοξία για αύξηση στο 3,5% του ΑΕΠ.

Αντίθετα, οι χώρες της Νότιας Ευρώπης εμφανίζουν υστέρηση. Η Ιταλία και η Ισπανία παρέμεναν για χρόνια στάσιμες, με την τελευταία να μην εγκρίνει νέο προϋπολογισμό για το 2024. Και οι δύο χώρες έχουν πλέον δεσμευτεί να φτάσουν το 2% εντός του 2025, ενώ η Ιταλία σχεδιάζει διπλασιασμό των δαπανών σε τέσσερα χρόνια.

Η Ελλάδα, παρότι μικρότερη οικονομία, συγκαταλέγεται στους «πρωταθλητές» των αμυντικών δαπανών εντός της ΕΕ. Με προϋπολογισμό ύψους 7,1 δισ. ευρώ για το 2024, αντιπροσωπεύει το 3,08% του ΑΕΠ της, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ένωση. Η χώρα έχει ήδη παρουσιάσει ένα φιλόδοξο 12ετές εξοπλιστικό σχέδιο ύψους 25 δισ. ευρώ, στοχεύοντας στον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της. Η συνεχής ένταση με την Τουρκία και η γεωστρατηγική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο αποτελούν βασικούς παράγοντες που εξηγούν αυτή την υψηλή δαπάνη, ενώ η Αθήνα προωθεί την ενίσχυση των συμμαχιών της στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.

Το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί όλα τα κράτη-μέλη να ξεπεράσουν το όριο του 2% και να ενισχύσουν τη συνεργασία και τις κοινές προμήθειες. Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, που ήδη δαπανούν 3,38% του ΑΕΠ τους (967 δισ. δολάρια), πιέζουν για αύξηση του στόχου του ΝΑΤΟ στο 3% ή και 3,5%.

Η τελική απόφαση αναμένεται στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στα τέλη Ιουνίου 2025, με φόντο μια Ευρώπη που καλείται να πάρει στα χέρια της το βάρος της δικής της ασφάλειας.


Σχόλια