Από την Εφηβεία στη Νεότητα στην Αρχαία Ελλάδα


Το πέρασμα από την εφηβεία στην ενηλικίωση αποτελούσε σε όλους τους παραδοσιακούς πολιτισμούς μια από τις πιο σοβαρές και επίσημες δραστηριότητες και απασχολούσε τους άρχοντες καθώς και όλο το κοινωνικό σύνολο. 

Τόσο οι αρχές της κοινωνίας όσο και οι πολίτες της, ασχολούνταν με τους νέους που περνούσαν αυτή τη φάση, μέσα από συγκεκριμένο σύστημα-πρόγραμμα εκπαίδευσης και δοκιμασίας των εφήβων. 

 Οι αρχαίες ελληνικές κοινωνίες που διακρίθηκαν ως οι κατ΄εξοχήν ειδικές σ’ αυτόν τον τομέα, είναι η Αθήνα με τον όρο έφηβος, η Σπάρτη με τον όρο κρύπτης και η Μινωική Κρήτη με τον όρο της αγέλης.  

ΑΘΗΝΑ 

Στην Αθήνα της εποχής του Αριστοτέλη οι κατάλληλοι για στρατιωτική υπηρεσία Αθηναίοι αποτελούσαν 42 σειρές ηλικίας από 19 έως 60 ετών και κάθε σειρά είχε τον επώνυμο Ήρωά της. 19 και 20 ετών, Νεότατοι ή έφηβοι 21 έως 50 ετών, Κυρίως στράτευμα 51 έως 60 ετών, Πρεσβύτεροι Οι Αθηναίοι διατηρούσαν κατάλογο με τους πολίτες που μπορούσαν να στρατολογηθούν. Στις εκστρατείες καλούνταν αρχικά όσοι δεν είχαν συμμετάσχει στο παρελθόν. 

Η χρησιμότητα των σειρών, πέρα από την πρόσκλησή τους στις εκστρατείες, ήταν και η ανάδειξη των δημόσιων διαιτητών και των αρχόντων της πόλης, μέσα από τις γραμμές τους. Από την τελευταία σειρά (60 ετών) αναδεικνύονταν οι άρχοντες. Με το τέλος της σειράς η ομάδα έμπαινε σ’ εκείνη των γερόντων. Ταυτόχρονα ο Ήρωάς της ήταν διαθέσιμος να βοηθήσει τη σειρά των εφήβων. 

 Όσον αφορά την περίοδο της εφηβείας, γνωρίζουμε ότι οι έφηβοι έδιναν όρκο στο ιερό της Αγλαύρου, αρχαίας κουροτρόφου θεότητας. Όταν γίνονταν πολίτες με την είσοδό τους στο σώμα του στρατού των οπλιτών,νέπαιρναν συμβολικά από την πόλη ένα δόρυ και μια στρογγυλή ασπίδα. 

Όλοι οι Αθηναίοι συμμετείχαν ενεργά σ’ αυτή τη διαδικασία και τη θεωρούσαν γεγονός μέγιστης σημασίας. Όλοι οι έφηβοι έκαναν θητεία δύο χρόνων υπηρεσίας και φρουράς των συνόρων, στην οποία, όπως γνωρίζουμε από τον όρκο τους, εγγυούνταν να διαφυλάξουν τα σύνορα της πόλης, τα στάχυα, το κριθάρι, τα αμπέλια, τις ελιές και τις συκιές. Η θητεία ήταν ταυτόχρονα και περίοδος απομόνωσης και μετά το τέλος της θεωρούνταν πολίτες και οπλίτες . Εφηβεία θεωρείτο η περίοδος μύησης στην πολεμική ζωή αλλά και στην κοινωνική. Δεν ήταν δηλαδή κάτι αντίστοιχο με την σημερινή στρατιωτική θητεία, αλλά μια προετοιμασία, για να γίνουν ενεργοί πολίτες, άξιοι μαχητές και υπεύθυνοι αρχηγοί οικογενειών. Απαραίτητες προϋποθέσεις για να θεωρείται κάποιος πολίτης ήταν ο γάμος και η ένταξή του στην φάλαγγα των οπλιτών. 

Οι νέοι ηλικίας 18-20 ετών υπηρετούσαν την πόλη ως περίπολοι-φύλακες των συνόρων. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν σε τέλεια απομόνωση από την οικογένειά τους κι από την κοινωνία. Θεωρούνταν γνήσιοι πολίτες μόνο μετά το τέλος αυτής της περιόδου και την ένταξή τους στη φάλαγγα. Ως περίπολοι είχαν σαν χώρο δράσης, όπως λέει και το όνομα, τα ακρότατα σημεία της πόλης, ενώ εκστράτευαν σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις κρατώντας μόνο ελαφρύ οπλισμό. Ο Πλάτωνας στους Νόμους περιγράφει έναν αντίστοιχο ρόλο με το όνομα Αγρονόμος, δηλ. αυτός που βρίσκεται σε συνοριακές περιοχές. Αυτή η φύλαξη των συνόρων από μόνη της προκαλεί μια απομόνωση σε όλα τα επίπεδα. Στο φυσικό επίπεδο γιατί βρίσκονταν μακριά από το κέντρο της πόλης, στο ψυχολογικό επειδή δεν είχαν επικοινωνία με τους συμπολίτες τους και στο νοητικό, λόγω της ευθύνης της φύλαξης των συνόρων της πόλης για την οποία έπρεπε να σκεφτούν και ν’ αποφασίσουν πώς να δράσουν μόνοι τους. Αν κι αυτά τα στοιχεία τα αντλούμε από την εποχή κυρίως του Αριστοτέλη είναι σίγουρο ότι ο θεσμός αυτός, υπήρχε από τα αρχαϊκά χρόνια και διατηρήθηκε αργότερα σε όλα τα διαμερίσματα της Κλασικής Ελλάδας. 

Τα όσα εμείς γνωρίζουμε από τους νόμους των Αθηνών είναι μια συλλογή και εκλογίκευση των όσων ίσχυαν και παλαιότερα, γεγονός που μας επιτρέπει να αντιληφθούμε το σκοπό της εφηβείας καλύτερα. Ο Αριστοτέλης παρουσιάζει την περίοδο αυτή ως στρατιωτική θητεία, όμως είναι σίγουρα κάτι περισσότερο, αφού ολοκληρώνει την εκπαίδευση των εφήβων σε διάφορα θέματα, που ξεκινά ουσιαστικά στα 16 και τελειώνει στα 20. Ο Μύθος που μπορούμε να αναφέρουμε παραδειγματικά και που εξηγεί την κατάσταση είναι αυτός του Μέλανθου και του Ξάνθου. Αυτός είναι και ο αιτιολογικός μύθος της εορτής των Απατουρίων που γινόταν το μήνα Πυαμεψίωνα (Οκτώβριο) μετά το τέλος των μαχών, όπου επέστρεφαν οι νέοι άντρες από τις εκστρατείες. Ο Μύθος εκτυλίσσεται στα σύνορα Αττικής-Βοιωτίας, τόπος βουνίσιος με άσχημες συνθήκες ζωής και μόνους κατοίκους του βοσκούς και κυνηγούς. Επίσης το γεγονός ότι η περιοχή ήταν αμφισβητούμενης κατοχής από τα δύο διαμερίσματα την καθιστούσε τον ιδανικό τόπο για την εκπαίδευση των νέων. Το όνομα αυτού του τόπου ήταν Μέλαιναι ή Μελανία Χώρα δηλ. Μαύρη Γη. Βασιλιάς των Βοιωτών ήταν ο Ξάνθος δηλ. «Ξανθός» ενώ των Αθηναίων ο Θυμοϊτης. Και οι δύο αποφασίζουν να διευθετήσουν την εδαφική διαφορά με μονομαχία. Ο Θυμοϊτης όμως φυγομαχεί γιατί κατά μια εκδοχή ήταν γέρος. Στην αθηναϊκή παράταξη τότε εμφανίζεται ένας άλλος υπερασπιστής που υπόσχεται ότι θα γίνει διάδοχος του Βασιλιά. Το όνομά του είναι Μέλανθος δηλ. «Μαύρος». Έτσι έχουμε τη μάχη μεταξύ του Μαύρου και του Ξανθού. Καθώς η μάχη εξελισσόταν ο Μέλανθος φωνάζει στον Ξάνθο: «Ξάνθε δεν σέβεσαι τους κανόνες του αγώνα. Υπάρχει κάποιος δίπλα σου». Έκπληκτος ο Ξάνθος γυρνάει να δει και ο Μέλανθος βρίσκει την ευκαιρία και τον σκοτώνει. Μετά απ’ αυτή τη νίκη ο Μέλανθος γίνεται Βασιλιάς των Αθηνών. Υπάρχουν παραδόσεις που θέλουν τον Μέλανθο να προσεύχεται στον Δία Απατήνορα κι άλλες που βάζουν να επεμβαίνει ένας Διόνυσος νυχτερινός, ντυμένος με αιγοπροβιά, δηλ. ο νυκτερινός μελάναιγης. Βλέπουμε ότι στο μύθο η απάτη έχει κυρίαρχη και καθοριστική σημασία για την τελική νίκη. Ουσιαστικά το πρότυπο συμπεριφοράς που προβάλλεται στους νέους είναι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που πρέπει να τηρούν αργότερα ως οπλίτες της φάλαγγας. Άλλο κυρίαρχο στοιχείο στο μύθο είναι η έντονη παρουσία του μαύρου χρώματος. Μέλανθος ο ήρωας, Μέλαιναι ο τόπος και Μελαίναιγης ο Θεός. Το μαύρο είναι το χρώμα του επίσημου ενδύματος, της χλαμύδας των Αθηναίων εφήβων. Η εξήγηση που δίδεται είναι διπλή: από τη μια αποτελεί την ανάμνηση του μαύρου πανιού στο καράβι του Θησέα κι από την άλλη είναι σύμβολο του μυητικού αποκλεισμού που περνούσαν οι έφηβοι.  

ΣΠΑΡΤΗ  

Ο ανάλογος της Αθήνας θεσμός στην Σπάρτη, ονομαζόταν κρυπτεία. Αποτελούσε πιο πολύ ίσως απ’ ό,τι στην Αθήνα θεσμό προετοιμασίας για τη στρατιωτική ζωή μια και η κοινωνία της Σπάρτης είχε περισσότερο πολεμικό και στρατιωτικό προσανατολισμό. Σ’ αυτή την περίοδο έχουμε μια μορφή εκπαίδευσης πολύ παράξενη, όσον αφορά τουλάχιστον το κυνήγι με τους είλωτες. Συνέβαινε δηλ. να έχουμε κατά την περίοδο της απομόνωσης, που κι εδώ ήταν πολύ διαδεδομένη, ένα σκέλος κατά τη διάρκεια του οποίου, οι Σπαρτιάτες έφηβοι κυνηγούσαν τους είλωτες και συνήθως τους σκότωναν. Έτσι τελείωνε ένα σημαντικό μέρος της εκπαίδευσής τους. Το πρότυπο των Σπαρτιατών όλη αυτή τη περίοδο ήταν αυτό του καταδρομέα των δασών και του αναρριχητή των βράχων και των τειχών. Βασικό επίσης στοιχείο στην περίοδο αυτή είναι η νυκτερινή παραμονή στο βουνό. 

 Ο έφηβος της Σπάρτης ονομαζόταν κρύπτης. Μια βασική διαφορά με την Αθήνα, ήταν ότι ενώ στην Αθήνα ο έφηβος ζούσε αυτή τη περίοδο ως μύθο, ο Σπαρτιάτης τη ζούσε ως πρακτική ζωής. Οι κρύπται ήταν νέοι που εγκατέλειπαν την πολιτεία για να «πλανηθούν» κρυμμένοι, απομονωμένοι, «γυμνοί» , δηλ. χωρίς βαρύ οπλισμό στα βουνά και την ύπαιθρο, τρεφόμενοι όπως μπορούσαν, κυνηγώντας και σκοτώνοντας την νύκτα είλωτες, στους οποίους η πολιτεία κήρυττε κάθε χρόνο τον πόλεμο για να μην αποτελεί ο φόνος τους μίασμα. Η περίοδος αυτή κατά τον Πλάτωνα ήταν ο χειμώνας. Αν γίνει μια αντιστροφή των όσων έκαναν οι κρύπται, βρίσκουμε ακριβώς ποιες ήταν οι αρχές και οι κανόνες των ενήλικων Σπαρτιατών, των οπλιτών μελών της Φάλαγγας. Οι αρετές του οπλίτη όπως η κοινή ζωή, τα κοινά δείπνα, οι ανοικτές μάχες, ημερήσιες, σε πεδινά μέρη, καλοκαιρινές, η κατά μέτωπο επίθεση ανάμεσα σε φάλαγγες, τιμούνταν στην Σπάρτη περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μέρος στην Ελλάδα. Ο Σπαρτιάτης, για να θεωρηθεί πολίτης και πολεμιστής με πλήρη δικαιώματα, έπρεπε να περάσει την εκπαίδευση και την αγωγή που δινόταν από ένα σύνολο μυητικών τελετουργιών, που ίσχυαν ακόμα και μετά την κλασική εποχή. Ένας Ρωμαίος ιστορικός αναφέρει ότι ο Λυκούργος διέταξε να οδηγούνται τα παιδιά στους αγρούς και να ζουν χωρίς πολυτέλεια, μέσα στην δουλειά και με κόπους και να μην γυρίσουν στην πόλη παρά μόνο αν γίνουν άντρες. Έχουμε εδώ άλλο ένα δίπολο, τους κρύπτες στο δάσος από τη μια και τους οπλίτες στη πόλη από την άλλη. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Σπαρτιατών, που δε συναντάται στην υπόλοιπη Ελλάδα, ήταν ότι εδώ οι ενήλικες διατηρούσαν μακριά κώμη. Μια πολύ σημαντική και ενδιαφέρουσα τελετουργία ήταν αυτή που συνέβαινε στον Πλατανιστή (δάσος από πλατάνια). Εκεί συγκρούονταν 2 μοίρες Λακεδαιμόνιων κρυπτών. Η μάχη περιελάμβανε όπλα και άγρια στοιχεία, δηλ. επιτρεπόταν ένας αριθμός απαγορευμένων χτυπημάτων όπως παραδείγματος χάρη δαγκωματιές. Πριν από αυτό γινόταν θυσία στον Ενυάλιο, Θεό της άγριας συμπλοκής, με προσφορά 2 σκύλους. Προηγούνταν επίσης μια μάχη ανάμεσα σε 2 κάπρους (αγριόχοιρους), ζώα εξαιρετικά άγρια, που ήταν όμως εξημερωμένα. Όποιος κάπρος νικούσε συνήθως προοιώνιζε τη νίκη της μοίρας στην οποία ανήκε. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι στη Σπάρτη συνυπήρχαν η αγριότητα και ο πολιτισμός και ότι ο θεσμός στο σύνολό του διευκόλυνε και δημιουργούσε τις κατάλληλες συνθήκες για ένα πιό ομαλό πέρασμα από την άγρια εφηβεία στην πολιτισμένη ενηλικίωση. Το πιο παράδοξο και αντιφατικό στοιχείο στην Αθήνα, στη Σπάρτη αλλά όπως θα δούμε και στην Μινωική Κρήτη, ήταν η πολικότητα που παρατηρούμε μεταξύ ενήλικων και εφήβων. Υπάρχει μια σειρά από αντιθέσεις σε όλα τα επίπεδα. Στην ουσία οι έφηβοι ζούσαν με αρχές και νόμους που έρχονταν σε τέλεια αντίθεση με όσα έπρεπε να ακολουθήσουν κατά την ενηλικίωση. Οι κυριότερες αντιθέσεις είναι:  

Η περίοδος αυτή ήταν ακριβώς το πέρασμα από τη ζωή στη φύση, στον πολιτισμό. Το σύνολο των αντρών παρουσιάζει εδώ, όπως σε οποιαδήποτε άλλη κοινωνία, μια αλληλοσυμπληρωματικότητα, ένα γιν–γιανγκ, όπου ο έφηβος είναι το γιν, το σκοτεινό, το σκιερό και ο ενήλικας το γιανγκ, το φωτεινό, το χωρίς σκιές. Το πιο σημαντικό όμως στοιχείο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι υπάρχουν δυο δρόμοι: 

1) Ο ατομικός δρόμος και ο άθλος που πρέπει να επιτελέσει ο έφηβος ώστε να θεωρηθεί άντρας, 2) ο ομαδικός δρόμος της συμμετοχής στο σύνολο και ο άθλος που ομαδικά πρέπει να επιτευχθεί και που είναι ανώτερος και πραγματικά δημιουργικός. Η συλλογική προσπάθεια είναι ο δρόμος που φτιάχνει πολιτισμό και ανυψώνει ολόκληρη την κοινωνία, ενώ ο δρόμος του εφήβου είναι αυτός που φτιάχνει άντρες – ήρωες.  

 ΚΡΗΤΗ  

Στην μινωική Κρήτη αλλά και αργότερα, η διαδικασία μύησης και αγωγής των εφήβων ήταν επίσημη εργασία στην ευθύνη έμπειρων και επώνυμων παιδαγωγών. Σκοπός αυτής της διαδικασίας ήταν η διάπλαση των νέων, έτσι ώστε να μπορούν να γίνουν ενεργά μέλη του κοινωνικού συνόλου. Εδώ μάθαιναν το ρόλο που θα έπαιζαν αργότερα ως ενήλικοι και πολίτες. 

Η εκπαίδευσή τους συμπεριλάμβανε όλα ακριβώς τα στοιχεία που ο Αχιλλέας μάθαινε από τους Χείρωνα και Φοίνικα, δηλ. τρόπους καλής συμπεριφοράς, κυνήγι, ιππασία, ακόντιο, τοξοβολία, μουσική, χορό και στοιχεία ιατρικής και φαρμακευτικής. 

Υπάρχουν πάρα πολλά ευρήματα που παρουσιάζουν τους νέους σε όλες αυτές τις εκπαιδευτικές φόρμες και φανερώνουν την σφαιρική και άρτια εκπαίδευσή τους. Χαρακτηριστικά ευρήματα έχουμε από αγώνες δρόμου, πυγμαχία, σύλληψη του άγριου ταύρου, κυνήγι με τόξο, από ιερούς χορούς, μουσική με πολλά όργανα και με επτάχορδη λύρα. Πρέπει να τονιστεί ότι στην πυγμαχία, όπως φαίνεται από τις απεικονίσεις σε πολλά αγγεία, είχαν αποκτήσει εξαιρετική τεχνική που οι νέοι γνώριζαν πολύ καλά. 

Ο αγώνας δρόμου θεωρούνταν άθλημα ανδρικού χαρακτήρα. Εδώ δοκιμάζονταν οι έφηβοι για να αποκτήσουν το δικαίωμα να ονομάζονται άντρες. Όποιος δεν ήταν δρομέας δεν ονομαζόταν άνδρας. Αλλά το κυνήγι και ο χορός αποτελούσαν την κορωνίδα της εκπαίδευσης και σημαντικό κριτήριο αξιολόγησης των εφήβων, γιατί και σ’ αυτόν τον τομέα έπρεπε να δοκιμαστούν και να δείξουν την αξία τους ώστε να θεωρηθούν τελικά άντρες-πολίτες και να έχουν πλήρη δικαιώματα.  

Ο Μίνωας κατά τη μυθολογία ήταν μεγάλος κυνηγός και διέθετε τρομερό τόξο. Η πιο σημαντική Θεά της Κρήτης η Δικτύννα Άρτεμις ήταν η Θεά του κυνηγιού και συνοδευόταν από ένα νέο άνδρα. Άλλωστε και η Βριτόμαρτυς, που αργότερα ταυτίστηκε με την Άρτεμη, ήταν συνδεδεμένη με το κυνήγι. Κατά την γιορτή των Υπερβοϊων (δυνατών κραυγών), εγκαινιαζόταν το κυνήγι και ζητούνταν από τους Νεοφώτιστους να φέρουν κάποιο θήραμα. Το μυητικό κυνήγι άγριων ταύρων γινόταν μεταξύ της βόρειας πλευράς της πεδιάδας της Μεσσαράς και τους νότιους πρόποδες της Ίδης (Ψηλορείτης). 

Ο έφηβος εδώ καλούνταν ν’ αποδείξει τις ικανότητες του. Παρατηρούμε κι εδώ κάποια κοινά στοιχεία με τις άλλες δύο Πόλεις-Κράτη, όπως είναι ο άθλος-κατόρθωμα που ζητείται να επιτελέσει ο νέος και η μεθοριακή περιοχή όπου πρέπει ν’ απομονωθεί και να επιβιώσει. Η οργάνωση του συστήματος μύησης των νέων, επιβεβαιώνεται από την αντιστοιχία ανάμεσα στους τέσσερις γιους και τις τέσσερις κόρες του Μίνωα και της Πασιφάης και στις τέσσερις τάξεις της κοινωνίας της Κρήτης. Γνωρίζουμε ότι οι Κρήτες σιδηρουργοί είχαν θεσπίσει συγκεκριμένες μυητικές δοκιμασίες που αφορούσαν τους νέους που ήθελαν να γίνουν μέλη της συντεχνίας, που περιελάμβαναν αναγκαστικό πέρασμα από σπήλαια μύησης, δοκιμασία αντοχής στη φωτιά, μυητικό θάνατο αλλά και ξύρισμα κεφαλής, αλλαγή ρούχων και υιοθέτηση ειδικών ονομάτων. Οι νέοι συζούσαν σε ομάδες που ονομάζονταν Αγέλες, ενώ οι ενήλικοι απάρτιζαν τις Εταιρείες.  Μόνο μετά την επιτυχή ανταπόκριση σε όλες τις δοκιμασίες αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα. 

Στη συνέχεια πραγματοποιούνταν τελετές-εορτές που σηματοδοτούσαν τη μετάβαση των εφήβων, στην τάξη των αντρών. Ήταν η γιορτή των Ενδυσίων ή Περιβλημαίων. Κατά την διάρκεια αυτής της γιορτής γινόταν η τελετή εγκατάλειψης των παιδικών ρούχων και η μετατροπή των νεαρών σε άνδρες από την Πότνια Θεότητα. Οι τελετές λάμβαναν χώρα μέσα σε γνωστά σπήλαια, όπου έχουν βρεθεί πολλά αντικείμενα-προσφορές των νέων μυούμενων με καθαρά σύμβολα και αναμφισβήτητα ίχνη /σημάδια των μυητικών τελετουργιών που συνέβαιναν σ’ αυτά. Ο νέος κατά την διάρκεια των μυητικών δοκιμασιών καλείται ν’ αποδείξει τη δύναμη, την αντοχή, το θάρρος και την ικανότητα να αντεπεξέλθει στο νέο ρόλο του, σαν πολίτης, πολεμιστής, σύζυγος. Ο μυημένος πεθαίνει για να ξαναγεννηθεί και νικώντας την άγνοια οδηγείται στη γνώση. 

Ο μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου είναι βαθιά συμβολικός. Ο έφηβος Θησέας πρέπει να νικήσει τον σκοτεινό εαυτό του, τον Μινώταυρο, κάτω από την παρακολούθηση του βασιλιά Μίνωα, μεγάλου παιδαγωγού και Μύστη. Ο Θησέας που ενηλικιώνεται διασχίζοντας το λαβύρινθο αποτελεί πρότυπο των Αθηναίων εφήβων. Στοιχεία κοινά με τους άλλους μύθους είναι: Η πονηριά (μίτος της Αριάδνης) Η απομόνωση (λαβύρινθος) Η μεθόριος (δοκιμασία εκτός συνόρων) Το κυνήγι (Μινώταυρος) Ο άθλος (θάνατος του Μινώταυρου) Μαύρο χρώμα (τα μαύρα πανιά της επιστροφής) Μεταμφίεση (δύο απ’ τους νέους συντρόφους του Θησέα φορούσαν… γυναικεία ρούχα) Αποτέλεσμα (στέψη του Θησέα ως βασιλιά). Και στις τρεις αυτές κοινωνίες βλέπουμε την σπουδαιότητα και την αξία που απέδιδαν οι πολίτες στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας. Αυτό είναι πολύ φυσικό γιατί σ’ αυτήν την ηλικία οι νέοι έχουν την μεγάλη ευκαιρία και δοκιμασία να αναπτύξουν κάποια στοιχεία, εσωτερικά και εξωτερικά, που θα τους συνοδεύουν σ’ όλη τους τη ζωή. Γι’ αυτό στις παραδοσιακές κοινωνίες η πολιτεία έσκυβε με μεθοδικότητα και προσμονή στους έφηβούς της, στις μελλοντικές γενιές . Γιατί αν θεωρήσουμε ότι μια κοινωνία είναι ένα σύνολο, ένα όλον, με γέννηση, ανάπτυξη και θάνατο, δηλαδή ένας ζωντανός οργανισμός, τότε οι νέοι αποτελούν τα κύτταρα εκείνα που προδιαγράφουν το μέλλον της. 

Οι ενήλικοι το διέκριναν αυτό στα πρόσωπα των νέων και αφού ήθελαν ένα καλύτερο μέλλον έπρεπε να εργαστούν γι’ αυτό. Αντίθετα σήμερα βλέπουμε να υπάρχει όχι μόνο έλλειψη ενδιαφέροντος από την κοινωνία και πλήρης άγνοια γι αυτό το θέμα, αλλά και έλλειψη οργανωμένου συστήματος και προγράμματος ικανού να εκπαιδεύσει τον έφηβο και να εξασφαλίσει τη σωστή του μετάβαση στην ενηλικίωση. 

Στις λίγες περιπτώσεις που εκδηλώνεται ενδιαφέρον για κάτι καλύτερο, δυστυχώς το συνηθισμένο αποτέλεσμα είναι, η προσφορά υλικών αγαθών και στείρων εξωτερικών πληροφοριών, που φορτώνουν τους νέους, σκλαβώνοντάς τους περισσότερο στη φυλακή του υλισμού και του άμετρου καταναλωτισμού, αντί να τους ανδρώσουν και να απελευθερώσουν την ψυχή και το πνεύμα τους. Μπροστά σ’ αυτή τη κατάσταση κενού, πρέπει να παραδειγματιστούμε από τις παραδοσιακές κοινωνίες της Αρχαίας Ελλάδας και να διαπιστώσουμε ότι τα περισσότερα από τα στοιχεία που χρησιμοποιούσαν μπορούν και σήμερα να εφαρμοστούν πειραματικά και να δώσουν θετικά αποτελέσματα, έστω σε μικρές ομάδες, με την ελπίδα να αποτελέσουν μελλοντικά μια γενική πρακτική. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Μαύρος Κυνηγός, Πιερ Βιντάλ-Νάκε Η αγωγή στη Μινωική Κρήτη, Α. Χουρδάκης

 nea-acropoli-athens

Σχόλια