2 Ιαν. 1917... Εθνικός διχασμός η σφαγή της Απειράνθου


2 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1917. ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ. NATIONAL SCHISM. Η ΣΦΑΓΗ της ΑΠΕΙΡΑΝΘΟΥ!! 

 Η διαφωνία μεταξύ του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄ και του Π/Θ Ελευθερίου Βενιζέλου στο δίλημμα της συμπαράταξης με την Αντάντ ή της ουδετερότητας της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έφερε το 1915, τον Εθνικό Διχασμό, που χώρισε την Ελλάδα στα δύο.


Το 1916, στην Ελλάδα υπήρχαν δύο κέντρα εξουσίας: το Κράτος των Αθηνών, με κυβέρνηση Σπυρίδωνος Λάμπρου, που ήταν υπέρ της ουδετερότητας της Ελλάδας και το Κράτος της Θεσσαλονίκης, με την επαναστατική κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας υπό τον Ελ. Βενιζέλο, η οποία επιθυμούσε την είσοδο στον πόλεμο. Ο Βενιζέλος με τη βοήθεια δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλο-Γάλλοι), κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό της τη Μακεδονία, ενώ στη συνέχεια, έστειλε στόλο στα νησιά του Αιγαίου, προκειμένου να κάνει το ίδιο. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν στο όνομα του εθνικού συμφέροντος ήταν κάθε άλλο παρά ειρηνικές. Σημειώθηκαν διώξεις, οδομαχίες, πογκρόμ, περιστατικά βίας και τρομοκρατίας. 

  Ένα από αυτά ήταν και η σφαγή στην Απείρανθο της Νάξου, ένα γεγονός σχετικά άγνωστο στους πολλούς. 


Τι έγινε στην Απείρανθο; Η κυβέρνηση Βενιζέλου επιχειρώντας να στρατολογήσει άνδρες, με σκοπό την είσοδο της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, απέστειλε στόλο στα νησιά του Αιγαίου. 

  Στις 2 Δεκεμβρίου 1916, αποβιβάστηκε στη Νάξο από το ατμόπλοιο «’Ελντα» δύναμη 80 περίπου στρατιωτών υπό τον Ανθυπολοχαγό Ν. Ρουσσάκη και τον πολιτικό αντιπρόσωπο της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης Τσιμωνάκη, με συνοδεία αγγλικού ανιχνευτικού αλιευτικού, προκειμένου να επιβάλλουν την αναγνώριση της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης από τους κατοίκους του νησιού. Οι Πρόεδροι 14 κοινοτήτων (από τις 16) της Νάξου δηλωσαν υποταγή, εκτός από τους προέδρους της Μονής και της Απειράνθου.

  Ο Πρόεδρος της Μονής, με άλλους 18 κατοίκους, συνελήφθη και οδηγήθηκε στη Σύρο, εκεί διαπομπεύθηκε και φυλακίστηκε, σημειώθηκαν μικροεπεισόδια στο χωριό, τελικά η Μονή υποτάχθηκε. 

   Η Απείρανθος, επέμεινε στην αρνητική της στάση. Αφού εξαντλήθηκαν όλα τα περιθώρια διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους Απειραθίτες και τους απεσταλμένους της επαναστατικής κυβέρνησης, το χωριό αποκλείστηκε από τους στρατιώτες. Οι κάτοικοι απάντησαν με πυροβολισμούς στον αέρα και φυσίγγια δυναμίτιδας, τα οποία κατείχαν νόμιμα, καθώς πολλοί εργάζονταν στα ορυχεία σμύριδας. Το αδιέξοδο διήρκεσε μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, όταν έφθασαν, 250 στρατιώτες με το τορπιλοβόλο Θέτις, στον όρμο Μουτσούνας, επίνειο της Απειράνθου. 

  Την 1η Ιανουαρίου 1917, ο επικεφαλής, Υπολοχαγός Δημήτριος Σαμαρτζής, έστειλε τελεσίγραφο στους Απειραθίτες, με το οποίο προειδοποιούσε πως αν δεν παρέδιδαν τα όπλα και δεν προσχωρούσαν στην Κυβέρνηση, θα θεωρούνταν εχθροί. Συγκεκριμένα: «[…] το χωρίον θα κηρυχθή εις κατάστασην πολιορκίας, θα κηρυχθή Στρατιωτικός Νόμος, θα συσταθεί έκτακτον Στρατοδικείον και θα κτυπηθήτε από ξηράς και θαλάσσης».

  Όπως έγραψε στην εκθεση του ο Στρατιωτικός διοικητής Κυκλάδων Νικ. Καλομενόπουλος: "Η τοιαύτη στάσις των Απειρανθίων έφερεν εις απελπισίαν τους φιλελευθέρους κατοίκους της νήσου, ήρξατο επηρεάζουσα το φρόνημα εκείνων οίτινες είχον προσχωρήσει εις το Εθνικόν κίνημα άνευ πολλού ενθουσιασμού"!!!. 

 Το τελεσίγραφο γνωστοποιήθηκε στους κατοίκους αλλά απορρίφθηκε ως «ανάξιον οιασδήποτε απάντησης». Χαράματα της επόμενης μέρας, ο Σαμαρτζής με τους άνδρες του πλησίασε το χωριό και έδωσε νέο τελεσίγραφο 15 λεπτών στον πρόεδρο της Απειράνθου. Εκείνος, παρότι βενιζελικός, σεβόμενος την απόφαση της πλειοψηφίας του χωριού, του απάντησε ότι, εκτός από τους λιγοστούς βενιζελικούς, κανείς άλλος δεν δέχεται να προσχωρήσει, όμως δε βλέπει το λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να κάψει το χωριό, αφού μπορεί να εισέλθει και να εγκαταστήσει τις Αρχές του. Ο Υπολοχαγός απαίτησε την εφαρμογή των όρων του τελεσιγράφου.  

 Πριν λήξει η προθεσμία του τελεσίγραφου το τορπιλοβόλο Θέτις έριξε δύο προειδοποιητικές βολές, χωρίς, αποτέλεσμα. Ακολούθησαν από τους άνδρες του Σαμαρτζή πυρά στο συγκεντρωμένο πλήθος από κοντινή απόσταση, για περίπου 15 λεπτά. Στη συνέχεια, ο στρατός έκανε έφοδο στο χωριό, συνέχισε τις βιαιότητες κατά των αμάχων και λεηλάτησε περιουσίες. Μετά από προτροπή του ιερέα της Απειράνθου, Εμμανουήλ Φραγκίσκου, οι κάτοικοι του χωριού σήκωσαν λευκή σημαία.

  Ο τραγικός απολογισμός ήταν 32 νεκροί, μέσα σε αυτούς παιδιά, γέροντες ακόμα και έγκυοι!!!, καθώς και 44 τραυματίες, εκ των οποίων οι 15 έμειναν ανάπηροι. Μετά τη σφαγή, 120 κάτοικοι αναγκάστηκαν από το στρατό να περισυλλέξουν τα πτώματα και να τα θάψουν χωρίς κάποια τελετή έξω από το νεκροταφείο του χωριού. Πολλοί από αυτούς, στη συνέχεια, φυλακίστηκαν. 

 Μόλις έγινε γνωστή η σφαγή έφτασε στην Απείρανθο στρατιωτικός ιατρός του Αγγλικού Ναυτικού με νοσοκόμους και είδη νοσηλείας. Αφού είδε τους τραυματίες κατοίκους, ζήτησε από τον Σαμαρτζή να δει και τους πληγωμένους στρατιώτες αυτός του απήντησε ότι δεν έχει κανένα πληγωμένο. Τότε ο Άγγλος του είπε τα εξής. «Διατί εφονεύσατε και επληγώσατε αυτούς τους άοπλους ανθρώπους; Θα ήσθε κρεμασμένος και σεις και ο αρχηγός σας, αν εκακουργείτε ούτως υπό Αγγλικήν Δικαιοσύνην».

  Δεν ήταν συμπλοκή μεταξύ ίσων αντιπάλων, όπως παρουσιάστηκε από ορισμένους Βενιζελικούς, αλλά σφαγή αμάχων. Ωστόσο, αυτό έγινε γνωστό τρία χρόνια αργότερα. 

 Ο Βενιζέλος τηλεγράφησε στις 7 Ιανουαρίου στον στρατιωτικό διοικητή Κυκλάδων Νικόστρατο Καλομενόπουλο «Γεγονότα Νάξου έθλιψαν ημάς. Αποστείλατε ενισχύσεις εις μαχόμενους άνδρας μας κατά επιστράτων Νάξου. Ανάγκη αποσπάσωμεν ωραίαν νήσον από Κράτος προδοτών Αθηνών. Μη φεισθήτε ουδενός»!!!.  

 Μετά από όλα αυτά οι Απειρανθίτες στις 5 Φεβρουαρίου δηλωσαν "προθύμως" υποταγή στην Επαναστατική Κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου

Τα δραματικά γεγονότα της Απειράνθου θα παραμείνουν ως μία μελανή κηλίδα στην ιστορία της Ελλάδος.

Σταγόνες ελληνικής ιστορίας

Σχόλια