Η Ελλάδα να πραγματοποιήσει διπλωματική αντεπίθεση, φέρνοντας στο προσκήνιο τη συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου
Του Γιώργου Καραμπελιά
Μία από τις συνηθισμένες αιτιάσεις που προσάπτονται, και ορθώς, στην υποχωρητική και εν πολλοίς φοβική ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας είναι πως αυτή
εμφανίζεται πάντοτε με ανεπαρκή επιχειρήματα στο διπλωματικό και διαπραγματευτικό παιχνίδι με την Τουρκία. Και πράγματι η Ελλάδα υποστηρίζει παγίως πως δεν διεκδικεί τίποτα έναντι της Τουρκίας αλλά απλώς απορρίπτει τις τουρκικές διεκδικήσεις.Έτσι σύρεται διαρκώς σε διαπραγματεύσεις από θέση αμυντική και υποδεέστερη. Αυτό το γεγονός έχει ως συνέπεια όχι μόνο μία μόνιμα αμυντική στάση αλλά και την καλλιέργεια αρνητικών αντανακλαστικών στη λεγόμενη διεθνή κοινότητα. Διότι, εάν επί δεκαετίες η Τουρκία εμφανίζεται να διεκδικεί και η Ελλάδα να υποστηρίζει πως «δεν διεκδικεί τίποτε», τότε, σύμφωνα με το σχήμα δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά, καλλιεργείται η εικόνα πως εν τέλει κάποιο δίκιο θα έχει η Τουρκία· και, στο κάτω-κάτω της γραφής, ας κάνει και κάποιες παραχωρήσεις η διαρκώς «ανυποχώρητη» Ελλάδα.
Ανάλογα συναισθήματα δημιουργούνται στην ούτως ή άλλως ανθελληνική τουρκική κοινή γνώμη, ενισχύοντας την πεποίθηση πως οι Έλληνες τους «κλέβουν τη γαλάζια πατρίδα» ενώ επηρεάζουν ακόμα και την ελληνική δημόσια συζήτηση. Έτσι θα ακούμε συχνά για τους «μοναχοφάηδες» Έλληνες που θέλουν να αποκλείσουν την Τουρκία από οποιαδήποτε πρόσβαση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Αρχικώς, λοιπόν, θα πρέπει να αποδομήσουμε ένα από τα πιο ύπουλα και συστηματικά επαναλαμβανόμενα τουρκικά επιχειρήματα, στα οποία η Ελλάδα δεν απαντάει πειστικά, τόσο στο επίπεδο της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης όσο και στο διπλωματικό πεδίο.
Η νεο-οθωμανική διπλωματία, αλλά και η κεμαλική στο παρελθόν, επαναλαμβάνει διαρκώς πως, από τη μία πλευρά, βρίσκεται η Τουρκία και από την άλλη η «Ελλάδα», δηλαδή η ελλαδική χερσόνησος, ενώ ανάμεσά τους παρεμβάλλονται κάποια νησιά. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί η Ελλάδα –εννοώντας πάντοτε την ελλαδική χερσόνησο– να στηρίζει τις διεκδικήσεις της σε νησιά που βρίσκονται εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από αυτή, ενώ η Τουρκία βρίσκεται σε απόσταση ολίγων χιλιομέτρων. Έχει λοιπόν το δικαίωμα και να διεκδικεί το μοίρασμα του Αιγαίου και να αρνείται κάθε επήρεια στο Καστελόριζο, που απέχει μόνο μερικά χιλιόμετρα από την Τουρκία. Και, σιγά-σιγά, αυτή η ύπουλη τουρκική προπαγάνδα έχει αρχίσει να γίνεται ευρύτερα αποδεκτή, βοηθούντος και του αθηνοκεντρισμού και της εγκατάλειψης της νησιωτικής Ελλάδας. Και όμως, η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να υπογραμμίσει το γεγονός ότι αποτελεί εν πολλοίς νησιωτική χώρα. Ακόμα και σήμερα, στα νησιά κατοικούν περίπου 1,5 εκατομμύριο Έλληνες, δηλαδή το 15% του συνολικού πληθυσμού, χωρίς να συνυπολογίζουμε και τις 700.000 των Κυπρίων. Κατά συνέπεια, η Ελλάδα είναι πρωτίστως η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, η Ρόδος, το Καστελόριζο, η Κρήτη, η Κέρκυρα κ.ο.κ. Με αυτή την Ελλάδα λοιπόν συνορεύει η Τουρκία.
Δεν αρκεί να τονίζουμε το γεγονός πως τα ελληνικά νησιά είναι υποχρεωμένα να εξοπλίζονται προκειμένου να αμυνθούν απέναντι σε έναν εχθρικό και πολεμοκάπηλο γείτονα, μη ακολουθώντας, τυπικά και μόνο, τη Συνθήκη της Λωζάνης. Διότι και πάλι αφήνουμε πεδίο στην τουρκική αμφισβήτηση, η οποία έχει ήδη εδραιωθεί εν μέρει και στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Έτσι, το ΝΑΤΟ αρνείται συστηματικά να συμπεριλάβει στις στρατιωτικές ασκήσεις της Συμμαχίας τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, μετά από σχετικό αίτημα της Τουρκίας.
Και όμως, η απάντηση είναι μπροστά μας, αδιαμφισβήτητη και πανίσχυρη, μόνο που αγνοείται συστηματικά, εδώ και δεκαετίες, από την ελληνική πολιτική και τη δημόσια συζήτηση εξαιτίας της φοβικής και υποχωρητικής μας στάσης. Ότι, δηλαδή, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου εξοπλίστηκαν κατ’ εξοχήν μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και τις μόνιμες και συστηματικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, από το 1974 και μετά.
Συνεπώς, οι Τούρκοι όχι μόνο έχουν καταλάβει τη μισή Κύπρο, προκαλώντας εθνοκάθαρση του ελληνικού πληθυσμού, και συνεχίζουν να την κατέχουν, αλλά ζητούν από την Ελλάδα να αφήσει εντελώς ανυπεράσπιστα τα υπόλοιπα ελληνικά νησιά ώστε να μπορούν να τα καταλάβουν με την ησυχία τους οποτεδήποτε θελήσουν. Έτσι, το πρώτο και αποφασιστικό βήμα πρέπει να γίνει από την Τουρκία: να θέσει τέλος στην παράνομη κατοχή της Κύπρου, αποσύροντας τα κατοχικά στρατεύματα και αποδίδοντάς την στους κατοίκους της. Στο μεταξύ, θα πρέπει η Ελλάδα, το ελληνικό κράτος, που, πέραν των ιστορικών δεσμών με την Κύπρο, παραμένει ακόμα εγγυήτρια δύναμη, να συνεχίσει να καταγγέλλει την –αναρίθμητες φορές καταδικασμένη από το Συμβούλιο Ασφαλείας– Τουρκία σε όλα τα διεθνή fora και στο ίδιο το ΝΑΤΟ. Εμείς είμαστε εκείνοι που θα έπρεπε να αρνούμαστε τη συμμετοχή μας σε κοινές ασκήσεις μαζί της μέχρις ότου συμμορφωθεί! Και αν όλα τα προηγούμενα χρόνια, στην πραγματικότητα, εγκαταλείψαμε την Κύπρο και το Κυπριακό, όχι μόνο ως ένα μεγάλο εθνικό ζήτημα αλλά και ως έναν διπλωματικό μοχλό αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας, ποτέ δεν είναι αργά για να αλλάξουμε ρότα, έστω και σταδιακά. Σήμερα που η Τουρκία ετοιμάζεται, μετά την Κύπρο, να προχωρήσει σε ένα νέο επεκτατικό εγχείρημα, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να ξαναπιάσει και πάλι το χαμένο νήμα του Κυπριακού και να υποχρεώσει την Τουρκία σε μία νέα διπλωματική ήττα και αναδίπλωση:
Μια και οι Τούρκοι έχουν το θράσος να θέτουν ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, τουρκικής μειονότητας στη Θράκη, γκρίζων ζωνών και άλλα παρόμοια, είναι καιρός η Ελλάδα να πραγματοποιήσει μια διπλωματική αντεπίθεση φέρνοντας και πάλι στο προσκήνιο τη συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου. Τόσο απλά και τόσο ξεκάθαρα.
Τι να πω και εγώ, τι να γράψω και εγώ, τι να σχολιάσω και εγώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚύριε Καραμπελιά, φυσικά και έχετε δίκιο. Έχετε απόλυτο δίκιο, αλλά οι προσκυνημένοι κυβερνώντες μας ...δε ζητάνε τίποτε, δε διεκδικούν τίποτε.
Εάν αυτό δεν είναι προδοσία, δεν είναι εθνική προδοσία και άρα εσχάτη προδοσία κατά της Ελλάδας, τι είναι;
Δε ζητάμε τίποτε. Τι λέτε ρε ραγιάδες, ρε προσκυνημένοι, ρε σιχαμένοι κυβερνώντες;
Ζητάμε την ελευθερία μας, ζητάμε να μας αφήσετε ήσυχους, ζητάμε τη διάλυση της στρατιάς του Αιγαίου που μόνο σκοπό έχει να καταλάβει το Αιγαίο μας, ζητάμε την τήρηση όλων των διεθνών συνθηκών και συμβάσεων, ζητάμε την απελευθέρωση των κατεχομένων στην Κύπρο και παντού, ζητάμε την ημιαυτονόμηση Ίμβρου και Τενέδου, ζητάμε την άμεση κατάργηση "τουρκικών" συλλόγων στον Ελληνικό Έβρο, ζητάμε την κήρυξη 12νμ σε όλο το Αιγαίο, ζητάμε την ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ (μονομερώς αφού, σύμφβνα με τον ΟΗΕ μόνο η οριοθέτηση θέλει πολλούς), ζητάμε επίτέλους να μας κυβερνήσουν Έλληνες και όχι ...προσκυνημένοι, γερμανοπροσκυνημένοι πολιτικοί, που κάνουν ότι προστάξουν οι ισχυροί στο χρήμα για να μη χάσουν τις μίζες.
Και αφού αναφέρθηκα σε μίζες, ο Jörg Michael Kutschenreuter, αυτός που κρατούσε τα μαύρα ταμεία της Siemens, κατέθεσε ενόρκως το 2005 στην Εισαγγελία του Μονάχου, στη γερμανική Δικαιοσύνη, ότι η Siemens Ελλάς δίνει μίζες σε τρία κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, το 25% του ετήσιου τζίρου της.
Όπως ...φημολογείται ότι κάνουν και όλες οι άλλες γερμανικές εταιρίες. Αφού πουλάνε στην Ελλάδα κατά 25% πιο ακριβά από ότι πουλάνε σε όλες τις άλλες δυτικές χώρες.
Τις κατηγορίες μου μπορεί να τις ελέγξει εύκολα όποιος δεν έχει στη διάθεσή του τα τιμολόγια αγοράς, εάν συγκρίνει τις τιμές πώλησης στα σούπερ μάρκετ της Γαλλίας, της Αγγλίας, της Ολλανδίας, της Ισπανίας, με τις τιμές πώλησης στα σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα.
Που σημαίνει ότι το πολιτικό μας σύστημα δεν θέλει σε καμία περίπτωση να τους φανερώσουν οι Γερμανοί με ...τη γίδα στην πλάτη.
Και δεν αναφέρομαι στις ...δεκάδες λίστες Λαγκάρντ, τις οποίες ...ξεχνάνε στα συρτάρια τους, αλλά στις μίζες εκ Γερμανίας μιας και όπως ανέφερα "αγοράζουμε" όλα τα γερμανικά εμπορεύματα κατά 25% πιο ακριβά από ότι αγοράζουν ακριβώς τα ίδια όλοι οι άλλοι πολιτισμένοι λαοί.
Ας αναφερθώ τώρα στο ...δήθεν χρέος μας.
Ένα χρόνο μετά την ξεχρέωση των ...προπολεμικών χρεών [των διεγραμμένων από τον Μεταξά και τα Διεθνή Δικαστήρια, που όμως το 1964 επανέφεραν χωρίς λόγο και αιτία οι Κ.Καραμανλής (τα ...αναγνώρισε το 1962), Α.Παπανδρέου και Κ.Μητσοτάκης], το 2010, ξεκίνησαν τα ...νέα χρέη.
Από το 2010 έως το 2012 δώσαμε 230 δις για τις ...ανακεφαλαιοποιήσεις των ιδιωτικών μας τραπεζών που διαχειρίζονται Ευρώ.
Με Καραμανλή και πάλι, κάναμε δοκιμές και ψηφίσαμε το 2008, δώσαμε το 2009 στις τράπεζες με τη μορφή "κρατικών εγγυήσεων", 23 + 5 δις (τα 23 δις με το ΦΕΚ 250 στις 9 Δεκεμβρίου 2008).
Το 2010 ξανά με Παπανδρέου, στη συνέχεια με Παπαδήμο και με Σαμαρά έδωσε η Ελλάδα μέχρι και το 2012 στις ιδιωτικές τράπεζες με τη μορφή "ανακεφαλαιοποιήσεων" 230 δισεκατομμύρια Ευρώ.
ΦΕΚ 65, 6 Μαΐου 2010 - 15 δις
ΦΕΚ 148, 3 Σεπτεμβρίου 2010 - 25 δις
ΦΕΚ 113, 18 Μαΐου 2011 - 30 δις
ΦΕΚ 203, 14 Σεπτεμβρίου 20,11 - 30 δις
ΦΕΚ 256, 9 Δεκεμβρίου 2011 - 60 δις
ΦΕΚ 52, 12 Μαρτίου 2012 - 30 δις
ΦΕΚ 180, 20 Σεπτεμβρίου 2012 - 40 δις
230 δισεκατομμύρια Ευρώ χρειάστηκε το ιδιωτικό τραπεζικό μας σύστημα που διαχειρίζεται Ευρώ. Περίπου το 65% του εθνικού μας δήθεν χρέους. Ο νοών νοείτω.
Ας σκεφτούμε ότι στο Ευρώ είμαστε από το 2002. Γιατί από το 2002 χρειάζονταν μόνο κάτι εκατομμύρια οι τράπεζες μας για ...ανακεφαλαιοποίηση και από το 2010 "χρειάστηκαν" σε δυόμιση χρόνια 230 δις, περισσότερο χρήμα από ότι οι συνολικές καταθέσεις μας;
Δεν καταλαβαίνει κανείς ότι όλο αυτό είναι κόλπο; Ότι πρόκειται για δήθεν χρέος και ότι αυτό άνετα διαγράφεται από τα Διεθνή Δικαστήρια, όπως έγινε στην Ισλανδία;
Λογιστικό έλεγχο του δημοσίου αυτού χρέους, δεν πρέπει να διενεργήσει η Ελλάδα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚλείνοντας θα γράψω ότι χωρίς τα 230 δις που "χρειάστηκαν" οι ιδιωτικές μας τράπεζες που διαχειρίζονται Ευρώ, σε ούτε δυόμιση χρόνια για ...ανακεφαλαιοποιήσεις (που άνετα διαγράφονται από Διεθνή Δικαστήρια), μετά και το εγκληματικό PSI όπου όλα μας τα δημόσια ταμεία έδωσαν 58 δις για αυτό το χρέος (χώρια από αυτά που “έδωσαν” οι ιδιώτες), το δημόσιο χρέος μας θα ήταν γύρω στα ...100 δις. (356 - 28 - 230).
Και αν υπολογίσουμε και τα παραπάνω από 20 δις που δίνουμε τον κάθε χρόνο για τους τόκους του ...δήθεν χρέους, το πραγματικό δημόσιο χρέος μας τείνει προς το μηδέν…