Η Ελλάς σε έναν «κύκλο φωτιάς»...Το τετράγωνο Τίρανα-Πρίστινα-Ποντγκόριτσα-Σκόπια




Μία από τις συνέπειες της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία ίσως δεν έχει αναδειχθεί όσο θα έπρεπε, είναι η ενίσχυση του Αλβανικού εθνικισμού στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων.
Πριν ακόμη την υπογραφή της Συμφωνίας, ήταν γνωστό ότι η κυβέρνηση Ζάεφ, δεν θα υπήρχε εάν δεν είχε τη στήριξη των αλβανικών κομμάτων της χώρας. Μετά τη Συμφωνία, η στήριξή τους (όχι χωρίς σημαντικά ανταλλάγματα), τόσο κατά την διάρκεια του δημοψηφίσματος, όσο και -κυρίως- κατά την κρίσιμη ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, μετατράπηκε σε λόγο ύπαρξης του πολιτικού μέλλοντος του ίδιου του Ζάεφ, αλλά και παράγοντας σταθερότητας (ή όχι) της ίδιας της χώρας. Τα γεγονότα άλλωστε που οδήγησαν στην υπογραφή της Συμφωνίας της Οχρίδας το 2001, δεν άφηναν καμία αμφιβολία γι’ αυτό.
Σύμφωνα δε με κάποια δημοσιεύματα, όταν ήρθε στην εξουσία ο Ζάεφ, ιδρύθηκε στην χώρα η Αλβανική Πλατφόρμα, με ένα κείμενο το οποίο υπογράφηκε το 2017 και έθεσε τα θεμέλια ενός συνασπισμού των αλβανικών κομμάτων, με σκοπό την ένταξή τους στη νέα κυβέρνηση των Σκοπίων, και στόχο την σημαντική αύξηση των, ήδη συνταγματικά κατοχυρωμένων, δικαιωμάτων τους. Σήμερα, λίγα μόλις χρόνια μετά, η αλβανική μειονότητα στην γειτονική χώρα («κοινότητα» κατά το Σύνταγμά της), ουσιαστικά λαμβάνει τις πιο καθοριστικές γεωπολιτικές αποφάσεις, όσον αφορά στη θέση και το μέλλον της στην ευρύτερη περιοχή. Ο Αλβανός πρωθυπουργός, και όσοι τον στηρίζουν, είχαν και έχουν κάθε λόγο να νιώθουν απόλυτα ικανοποιημένοι. Και πώς όχι! Λίγους μόλις μήνες μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, τον Δεκέμβριο του 2018, Αλβανία και Κόσοβο υπέγραφαν συμφωνία για κοινό σημείο ελέγχου στα σύνορά τους, με τον Αλβανό υπουργό Εσωτερικών να δηλώνει, μεταξύ άλλων, πως «… εργαζόμαστε για την πλήρη εξάλειψη των συνόρων», τον πρωθυπουργό του Κοσόβου Ρ. Χαραντινάι να απαντά  πως «… ξεκινήσαμε την από κοινού διαχείριση των συνόρων της Αλβανίας με το Κόσοβο, οπότε δεν έχουμε ακόμη καταργήσει τα σύνορα μας» και τον Αλβανό πρωθυπουργό, που δεν είχε παραστεί στην εκδήλωση, να στέλνει το μήνυμά του αναφέροντας  «…μόνο όταν καταργήσουμε εξολοκλήρου τα σύνορα μεταξύ μας θα έχουμε πετύχει τον στόχο μας». Ο αλβανικός τύπος και ειδικότερα η εφημερίδα Koha Ditore, τον Φεβρουάριο του 2019, δημοσίευσε αντίγραφο του (λεγόμενου) τελικού σχεδίου της συμφωνίας Κοσόβου-Αλβανίας, το οποίο ονομάστηκε «μινι Σένγκεν». Το έγγραφο, που περιείχε περισσότερες από 50 σελίδες, άρχιζε με ένα προοίμιο που ασχολείται  με την κατάργηση των συνοριακών ελέγχων και την εισαγωγή των θεωρήσεων για λογαριασμό τρίτων, καθώς και  διατάξεις που αφορούν στην εμπορευματική κίνηση. Μία… ανάλογη «μίνι Σένγκεν» άλλωστε μεταξύ των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, με σκοπό την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και αγαθών, και στόχο να δοθεί ώθηση στο εμπόριο και τις επενδύσεις, συζητείται ήδη μεταξύ των χωρών της περιοχής (έχουν υπάρξει ήδη τρεις συναντήσεις κορυφής μεταξύ των ηγετών αυτών των χωρών, με την πιο πρόσφατη τον Δεκέμβριο του 2019) και, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έ. Ράμα, η ΕΕ στηρίζει αυτό το σχέδιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να χορηγήσει 1,2 δις. ευρώ στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, ώστε να τις βοηθήσει να εφαρμόσουν τις μεταξύ τους συμφωνίες. Να προέκυψε άραγε αυτή η «ανάγκη» λόγω των ισχυρών ενδείξεων για την «επιχειρηματική εισβολή» της Κίνας στην περιοχή, μέσω του «One road, One belt»; Σε κάθε περίπτωση, αυτή δεν είναι η μόνη περίπτωση συζήτησης συνόρων στην ευρύτερη περιοχή μας. Μία μακρά συζήτηση (από το 2012) μεταξύ Κοσόβου και Μαυροβουνίου για το θέμα, ολοκληρώθηκε επεισοδιακά στην Βουλή του Κοσόβου, τον Μάρτιο του 2018. Το Μαυροβούνιο είχε επικυρώσει την εισήγηση-συμφωνία μιας κοινής διακρατικής επιτροπής από Μαυροβούνιους και Κοσοβάρους, με την συμμετοχή και Αμερικανών εμπειρογνωμόνων, ήδη από το 2015. Ρόλο σε αυτό, έπαιξε το γεγονός της στήριξης αυτής της συμφωνίας από την μικρή (μόλις 5% του συνολικού πληθυσμού) αλλά πολύ ισχυρή αλβανική κοινότητα του Μαυροβουνίου, η οποία, μέσω των εκλεγμένων εκπροσώπων της, είναι παρούσα σε όλες τις κυβερνητικές δομές, από την κυβέρνηση μέχρι τις δημοτικές αρχές, κατέχοντας διάφορες υπουργικές θέσεις και επηρεάζοντας σημαντικά την εξωτερική πολιτική του Μαυροβουνίου. Άλλωστε το Αλβανικό Φόρουμ , ένας συνασπισμός από τα κορυφαία αλβανικά κόμματα στο Μαυροβούνιο, δε χάνει την ευκαιρία να υπενθυμίζει στην κυβέρνηση της Ποντγκόριτσα, πως χρωστάει στους Αλβανούς την ανεξαρτησία της χώρας και την ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Στο Κόσοβο όμως, η συμφωνία παρέμενε «στο συρτάρι» καθώς, δεν υπήρχε περίπτωση να «περάσει» από το κοινοβούλιο της χώρας μιας και, μια διαφιλονικούμενη έκταση 80.000 στρεμμάτων στα σύνορα των δύο χωρών, που ανήκει στο Μαυροβούνιο, προκαλούσε εξάρσεις εθνικισμού από συγκεκριμένα κόμματα του Κοσόβου, τόσο της συμπολίτευσης, όσο και της αντιπολίτευσης. Στη συμφωνία δε, αντιδρούσε και ο ίδιος ο (μέχρι πρότινος) πρωθυπουργός Ρ. Χαραντινάι. Κι όταν τον Νοέμβριο του 2017, έγινε εμφανές το αδιέξοδο, μία ανακοίνωση της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Πρίστινα, η οποία ανέφερε ότι «Η καθυστέρηση στην διαδικασία επικύρωσης θέτει σε κίνδυνο τις σχέσεις του Κοσόβου με τις γειτονικές χώρες και την Ευρωπαϊκή Ένωση και οδηγεί στην απομόνωση», αλλά και οι πιέσεις από την Ε.Ε. για την σημαντική καθυστέρηση στο καθεστώς θεωρήσεων visa των Κοσοβάρων πολιτών, ήταν αρκετές για να «περάσει» τελικά η συμφωνία από την Βουλή του Κοσόβου, έστω και εν μέσω… δακρυγόνων! Και οι συνοριακές διαφορές του, μη αναγνωρισμένου ακόμη από την Ελλάδα, Κοσόβου, δεν σταματούν εδώ. Όπως ανέφερε δημοσίευμα της Deutsche Welle το 2018, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας, διήρκεσαν πάνω από 7 χρόνια. Και μάλιστα όχι στο Βελιγράδι ή στην Πρίστινα, αλλά στις Βρυξέλλες. Στόχος, η ειρηνική λύση μιας διαφοράς που κρατά εδώ και δεκαετίες. Δέλεαρ, η αναγνώριση του Κοσόβου από το σύνολο των Ευρωπαϊκών χωρών και η επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων για την είσοδο του συνόλου (πλέον) των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ιδέα είναι τμήμα του Βόρειου Κοσόβου, που κατοικείται από Σέρβους, να συνδεθεί με τη Σερβία, με αντάλλαγμα την κοιλάδα του Πρέσεβο της νότιας Σερβίας, που κατοικείται κυρίως από Αλβανούς, η οποία θα ενσωματωθεί στο Κόσοβο. Μία… ανταλλαγή εδαφών δηλαδή. Συγκεκριμένα κέντρα εξουσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες έχουν μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές βάσεις τους στο Κόσοβο, υποστηρίζουν αυτήν την ιδέα εδώ και χρόνια. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε, όταν μιλάμε για τα Βαλκάνια; Η ανταλλαγή εδαφών μεταξύ δύο κρατών με εκατέρωθεν συμπαγείς εθνικές πληθυσμιακές ομάδες που κατοικούν σε αυτές, είναι μόνο το ένα κριτήριο. Στα εδάφη αυτά, περιλαμβάνονται βιομηχανικοί πόροι και πολιτιστικά μνημεία. Το Κόσοβο αποτελεί «το λίκνο των ιερών και οσίων» του σερβικού λαού, κάτι που προκαλεί τα εθνικά αισθήματα των Σέρβων και τον, δικαιολογημένο ως έναν βαθμό, φόβο τους για πιθανή απώλεια ορθόδοξων εκκλησιών και μοναστηριών. Για να υπάρξει δε αυτή η ανταλλαγή, θα πρέπει πρώτα η Σερβία να αναγνωρίσει (και) νομικά ως κρατική οντότητα το Κόσοβο.  Κι αν κάτι τέτοιο φαντάζει δύσκολο, είναι οι Κοσοβάροι ηγέτες που κατά καιρούς έχουν εκφράσει τις έντονες αντιρρήσεις τους. Μία τέτοια δε λύση, σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, θα μπορούσε να δυναμιτίσει την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, ξυπνώντας εφιάλτες από το παρελθόν. Σέρβοι σκληροπυρηνικοί στη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας (μία από τις δύο πολιτικές οντότητες που αποτελούν το κράτος της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης), δεν εγκατέλειψαν ποτέ την ιδέα προσάρτησής τους στην Σερβία. Το ίδιο ισχύει και για τους Κροάτες εθνικιστές στη δυτική Ερζεγοβίνη, που θα ήθελαν να κάνουν το ίδιο με την Κροατία. Οι δε κυβερνήσεις στα Σκόπια και την Ποντγκόριτσα, παρακολουθούν τις εξελίξεις με έκδηλη αγωνία για τα δικά τους πολυεθνικά κράτη. Η γερμανική κυβέρνηση και κυρίως η Άγκελα Μέρκελ, αντιδρούν με σκεπτικισμό. Όπως και πολλές από τις χώρες της Ε.Ε. στις οποίες κατοικούν μειονότητες και δεν έχουν αναγνωρίσει (ακόμη) το Κόσοβο ως κρατική οντότητα. Το όλο ζήτημα, ήλθε να περιπλέξει η κλήση τόσο του προέδρου του Κοσόβου Χ. Θάτσι, όσο και του πρωθυπουργού Ρ. Χαραντινάι, από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ως κατηγορουμένων για εγκλήματα του UCK εναντίον του σερβικού πληθυσμού στον εμφύλιο του Κοσόβου. Η παραίτηση του Χαραντινάι από την πρωθυπουργία, ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο (έστω και… προσχηματική), και η αναβολή (και τελικά ακύρωση) των συνομιλιών που επρόκειτο να γίνουν στα τέλη του περασμένου Ιουνίου (μάλιστα στις… ΗΠΑ), μεταξύ των ηγετών Σερβίας και Κοσόβου (Βούτσιτς και Θάτσι ο οποίος συνοδευόταν από τον νέο πρωθυπουργό Α. Χότι), υπογραμμίζουν όχι απλά την δυσκολία επίλυσης ενός ζητήματος που (κανονικά θα έπρεπε να) απασχολεί το σύνολο των χωρών της Βαλκανικής, αλλά αναδεικνύουν με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο, τόσο το εξαιρετικά αυξημένο ενδιαφέρον του «Διεθνούς παράγοντα» για την περιοχή (από Ουάσιγκτον και Μόσχα, μέχρι το Πεκίνο), όσο και τα, εντός ή και (κυρίως) εκτός προσκηνίου, «παιχνίδια» όσων έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους γι’ αυτήν. Και δεν πτοούνται από την όποια υπογραφή, της όποιας Συμφωνίας, που παρουσιάσθηκε ως «καταλυτικός παράγοντας για την εξάλειψη των σχεδίων τους». Έχει εκφραστεί και υποστηριχθεί άλλωστε η άποψη πως, με την σχεδιαζόμενη ανταλλαγή εδαφών μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου, διευκολύνεται η δημιουργία της Μεγάλης Αλβανίας. Αλλά αυτό, είναι ένα θέμα το οποίο θα απασχολήσει την επόμενη συνέχεια αυτού του άρθρου.

Σχόλια