Σαν παραμύθι....

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα καράβι που πάνω σ’αυτό ταξίδευαν όλα τα συναισθήματα. Η Αγάπη, η Λύπη, η Χαρά, η Γνώση, η Αλαζονεία, η Απελπισία, η Κακία και ότι μπορεί να φανταστείς κανείς. Το καράβι όμως άρχισε να βουλιάζει. Έτσι κάθε συναίσθημα πήρε από μια βάρκα και έφυγε, αφήνοντας πίσω την Αγάπη που οικειοθελώς έμεινε πίσω μόνη της, μη τυχόν και σώσει το καράβι που βούλιαζε.

Όταν το καράβι άρχιζε να βουλιάζει η Αγάπη άρχιζε να φοβάται και καλούσε σε βοήθεια.
Εκείνη την ώρα πέρασε ο Πλούτος με ένα πανάκριβο κότερο.
-Πλούτο μπορείς να με πάρεις ;
-Δυστυχώς είμαι γεμάτος χρυσό και δε χωράς.
-Καλά δεν πειράζει, να σαι καλά.
Έπειτα πέρασε η Αλαζονεία, με ένα επίσης πανάκριβο σκάφος.
-Αλαζονεία, θα με πάρεις σε παρακαλώ μην πνιγώ.
-Αστειεύεσαι , είσαι μούσκεμα και θα μου βρέξεις τα πανάκριβα καθίσματα μου.
-Να σαι καλά, καλό ταξίδι.
Το ίδιο συνέβη  με την Ευδαιμονία ,με την Υπερηφάνεια και τον Εγωισμό, ο οποίος ούτε γύρισε να κοιτάξει στις εκκλήσεις για βοήθεια.
Μετά πέρασε ένα μικρό καραβάκι που ήταν πάνω η Λύπη.
-Λύπη , επιτέλους σώσε με.
-Α!!! δε μπορώ τώρα θέλω να μείνω μόνη μου, είμαι πολύ στενοχωρημένη.
-Όπως νομίζεις, σου εύχομαι να βρεις την ευτυχία που σου λείπει.
Το ίδιο έγινε και με την Ειρωνεία, την Αδράνεια και την Τεμπελιά, η οποία μάλιστα ήταν αρκετά κοντά για να την σώσει , αλλά βαριόταν να απλώσει το χέρι της.
Μετά πέρασε ένα μαύρο καράβι που πάνω χόρευαν ο Φθόνος , το Μίσος , αγκαλιά με την Χαιρεκακία και την Καταλαλιά, που όχι μόνο δε βοήθησαν το καράβι της Αγάπης να σωθεί, πέταξαν και από πάνω ότι άχρηστα αντικείμενα είχαν για να βυθιστεί ακόμα πιο γρήγορα.
Η Αγάπη παρόλη την αδιαφορία όλων , αντί να εκνευρίζεται μαζί τους, έδινε κι ευχές για καλό ταξίδι.
Το καράβι σχεδόν βυθίστηκε και η Αγάπη πάλευε με τα κύματα μέχρι την ακρογιαλιά. Έτσι όπως ήταν μισοπνιγμένη εμφανίστηκε μια γριούλα που την πήρε από το χέρι την σήκωσε, την περιέθαλψε και η Αγάπη ξαναζωντάνεψε.
Μετά η καλή γριούλα εξαφανίστηκε και η Αγάπη δεν πρόλαβε να της πει ούτε ένα ευχαριστώ.
Εκείνη την ώρα βλέπει μπροστά της μια άλλη κυρία.
-Εσύ τώρα πια είσαι;
-Η Αλήθεια και θα σε οδηγήσω σε μέρος ασφαλές.
Αφού έγιναν δυο πολύ καλές φίλες και η Αλήθεια οδήγησε την Αγάπη σε μια όμορφη πόλη που την  έλεγαν Ευτυχία, η Αγάπη ρωτά
-Αλήθεια, τώρα θα μου πεις σε παρακαλώ ποια ήταν αυτή η καλή γριούλα που με έσωσε;
-Η Πίστη.
-Και γιατί με βοήθησε η Πίστη;
-Γιατί χωρίς Αγάπη και Πίστη δε μπορείς  ποτέ να γνωρίσεις την Αλήθεια.

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Αντώνης Κρούστης
fileleftheros1966.blogspot.com

Σχόλια