Περάσαμε
πιὰ τὸ πέλαγος τῆς νηστείας τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Καὶ τώρα
στεκόμαστε μπροστὰ στὴ θύρα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὁποῦ ὀνομάζεται
Μεγάλη ὄχι διότι εἶναι μεγαλύτερη, ἢ ἔχει περισσότερες μέρες, ἀλλὰ
«ἐπειδὴ μεγάλα ἡμῖν γέγονεν ἐν αὐτῇ παρὰ τοῦ Δεσπότου κατορθώματα. Καὶ
γὰρ ἐν αὐτῇ τῇ ἑβδομάδι τῇ Μεγάλῃ, ὅπως λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἡ
χρονία τοῦ διαβόλου κατελύθη τυραννίς· ὁ θάνατος ἐσβέσθη· ὁ ἰσχυρὸς
ἐδέθη· τὰ σκεύη αὐτοῦ διηρπάγη· ἁμαρτία ἀνηρέθη· ἡ κατάρα κατελύθη· ὁ
Παράδεισος ἀνεώχθη· ὁ Οὐρανὸς βάσιμος γέγονεν· ἄνθρωποι ἀγγέλοις
ἀνεμίγησαν· τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ ἤρθη· τὸ θριγγίον περιηρέθη· ὁ τῆς
εἰρήνης Θεὸς εἰρηνοποίησε τὰ ἄνω καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς· διὰ τοῦτο Μεγάλη
καλεῖται Ἑβδομάς».
Ὄντως φοβερὰ αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος τὰ
Μυστήρια! Ὅλη ἡ ποίηση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ὅλη ἡ δόξα τῆς Ὀρθοδοξίας,
ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα πηγάζουν. Ἀπ᾿ τὸν καιρὸ πού, μαθητούδια ἀκόμη,
παίρναμε ἀπ᾿ τὸ ζεστὸ χέρι τῆς μάνας μας τὴ σύνοψη καὶ τὸ κερί, ποὺ
καθὼς ἦταν ἁγνὸ μοσκοβολοῦσε σὰν λιβάνι ὅταν ἔκαιγε, καὶ πηγαίναμε στὶς
ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου, ἢ στὶς Μεγάλες Ὧρες τῶν Παθῶν, τῆς Μεγ. Πέμπτης
καὶ τῆς Μεγ. Παρασκευῆς, ὅπου κλαίγαμε ἀπὸ καρδιᾶς μπρὸς στὸν
Ἐσταυρωμένο, καθὼς ἀποθέταμε μὲ τρέμοντα δάχτυλα τὰ παρθενικὰ
ἀγριολούλουδα, ποὺ μὲ μίαν ὁλόζεστη λαχτάρα τρέχαμε νὰ μάσουμε στοὺς
κήπους καὶ στὰ χωράφια· ἀπ᾿ τὰ μικρά μας ἐκεῖνα χρόνια, ποὺ προσμέναμε
νά ῾ρθει ἡ ἑβδομάδα τῶν Παθῶν, γιὰ νὰ δεχτοῦμε ὕστερα καὶ τὴν Ἀνάσταση,
μέχρι τὰ γηρατειά μας τὰ βαθιά, αὐτὴ ἡ Ἑβδομάδα εἶναι ποὺ μᾶς κρατάει
συντροφιὰ μὲ τὸν πόνο της, μὲ τὰ δάκρυά της, μὲ τὴ λύπη της, ἀλλὰ καὶ μὲ
τὴ χαρὰ καὶ τὴν εὐφροσύνη τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ἀκολουθεῖ.
Κι αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη φιλοσοφία τῆς
ζωῆς, ποὺ ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας τὴν δίνει μὲ τὸν πιὸ ὡραῖο, ἁπλὸ καὶ
κατανυκτικὸ τρόπο στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Καὶ εἶναι ἀλήθεια, ὅτι αὐτὴ ἡ
φιλοσοφία, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ θεολογία τοῦ Σταυροῦ, δὲν θὰ
μπορέσει ποτὲ κανεὶς νὰ τὴν ἀφομοιώσει καὶ νὰ τὴν κατανοήσει ἔξω ἀπὸ
τὸν ἐκκλησιαστικὸ περίβολο, ἔξω ἀπὸ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὁ Σταυρὸς ἢ ἡ
Μεγάλη Ἑβδομάδα γίνεται λογοτεχνία, γίνεται θέατρο ἢ κινηματογράφος,
γίνεται στοχαστικὴ διάλεξη ἢ δημοσιογραφικὸ ἄρθρο, γίνεται εὐκαιρία γιὰ
νὰ δοκιμάσει κανεὶς τὶς ἱκανότητές του μ᾿ ἕναν τρόπο – ὁποιοδήποτε –
ἐπάνω σ᾿ ἕνα σοβαρὸ θέμα. Καὶ μόνο μέσα ἀπὸ τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες καὶ τὴ
λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ φτάσει στὴν
κορφὴ τῆς πνευματικῆς φιλοσοφίας καὶ στὴ δόξα τῆς Ἀναστάσεως,
ἀνεβαίνοντας τὸν ἀνηφορικὸ δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ καὶ περνώντας πνευματικὰ
μέσα ἀπὸ τὴν ἀγωνία τῆς Σταυρώσεως.
Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός, ὅλη τὴν Ἑβδομάδα
ἔχει ἕνα μεγάλο δρόμο νὰ ὁδοιπορήσει. Μεγάλο, ὄχι μὲ τὶς ἐξωτερικές,
ἀλλὰ μὲ τὶς ἐσωτερικὲς διαστάσεις. Ἕνα δρόμο, ποὺ περπάτησε ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός. Ναί, κι ἂς μὴ φανεῖ σὲ κανέναν αὐτὸ τὸ πράγμα παράδοξο. Ἂν δὲν
«συμπορευθῶμεν αὐτῷ καὶ συσταυρωθῶμεν», δὲν θὰ μπορέσουμε οὔτε τὴ
Μεγαλοβδομάδα νὰ νιώσουμε, οὔτε καὶ στὴν Ἀνάσταση νὰ φτάσουμε μαζί του.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ δρόμο, ποὺ βρίσκεται πάντα κάτω ἀπ᾿ τὴ σκιὰ τοῦ Σταυροῦ, καὶ
ἀντικρύζει στὸ βάθος τὸ φωτεινὸ λόφο τῆς Ἀναστάσεως, οἱ ἅγιοι Πατέρες
ἔβαλαν μερικὰ σημάδια σὰν ὁρόσημα, ποὺ μᾶς βοηθοῦν κι αὐτὰ μ᾿ ἕναν
εἰδικὸ τὸ καθένα τρόπο, γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό μας.
Μεγάλη Δευτέρα – Ὁ Νυμφίος
Ὁ ἔρωτας εἶναι τὸ σῆμα κατατεθὲν τῆς
ἐποχῆς μας. Ὅπου κι ἂν σταθεῖ κανείς, ὅπου κι ἂν βρεθεῖ, γι᾿ αὐτὸν θ᾿
ἀκούσει νὰ μιλᾶνε. Τραγούδια, ταινίες, θέατρο, λογοτεχνία, διαφημίσεις,
μικροί, μεγάλοι, ζωγραφικὴ καὶ μαγειρική, τὸν ἔρωτα ὑμνοῦν, τὰ πάθη τοῦ
ἔρωτα περιγράφουν, τὴν μυστηριώδη δύναμη ποὺ ἕλκει τοὺς ἀνθρώπους καὶ
τοὺς κάνει νὰ μὴν μποροῦν νὰ ζήσουν ὁ ἕνας χωρὶς τὸν ἄλλο. Τόσο ποὺ νὰ
ἀναρωτιέται κανείς, ἂν ὄντως ἡ ὕπαρξή μας δὲν μπορεῖ μὲ ἄλλο τρόπο νὰ
σταθεῖ, νὰ ζήσει. Γιατὶ ὁ ἔρωτας προβάλλεται ὡς ὁ μοναδικὸς τρόπος ζωῆς.
Ὁ ἄλλος εἶναι ἐκεῖνο τὸ ἰδιαίτερο
στοιχεῖο ποὺ λείπει, τὸ συμπλήρωμα, τὸ μισό. Καὶ χωρὶς τὸ μισὸ ὁ
ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει ὁλόκληρος καὶ πληρωμένος βιωματικά. Γι᾿
αὐτὸ ὅλοι σχεδὸν οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται σὲ μία διαρκῆ ἀναζήτηση τοῦ
ἄλλου, προσπαθοῦν νὰ καλύψουν τὸ κενὸ ποὺ αἰσθάνονται μέσα ἀπὸ τὴν
κοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Αὐτὴ ἡ δίψα γιὰ κοινωνία εἶναι τελικὰ
ἕνα ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἀνθρώπου, ὑποδηλώνει τὴν αὐτοσυνειδησία
τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἑτερότητα, μία ἑτερότητα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ,
παρὰ μόνο σὲ ἀναφορὰ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου.
Αὐτὴ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀναζήτηση τοῦ
ἄλλου προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας αὐτὲς τὶς μέρες, πέρα ἀπὸ ὁ,τιδήποτε. Ὁ
Νυμφίος Χριστὸς εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἀλλιώτικος Ἄλλος, ὁ ὁποῖος πλησιάζει ἐν
τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, στέκεται ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας, κτυπᾶ
καὶ περιμένει νὰ τοῦ ἀνοίξουμε. Περιμένει νὰ τὸν ἀφήσουμε νὰ μπεῖ στὴν
καρδιά μας, νὰ τὴν πληρώσει καὶ νὰ μᾶς δώσει ἐκείνη τὴ γνησιότητα
καρδιᾶς, αἰσθημάτων καὶ αἰωνιότητας, νὰ μᾶς δώσει τὸ ἔπαθλο τοῦ ἔρωτά
του, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴ σωτηρία!
Μακάριος ὅποιος τοῦ ἀνοίξει. Γιατὶ θὰ
μάθει ὅτι κοινωνεῖ τὴ ζωή. Καὶ ἡ ζωὴ δὲν κοινωνεῖται μὲ τὰ πάθη, ἀλλὰ μὲ
τὸ πάθος, δηλαδὴ μὲ τὴ θυσία γιὰ τὸν ἄλλο. Κι εἶναι ἐκεῖνος ὁ πρῶτος
Ἄλλος, ὁ ὁποῖος ὑπέστη τὸ πάθος γιὰ τὴν ξεχωριστὴ ὕπαρξη τοῦ καθενὸς ἀπὸ
μᾶς. Καὶ μᾶς δείχνει τὸ δρόμο. Ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ κοινωνήσεις γνήσια μὲ
τὸν ἄλλο, δὲν μπορεῖ ὁ ἄλλος νὰ γίνει τὸ συμπλήρωμά σου, οὔτε ἐσὺ τὸ
δικό του, ἂν δὲν ὑποστεῖς τὸ πάθος.
Κοινωνία δὲν ἐπιτυγχάνεται μέσα στὴν
ἁμαρτία, ἀλλὰ μὲ τὴ θυσία τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς κακίας. Κοινωνία δὲν
ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ συμφέρον, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ ὑπερβαίνει τὸ
συμφέρον. Κοινωνία δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν γαστριμαργία τοῦ
καταναλωτισμοῦ, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ νηστεία. Κοινωνία δὲν
ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴ δουλεία στοὺς διαμορφωτὲς τοῦ νοῦ, ἀλλὰ μὲ τὴν
ἐλευθερία νοῦ καὶ ψυχῆς. Κοινωνία δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ λεκιασμένη
συνείδηση, ἀλλὰ μὲ μετανοημένη πορεία.
Αὐτὸς ὁ Ἄλλος ἔρχεται ξανὰ καὶ ξανὰ στὴ
ζωή μας. Δὲν εἶναι μόνο τὸ Πάσχα. Ξέρει ὅτι ἡ καρδιά μας δὲν ἔχει καὶ
πολλὰ περιθώρια ἀνοίγματος, ἀλλὰ ἐπιμένει. Ἐπιμένει μὲ τὴ φλόγα τοῦ
ἐρωτευμένου, ὁ ὁποῖος ὑπερνικᾶ κάθε ἐμπόδιο προκειμένου νὰ φτάσει στὸ
πρόσωπο ποὺ ἀγαπᾶ. Καὶ ἀφιερώνει «ὄττω ἔραται» τὸ πάθος Του καὶ
περιμένει τὴ δική μας δίψα γιὰ γνήσια κοινωνία. Κι ὅπως ὁ ἐρωτευμένος
ξεκινᾶ ἔστω ἀπὸ μία ἁπλὴ ματιὰ ἢ ἕνα χαμόγελο τοῦ προσώπου ποὺ ἀγαπᾶ,
ἔτσι κι ὁ Νυμφίος θέλει ἕνα μικρὸ τόπο στὴν καρδιά μας. Γιὰ νὰ τὴν κάνει
νὰ πλημμυρίσει ἀπὸ μία γεύση διαφορετική. Τὴ γεύση τῆς Βασιλείας Του.
Μεγάλη Τρίτη – Ἡ Μυροφόρος
«Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις
περιπεσοῦσα γυνή,…, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρὸ
τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει». Τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς δεσπόζει στὴν
ἀκολουθία τῆς Μ. Τρίτης. Μία γυναίκα ἁμαρτωλή, πόρνη σώματι,
καταλαβαίνοντας τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται, ἀναλαμβάνει τὸ ρόλο
τῆς Μυροφόρου, καὶ φέρνει στὸ Χριστὸ μύρα, πρὶν ἀπὸ τὸν ἐνταφιασμό Του.
Μὲ μία συγκλονιστικὴ χειρονομία ἀγάπης, σιωπηλή, ἀλείφει μὲ μύρο τὰ
πόδια τοῦ Κυρίου, καὶ τὰ σκουπίζει μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὰ μαλλιά της,
δείχνοντας μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν ἔμπρακτη μετάνοιά της, τὴν ὁποία ὁ
Κύριος κάνει ἀποδεκτή!
Μυροφόρος ἡ πόρνη γυναίκα, στὴν ψυχὴ τῆς
ὁποίας παρέμεινε ἡ εὐαισθησία καὶ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας.
Δάκρυα, μύρα, ταπείνωση, ἀνακατεύονται μὲ τὰ αἰσθήματα ἀγάπης πρὸς
Αὐτόν, ὁ ὁποῖος τὴν λυτρώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δὲν μιλᾶ, μονάχα πράττει.
Δὲ φωνάζει ὅτι ἀγαπᾶ, μονάχα προσφέρει, δὲν δηλώνει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή,
μονάχα μετανοεῖ, δὲν φοβᾶται τὴν κατακραυγή, προέχει ἡ σωτηρία, δὲν
μένει νὰ χαρεῖ γιὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μόνο εἰσέρχεται στὸ ταμιεῖον της,
γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ἐφ᾿ ὅρου ζωῆς ἔχει ἕνα ἀβάσταχτο χρέος
ἀγάπης, συναίσθησης τῆς εὐεργεσίας καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Κύριο!
Μυροφόρος εἶναι καὶ ἡ στάση κάθε ψυχῆς
ποὺ νιώθει ὅτι δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γι᾿ αὐτήν. Κάθε
ἄνθρωπος ἄλλωστε ζεῖ μὲ ἄλλες ἀγάπες, ἔξω ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Τὶς
περισσότερες φορὲς μάλιστα θεωρεῖ πὼς αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι φυλακή,
καταναγκασμός, περιορισμός! Ἐπαναστατεῖ ἐναντίον Του καὶ ζητᾶ τὴν
ἐλευθερία Του, ὅπως τὸ παιδὶ ποὺ στρέφεται ἐναντίον τοῦ γονιοῦ του.
Βρίσκει ἄλλες ἀγάπες, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ βρεῖ τὴ γνήσια καὶ
μοναδικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!
Ὅταν λοιπὸν νιώθει ὅτι αὐτὴ τοῦ λείπει,
ξεκινᾶ τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Σιωπηλά, διότι τὰ θαύματα γίνονται στὴ
σιωπή· μυστικά, διότι ἡ ἐλπίδα μυστικὰ κυοφορεῖται· μὲ τόλμη, ἐνώπιον
ὅλων, διότι γνωρίζει ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπορρίπτει, ἀλλὰ χαίρεται μὲ τὴν
ἐπιστροφὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὁ ἄνθρωπος ποὺ νιώθει αὐτὴ τὴν ἀκρότατη
ἐπιθυμία νὰ ξαναβρεῖ τὴ ζωή, ἀναλαμβάνει μυροφόρου τάξιν καὶ φέρνει τὰ
δικά του μύρα στὸ Χριστό!
Ἀρνεῖται τὴν κακία καὶ προσφέρει τὴ
θυσία, ἀρνεῖται τὴ σκληρότητα καὶ προσφέρει τὸ δάκρυ, ἀρνεῖται τὸν
ἐγωισμὸ καὶ προσφέρει τὴν ταπείνωση, ἀρνεῖται τὰ πάθη καὶ προσφέρει τὴν
ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς γιὰ κοινωνία μὲ τὸ Χριστό, ἀρνεῖται ὅ,τι ψεύτικο
ἀγαποῦσε καὶ σιωπηλὰ ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Λυτρωτὴς εἶναι Αὐτὸς πού, χωρὶς νὰ
τὸν ἀποκόψει ἀπὸ τὴ ζωή του, θὰ τοῦ δώσει νέο νόημα σ᾿ αὐτήν!
Ἡ ἀντίδραση τοῦ Χριστοῦ στὴν πράξη τῆς
μυροφόρου εἶναι ἡ ἴδια ὅπως καὶ σὲ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή. Εἶναι ἡ σιωπηλὴ
ἀποδοχὴ τοῦ μύρου, τῆς πράξης, τοῦ ἀδειάσματος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς
εὐωδίας τῆς ἀγάπης! Ὁ Χριστὸς μάλιστα δὲν δέχεται τὴν ἀντίδραση τῶν
ἄλλων -ἀνάμεσά τους καὶ τῶν μαθητῶν του-, οἱ ὁποῖοι διαμαρτύρονται
ὑποκριτικὰ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ μύρου ποὺ σπατάλησε ἡ μυροφόρος. Ἔτσι
ἄλλωστε διαμαρτύρονται ὅσοι θεωροῦν ὅτι μόνο ἡ ἐξωτερικὴ καθαρότητα
ἀποτελεῖ τὴν ἀπόδειξη τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς, ὅμως ὁ Χριστὸς δέχεται τὴν
ὁλοπρόθυμη καρδιακὴ ἀλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι τὴν ἐπίπλαστη ἀποδοχὴ
τῶν λόγων Του!
Οἱ σλυγχρονοι καιροὶ μᾶς μιλοῦν μὲ λόγια,
μὲ ψέματα, μὲ ἐπιφάνειες. Ὁ Χριστὸς προσφέρει ἀγάπη, οὐσία, σωτηρία.
Ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀναλάβουμε μυροφόροι στὸ πρόσωπό Του. Τότε
τὰ δάκρυα τῆς λύπης θὰ μεταμορφωθοῦν στὴν πιὸ γλυκιὰ χαρά, αὐτὴ τῆς
ἀποδοχῆς μας ὅπως εἴμαστε, αὐτὴ τῆς εὕρεσης τῆς γνήσιας κοινωνίας καὶ
τῆς ἀγάπης ἀπὸ ἕναν Θεὸ ποὺ δὲν ἀπορρίπτει, ἀλλὰ σῴζει ἄνθρωπο καὶ
κοινωνία!
Μεγάλη Τετάρτη - Ὁ Νιπτήρας
«Ταπεινούμενος δι᾿ εὐσπλαχνίαν, πόδας
ἔνιψας τῶν μαθητῶν σου, καὶ πρὸς δρόμον θεῖον τούτους κατεύθυνας». Μ᾿
αὐτὴ τὴ φράση ἀποτυπώνεται μία ἀπὸ τὶς κορυφαῖες σκηνὲς ταπείνωσης στὴ
ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, μία ἀφάνταστα παράξενη εἰκόνα γιὰ ἕναν διδάσκαλο, ἕναν
ἡγέτη, κάποιον ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐξουσιάζει γῆ καὶ οὐρανό! Ὁ Χριστὸς
σκύβει καὶ πλένει τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του καὶ μάλιστα ἀρνεῖται
ὁποιαδήποτε συζήτηση σχετικὰ μὲ τὴ σκοπιμότητα τῆς πράξης. Ὁ Πέτρος, ἂν
δὲν δεχτεῖ τὴν νίψη, δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸν Κύριο, ἀποκόβεται,
γιατὶ στὸ ὄνομα τῆς ἀρνήσεως τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς προσφορᾶς, βιώνει
τὴν κυριαρχία τοῦ ἐγωισμοῦ, ποὺ ἀπορρίπτει τὴν προσφορά!
Εἶναι παράξενο γιὰ τοὺς ἡγέτες τῆς κάθε
ἐποχῆς νὰ συμπεριφέρονται ἐν ἁπλότητι. Συνοδευόμενοι ἀπὸ τοὺς
σωματοφύλακες, τοὺς ἰσχυρούς, αὐτοὺς ποὺ τοὺς στηρίζουν, ἠχοῦν στ᾿ αὐτιὰ
τοὺς ἀπελπιστικὰ χωρὶς ἀντίκρισμα φράσεις ὅπως «οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι,
ἀλλὰ διακονῆσαι», «ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γενέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ
ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν». Ἔχοντας μάθει νὰ ἐξουσιάζουν, νὰ παραδίδουν μὲ
πολλὴ δυσκολία τὴν ἐξουσία ἢ νὰ γαντζώνονται σ᾿ αὐτὴν χωρὶς διέξοδο,
δὲν μποροῦν νὰ διανοηθοῦν ὅτι πρώτιστο χρέος τοῦ ἡγέτη εἶναι νὰ ἀγαπᾶ,
νὰ προσφέρει καὶ νὰ διακονεῖ!
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἦθος καὶ ἡ πρόταση τῆς
Ἐκκλησίας στὸν κόσμο μας! Διακονεῖς ὅταν συγχωρεῖς, διακονεῖς ὅταν
ἀναλώνεσαι ἀκούγοντας τοὺς καημοὺς τοῦ ἄλλου, ὅταν τὸ ἀξίωμά σου, τὸ
χάρισμά σου, τὸ ρόλο σου δὲν τὸν χρησιμοποιεῖς γιὰ νὰ προβάλεις τὸν
ἑαυτό σου, ἀλλὰ γιὰ νὰ προσφέρεις στὸν ἄλλο, διακονεῖς ὅταν τὸ μέλημά
σου δὲν εἶναι νὰ ἐξαπατήσεις τὸν ἄλλο, ἀλλὰ νὰ τοῦ προσφέρεις τὴν
ἀλήθεια τῆς πραγματικότητας καὶ τὴν προσπάθεια μὲ σένα μπροστὰ γιὰ τὴν
ἀλλαγὴ ἐπὶ τὰ βελτίω, διακονεῖς ὅταν τὸ ἐγώ σου, τὴ νίκη σου, τὸν
θρίαμβό σου, τὸν μεταμορφώνεις σὲ θρίαμβο τῶν πολλῶν, σὲ παραίτηση ἀπὸ
τὴν ἀτομική σου αὐτάρκεια, τὴν ἀτομική σου εὐτυχία, τὴν ἀτομική σου
δόξα!
Ἂν τὸ ἦθος αὐτὸ ἔβρισκε ἀνταπόκριση σὲ
ὅλη τὴν κοινωνία, στὸ ἐπάγγελμα, τὴν πολιτική, στὴν οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ
ἐνίοτε στὴν Ἐκκλησία, τότε θὰ εἴχαμε μία μυστικὴ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου
καὶ τῆς κοινωνίας σὲ σῶμα Χριστοῦ, ὅπου τὰ μέλη θὰ ἔπασχαν τὸ ἕνα γιὰ
τὸ ἄλλο, ὅπου κανεὶς Δὲ θὰ ζητοῦσε τὰ ἑαυτοῦ ἀλλὰ ἕκαστος τὰ τοῦ ἑτέρου,
ὅπου ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση θὰ δημιουργοῦσαν τὴν συναίσθηση πῶς τὰ
πάντα στὴ ζωὴ ἔχουν ὡς σκοπὸ τὸ χαμόγελο τοῦ διπλανοῦ σου, ἀκόμα κι ἂν
αὐτὸ συνεπάγεται λιγότερο κέρδος, χαμηλότερη παραγωγικότητα, λιγότερη
ἀνάπτυξη! Γιατὶ τί νὰ τὴν κάνεις τὴν ἀνάπτυξη, ὅταν αὐτὴ κοστίζει σὲ
χαμόγελο, ἀγάπη, καθαρὴ καρδιά, ἁπλότητα, χρόνο γνήσιας ζωῆς;
Ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔνιψε τὰ
πόδια τῶν μαθητῶν Του, εἶναι καρπὸς τῆς εὐσπλαχνίας του, τῆς καρδιᾶς ποὺ
ἀγαπᾶ χωρὶς ὅρια τὸν ἄνθρωπο. Ὁδηγεῖ στὸ θεῖο δρόμο, αὐτὸ τῆς προσφορᾶς
καὶ ὄχι τῆς ἀνταμοιβῆς! Εἶναι ἕνα ἦθος σπάνιο καὶ δυσεύρετο, γιατὶ ἡ
εὐτυχία σήμερα μετριέται μὲ τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωισμοῦ! Ὅλη
ἡ πορεία τοῦ Ναζωραίου δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ ταπείνωση. Κι ὅσοι τὸν
ἀκολουθοῦν, αὐτὸ τὸ δρόμο ἀκολουθοῦν!
Ἂν ἡ θρησκευτικότητα σήμερα ἀποτυγχάνει
νὰ ὁδηγήσει τὴν πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων στὴ γνήσια πίστη, αὐτὸ ὀφείλεται
καὶ στὸ γεγονὸς ὅτι δὲ φαίνεται κανεὶς νὰ νίπτει τὰ πόδια τοῦ κόσμου,
νὰ τοῦ προσφέρεται ὁλόψυχα, χωρὶς νὰ διατάζει, νὰ διακονεῖ χωρὶς νὰ
ἐξουσιάζει! Ἴσως, γιατὶ ἡ ταπείνωση δὲν φωνάζει, ὅπου κι ἂν ὑπάρχει! Καὶ
εἶναι σίγουρο ὅτι ὑπάρχει! Ἄλλωστε, χάρις σ᾿ αὐτὴ τὴν κρυμμένη διακονία
ζεῖ αὐτὸ τὸ μικρὸ λείμμα ποὺ θὰ παλεύει γιὰ τὴν μεταμόρφωση τοῦ κόσμου!
Καὶ θὰ σκουπίζει μὲ τὸ λέντιο τῶν δακρύων καὶ τῆς προσευχῆς τὰ
κουρασμένα πόδια ὅσων πορεύονται στὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς! Γιὰ νὰ ἀφήσει νὰ
σταλάζει στὶς κουρασμένες καρδιὲς τὸ κρυμμένο ἐκεῖνο χαμόγελο τῆς ἀγάπης
καὶ τῆς ἐλπίδας! Ὅπως ἀκριβῶς τὸ δικό Του!
Συνεχίζεται...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση...και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις, προσβλητικά, υποτιμητικά και υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Η φιλοξενία και οι αναδημοσιεύσεις άρθρων τρίτων, τα σχόλια και οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά. Προειδοποίηση: Περιεχόμενο Αυστηρώς Ακατάλληλο για εκείνους που νομίζουν ότι θίγονται προσωπικά στην ανάρτηση κειμένου αντίθετο με την ιδεολογική τους ταυτότητα ή άποψη, σε αυτούς λέμε ότι ποτέ δεν τους υποχρεώσαμε να διαβάσουν το περιεχόμενο του ιστολογίου μας.