Πολλοί νέοι έλληνες μετανάστες στη Γερμανία είναι δύο φορές θύματα: της
κρίσης και της εκμετάλλευσης. Αυτό ισχυει κυρίως για όσους δεν έχουν
προετοιμαστεί σωστά για τη μεγάλη απόφαση και δεν γνωρίζουν τη γλώσσα.
Τότε ήξεραν πριν ξεκινήσουν ότι θα τους περίμενε κάποιος στο σιδηροδρομικό σταθμό για να τους υποδεχτεί, ότι θα είχαν σπίτι, ασφάλεια και πάνω από όλα δουλειά με συγκεκριμένες απολαβές βάσει συμβολαίου.
Οι νέοι μετανάστες δεν έχουν πάντα την ίδια τύχη. Όποιοι έρχονται με πτυχία και γνωρίζουν τη γλώσσα, όχι μόνο πέφτουν στα μαλακά, αλλά είναι ευπρόσδεκτοι. Ιδίως όσοι διαθέτουν πολύ ψηλά ακαδημαϊκά προσόντα και σημαντική επαγγελματική εμπειρία και προϋπηρεσία απορροφώνται άμεσα από τη γερμανική αγορά εργασίας σε περίοπτες θέσεις σε νοσοκομεία, σε επιχειρήσεις ή σε πολυεθνικές εταιρείες.
«Σε πιάνουν όλοι στην ανάγκη»
Νίκος Αθανασιάδης: τους πέταξαν έξω από το σπίτι.
Τα προβλήματα αναφύονται στους επαγγελματικά ανειδίκευτους,
καθώς και σε όσους έρχονται στη Γερμανία χωρίς κάποια μόρφωση και
γνώσεις γερμανικών, νομίζοντας ότι έρχονται στη «γη της επαγγελίας» και
υπάρχει ψωμί για όλους. Αυτή η κατηγορία των νεο-μεταναστών μπορεί να
πέσει πολύ εύκολα θύμα εκμετάλλευσης. Η πρώτη πόρτα που χτυπούν συνήθως
για δουλειά είναι στα εστιατόρια, ιδιαίτερα στα ελληνικά εστιατόρια σε
πρώτη φάση. Οι εμπειρίες τους δεν είναι πάντα θετικές: ημερομίσθια
πείνας και χωρίς ασφάλεια, άθλια καταλύματα κατά ομάδες, ατέλειωτες ώρες
εργασίας. Οι περισσότεροι παθόντες δεν θέλουν να μιλήσουν, δεν θέλουν
να αναφέρουν ούτε το όνομά τους ή το όνομα του εστιατορίου γιατί
φοβούνται τις απειλές των πρώην εργοδοτών τους. Υπάρχουν όμως και οι
εξαιρέσεις.
Μια τέτοια βρήκαμε στο Βερολίνο. Είναι ο Πέτρος. Αλλάξαμε το όνομά του και «σβήσαμε» τα ονόματα των ελληνικών εστιατορίων, στα οποία αναζήτησε εργασία. Πώς ήρθε στο Βερολίνο ο Πέτρος; Τυχαία, ήταν απόφαση της στιγμής. Με τη γυναίκα του, την κόρη του ενός χρονών και μια βαλίτσα ελπίδες. Πρώτος σταθμός το σπίτι κάποιου γνωστού. Και μετά η αναζήτηση μέσω αγγελιών για δουλειά σε ελληνικά εστιατόρια. «Στο πρώτο που πήγα ήταν το …, στο….. Zητούσε κάποιο βοηθό στην κουζίνα. Πήγα από εκεί, μου είπε για 45 ευρώ το 8ωρο - γιατί άλλα σου λένε στην αρχή κι αλλά στη συνέχεια - μετά μου λέει, ότι δεν χρειάζονταν συγκεκριμένα κάποιον για κάποια συγκεκριμένη δουλειά, απλά να είναι ένας για όλες τις δουλειές, δηλαδή και στα τηγάνια και στη λάντζα και σε όλο το μαγαζί. Και πάλι είπα δεν πειράζει. Μετά από 12 ώρες εργασίας πήγα να του πω να μου δώσει το μεροκάματο. Μου λέει ότι η πρώτη μέρα στη δουλειά είναι δοκιμαστική στη Γερμανία και δεν πληρώνεται. Λογικό είναι να τρελάθηκα εκείνη τη στιγμή. Άρχισα και φώναζα. Στο τέλος πάντως, μου λέει, ως πρώτη μέρα που δεν γνωρίζεις τη δουλειά, θα σου δώσω μόνο 20 ευρώ. Έφυγα από αυτόν πήγα να δουλέψω κάπου αλλού, πάλι από αγγελία, μέσω γνωστών και φίλων. Πήγα στο … που είναι κάπου στο βορειοανατολικό Βερολίνο για 45 ευρώ την ημέρα, πάλι 8ωρο. Μετά το αλλάζει, γίνεται 12ωρο, και επιπλέον τις Κυριακές πρέπει να πηγαίνεις από τις 10 το πρωί. Αυτά τα λένε στην πορεία, δεν τα λένε πριν, όταν γίνεται η συμφωνία, γιατί σε πιάνουν στην ανάγκη ότι δεν ξέρεις τη γλώσσα, άρα αναγκαστικά θα δουλέψεις εκεί. Εννοείται ανασφάλιστος. Ή αν θα δουλέψεις για 12 ώρες, δεν θα σε ασφαλίσει για 12, ή για 8 ώρες, θα σε ασφαλίσει για 3 με 4 ώρες το πολύ».
«Σε σπηλιές στο Βερολίνο»
Μαρία Οικονομίδου: ζούσε σε σπηλιές.
Εξυπακούεται ότι δεν συμπεριφέρεται έτσι η πλειονότητα των
επαγγελματιών της εστίασης. Ωστόσο υπάρχουν και τα κρούσματα
εκμετάλλευσης. «Παγίδες» εγκυμονεί και η προσέλκυση νέων μεταναστών από
την Ελλάδα μέσω ιδιωτικών γραφείων ευρέσεως εργασίας. Οι όροι είναι μεν
πιο ελκυστικοί - καλές αποδοχές, σπίτι και φαγητό στο εστιατόριο - αλλά
πρόκειται συχνά για παγίδα. Ο Νίκος Αθανασιάδης, μέλος της Ομοσπονδίας
Ελληνικών Κοινοτήτων, μας μεταφέρει τραγικές περιπτώσεις. «Η πιο τραγική
είναι ένα ζευγάρι που το πετάξανε έξω μέσα στο κρύο, στους μείον 15
βαθμούς και τα παιδιά δεν είχανε ούτε τα απαραίτητα ρούχα, γιατί
υπολόγιζαν να έρθουν, να πληρωθούν και να πάνε να ψωνίσουν. Δεν γνώριζαν
τέτοιο χειμώνα, πρώτη φορά βγήκαν στο εξωτερικό, ένας μάλιστα δεν είχε
δει χιόνι στη ζωή του. Η άλλη περίπτωση ενός παιδιού το οποίο βασικά
έμπλεξε με δικαστήρια, έγινε καταζητούμενος, επενέβη η ομοσπονδία με τον
νομικό της σύμβουλο και το βοηθήσαμε το παιδί, Μια άλλη περίπτωση μιας
κυρίας, έγινε πρόσφατα το καλοκαίρι: πάλι το ίδιο, την πετάξανε στο
δρόμο κι αυτήν. Μας πήρε τηλέφωνο, πήγαμε, μιλήσαμε και με τον
εστιάτορα, τελικά συμφωνήσαμε σε ένα μικρό ποσό, ούτως ώστε να έχει
κάποια χρήματα όχι για να πάρει το εισιτήρια επιστροφής, αλλά να κινηθεί
λίγο, να πάρει να φάει κάτι. Δεν είχε να φάει τίποτα».
Η Μαρία Οικονομίδου είναι συντονίστρια στο Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Βερολίνου, τον κατεξοχήν χώρο συνάντησης παλαιών με νέους μετανάστες. Η οικεία ατμόσφαιρα λύνει τις γλώσσες, που περιγράφουν ιστορίες πέρα από τη φαντασία. «Είχα συνοδεύσει σε κάποια φάση έναν βοσκό, που τον είχαν φέρει εδώ. Ο άνθρωπος φυσικά δεν είχε καμιά αίσθηση, ούτε του τόπου, αλλά ούτε του χρόνου, στον οποίο ζούσε. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι για να τον βοηθήσω, ο άνθρωπος έπεσε θύμα εκμετάλλευσης, ζούσε σε κάτι σπηλιές - ναι το Βερολίνο έχει σπηλιές, έτσι έμαθα κι εγώ ότι έχει σπηλιές - και προσπαθούσε να συντηρηθεί κατά κάποιον τρόπο».
Πόσοι είναι αυτοί που πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης; Σύμφωνα με το Γενικό Προξενείο του Μονάχου, πόλη που δέχεται τους περισσότερους νέους μετανάστες, μόνο κατά προσέγγιση μπορεί να γίνει ο υπολογισμός. Στη Βαυαρία πρέπει να είναι γύρω στους χίλιους, σε ολόκληρη τη Γερμανία γύρω στους 5.000 για το 2011 και το 2012. Τα περισσότερα θύματα εκμετάλλευσης δεν απευθύνονται στις ελληνικές αρχές για βοήθεια. Όσοι απευθύνονται, ζητούν να καταγγελθεί το περιστατικό στην αστυνομία, καταγγελία που θα πρέπει να γίνει επώνυμα. Ο επαναπατρισμός είναι μια άλλη δύσκολη πτυχή, γιατί τα κατά τόπους προξενεία δεν διαθέτουν σχετικά κονδύλια. Η πρακτική που ακολουθεί το Γενικό Προξενείο του Μονάχου είναι σε δύο κατευθύνσεις: από τη μια υποδεικνύει φτηνούς τρόπους επιστροφής στην Ελλάδα, από την άλλη γνωστοποιεί στους παθόντες ότι υπάρχει διαδικασία δανεισμού από το ελληνικό δημόσιο για την κάλυψη των εισιτηρίων, εφόσον βέβαια είναι φορολογικά καταγεγραμμένοι στην Ελλάδα.
Ψύχραιμη στάθμιση
Τι θα πρέπει να προσέχουν όσοι αναζητούν εργασία στη Γερμανία; «Καταρχήν, να μη διανοηθούν καν να έρθουν, εάν δεν έχουν επαρκή γνώση της γλώσσας», υπογραμμίζει με έμφαση ο κ. Αθανασιάδης από την Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων. «Η παρουσία κάποιου συγγενή ή φίλου διευκολύνει πολύ. Έχει ακουστεί ότι οι Γερμανοί μοιράζουν λεφτά με το που γράφεται κάποιος στο γραφείο εργασίας. Αυτό δεν γίνεται αμέσως, αλλά μετά από 3 μήνες. Προσοχή σε αγγελίες μέσω διαδικτύου ή στις εφημερίδες που υπόσχονται παχυλούς μισθούς και ποτέ χρήματα προκαταβολή σε κανέναν για τα αεροπορικά εισιτήρια. Είναι 100% βέβαιο ότι τα χρήματα αυτά θα χαθούν». Πολύ σημαντική είναι και η επικοινωνία με τα κατά τόπους ελληνικά προξενεία πριν πάρει κάποιος τη μεγάλη απόφαση να μεταναστεύσει στη Γερμανία. Έχουν τον τρόπο να κατευθύνουν σωστά τους ενδιαφερόμενους.
Σημαντική στήριξη δίνεται και από τις ελληνικές κοινότητες σε πολλές πόλεις της Γερμανίας με τη δική τους ομάδα εθελοντών, που συνοδεύει τους νέους μετανάστες στις υπηρεσίες για να διευθετήσουν μαζί τη γραφειοκρατική διαδικασία. Αλλά ίσως τότε να είναι ήδη πολύ αργά. Χρειάζεται ψυχραιμία στη στάθμιση των παραγόντων που ωθούν κάποιον να αφήσει πίσω του την κρίση. Δεν πρέπει να είναι απόφαση στιγμής, αλλά απόφαση ζωής…
Ειρήνη Αναστασοπούλου, Deutsche Welle
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση...και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις, προσβλητικά, υποτιμητικά και υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Η φιλοξενία και οι αναδημοσιεύσεις άρθρων τρίτων, τα σχόλια και οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά. Προειδοποίηση: Περιεχόμενο Αυστηρώς Ακατάλληλο για εκείνους που νομίζουν ότι θίγονται προσωπικά στην ανάρτηση κειμένου αντίθετο με την ιδεολογική τους ταυτότητα ή άποψη, σε αυτούς λέμε ότι ποτέ δεν τους υποχρεώσαμε να διαβάσουν το περιεχόμενο του ιστολογίου μας.