Μ. Σμάγκι: Η Γερμανία εξέταζε... Grexit

Το πρώην μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι, ο οποίος παρέμεινε στο συγκεκριμένο θώκο από το 2005 έως τα τέλη του 2011 παραδέχεται ότι η γερμανική κυβέρνηση όχι μόνον δεν απέκλειε ένα grexit αλλά εξέταζε σοβαρά το σενάριο, εξηγώντας ωστόσο παράλληλα πως η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα
ουδέποτε πίεσε προς αυτή την κατεύθυνση.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην κυριακάτικη "Καθημερινή", ο κ. Σμάγκι αναφέρει χαρακτηριστικά επ αυτού:
 
 "Η ΕΚΤ παρείχε σταθερά ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες και θα συνέχιζε να το κάνει έως ότου αποφάσιζαν διαφορετικά οι πολιτικές αρχές. Η γερμανική κυβέρνηση όντως εξέταζε την πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας, ιδιαίτερα μετά την προκήρυξη δημοψηφίσματος από τον Ελληνα πρωθυπουργό και εξαιτίας της συνεχούς απόπειρας επαναδιαπραγμάτευσης των όρων του δανεισμού από την Ελλάδα".

Κληθείς ωστόσο να απαντήσει στο γιατί και το πότε εγκαταλείφθηκε η ιδέα για την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, ανέφερε: "Συνειδητοποίησαν ότι κάτι τέτοιο θα επιδρούσε ιδιαίτερα αρνητικά σε πολιτικό επίπεδο για τη Γερμανία και τον ρόλο της στην Ευρώπη - ότι, δικαίως ή αδίκως, θα εθεωρείτο εκείνη υπεύθυνη για την έξωση της Ελλάδας" επιβεβαιώνοντας ότι οι πολιτικές επιπτώσεις έπαιξαν μεγαλύτερο ρόλο στην απόφαση της Γερμανίας από την οικονομική πτυχή.

"Η στάση της Γερμανίας άλλαξε μετά τις δεύτερες εκλογές στην Ελλάδα, όταν οι Ελληνες επέλεξαν να παραμείνουν στην Ευρωζώνη και να κάνουν αυτά που έπρεπε για να διασφαλίσουν την επιλογή αυτή" είπε χαρακτηριστικά.

Αναφορικά με την τακτική των απειλών που ζητούσαν κόμματα στην Ελλάδα να ακολουθήσει η Κυβέρνηση, ο κ. Σμάγκι, επισημαίνει πως: "Οι απειλές δεν είναι ποτέ καλή στρατηγική στην Ευρώπη, καθώς υπονομεύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των εταίρων. Είναι ιδιαίτερα κακή στρατηγική όταν οι απειλές δεν είναι αξιόπιστες: οι Ελληνες θα υπέφεραν βαρύτατα από μία έξοδο, ειδικά οι πιο φτωχοί, των οποίων οι αποταμιεύσεις θα εξανεμίζονταν από τον υπερπληθωρισμό που θα συνόδευε το νέο νόμισμα. Επιπλέον, οι όροι του ελληνικού προγράμματος έχουν αναθεωρηθεί επανειλημμένως. Αν ερχόταν μία κυβέρνηση και ζητούσε νέα αναθεώρηση υπό την απειλή μονομερών ενεργειών, αυτό σίγουρα θα ανάγκαζε τους εταίρους να θέσουν κόκκινες γραμμές. Αλλιώς, οι απαιτήσεις επαναδιαπραγμάτευσης δεν θα τέλειωναν ποτέ".

Επιβεβαιώνει ωστόσο - γεγονός που αναφέρει και στο βιβλίο του "πεθαίνοντας από τη λιτότητα"- πως :

"Μεγάλο μέρος του προγράμματος δεν εφαρμόστηκε - ειδικά οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Επιπλέον, η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν πιο επώδυνη απ’ ό,τι χρειαζόταν γιατί η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να καταπολεμήσει επιτυχώς τη φοροδιαφυγή μέσω της καταγραφής των περιουσιακών στοιχείων και της ακίνητης περιουσίας των πολιτών".

Για το δια ταύτα της ορθότητας του ελληνικού προγράμματος, δηλώνει: "Αν υπήρξε κάποιο λάθος στον σχεδιασμό, αφορούσε την υποτίμηση του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι ο σχεδιασμός είναι κι αυτός προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ της κυβέρνησης και των επίσημων δανειστών. Η κυβέρνηση της Ελλάδας ήταν αυτή που αποφάσιζε ποιους φόρους να αυξήσει και ποιες δαπάνες να μειώσει. Αυτό που είχε σημασία για την Ευρώπη και το ΔΝΤ ήταν το τελικό αποτέλεσμα σε σχέση με τη μείωση του ελλείμματος. Το ερώτημα σχετικά με το πρόγραμμα πρέπει να είναι: ποια ήταν η εναλλακτική λύση;".

Σύμφωνα με το πρώην μέλος της ΕΚΤ: "Το θέμα της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων έκανε μεγάλη ζημιά. Αν ξοδεύεις δημόσιους πόρους για να κερδίσεις τις εκλογές και μετά πληρώνει η Ευρώπη τα σπασμένα, αυτό δημιουργεί μεγάλα ζητήματα εμπιστοσύνης με τους εταίρους. Δεν μπορεί να γίνει ανεκτό. Και η Ελλάδα, φυσικά, μπόρεσε να το κάνει αυτό εξαιτίας της αποτυχίας της Eurostat λίγα χρόνια νωρίτερα να αποκτήσει μεγαλύτερη δυνατότητα παρέμβασης στα εθνικά στατιστικά στοιχεία, κυρίως λόγω της αντίθεσης της Γερμανίας και της Γαλλίας".

http://www.capital.gr/NewsTheme.asp?id=1875378


Πηγή:www.capital.gr

Σχόλια