Τω γνωστώ…Λαζοπούλω (τελευταίο)

Του Θανάση Νικολαΐδη

ΔΕΝ χόρτασε το χειροκρότημα. Χαζογελούσαν «καλεσμένοι», χαχάνιζαν ασταμάτητα κυράτσες στην πρώτη γραμμή του «Τσαντιριού», χειροκροτούσαν…σχολεία, ξεσάλωνε ο Λάκης. Ωστόσο, το κενό μέσα του μεγάλωνε και μια σκέψη περνάει απ’ το μυαλό του. «Κάτι άλλο γράφω πέρα κι έξω από χάχανα, το φιλτράρω
μη μείνει ψήγμα δημόσιας αιδούς και τηλεοπτικής αλητείας, κλείνω το στόμα της ασύλληπτης χυδαιολογίας μου και ανοίγει ο δρόμος για το Eθνικό».
ΕΤΣΙ (μπορεί να σκέφθηκε) ο κ. Λαζόπουλος και το έργο του «Τω αγνώστω τραγωδώ» πήρε τον δρόμο του. Δίπλα σ’ εκείνο του κ. Φιλιππίδη και μέσω του κ. Χατζάκη. Απ’ τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα ο τελευταίος και το (αθέατο) κύκλωμα καλά κρατεί. Δεν το ξέρουμε-το εικάζουμε απ’ την επιμονή του σε Λαζόπουλους για την Εθνική μας σκηνή. Απλή φιλία και γνωριμία; Δεσμοί «αίματος» μεταξύ τους και αγνόηση των εκτός κλίκας και παρέας;
ΝΑ σκέφθηκαν άραγε οι «δημιουργοί» και διακινητές του (θεατρικού) προϊόντος πως το Εθνικό δεν είναι για Λαζόπουλους; Και τι μ’ αυτό; Να υπολόγισαν οι «κρίκοι της αλυσίδας» πως υπάρχει κι ένας κρίκος κεντρικός που δεν καταλαβαίνει από κυκλώματα και «ονόματα», αντιδρά και σηκώνει «στοπ» στους δισυπόστατους της αγοράς και της εθνικής μας αξιοπρέπειας στην τέχνη;
ΚΙ αντί να κάνουν πίσω οι κύριοι, κλείνουν το μάτι μεταξύ τους, ρίχνουν το μάτι στον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού (και κατά νόμον υπεύθυνου για το ρεπερτόριο) ονόματι Χατζάκης, νιώθουν τη προστασία του πάνω τους και «ασελγούν». Πάνω στη σκέψη μας πως οι Λαζόπουλοι των «τσαντιριών» δεν κάνουν για τα εθνικά «σαλόνια», με τις ατάκες της προστυχιάς στα χείλη. Αντί να παραιτηθεί ο κ. Χατζάκης, επιμένει στις επιλογές του. Κόντρα σε ένα όνομα που δεν σηκώνει συμβιβασμούς και καλαμπούρια.
ΠΑΡΑΙΤΕΙΤΑΙ ο κ. Ξαρχάκος και οι παραπάνω δεν «ανταποκρίνονται». Δεν «απαντούν» με μια παραίτηση απ’ την αξίωσή τους να παιχτούν τα έργα είτε «έργα» τους-δεν τα είδαμε, δεν τα «λογοκρίνουμε» προληπτικά. Επιμένουν απαιτώντας να πάει «το βουνό στον Μωάμεθ», τρίβουν τα χέρια και προσδοκούν. Να ενδυθούν τον μανδύα της (κρατικής) σοβαρότητας οι αγοραίοι Λαζόπουλοι της πλάκας.
ΚΙ όταν τα καλαμπούρια τους θα’ χουν εξατμισθεί, η τέχνη του Ξαρχάκου θα αιωρείται πάνω τους κι ας μην τη βλέπουν. Κάτι θα μας λέει το όνομά του όταν των άλλων σβήσουν απ’ τη λίστα της τέχνης.
ΑΥΤΑ τα ολίγα «τω κυκλώματι» και δη «τω γνωστώ Λαζοπούλω». Τέλος.

Σχόλια