Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (Μέρος Δεύτερο – ΣΥΝΕΙΔΗΤΕΣ ΠΑΡΑΛΗΨΕΙΣ)

Γράφει ο Παναγιώτης Αποστόλου
Στο πρώτο μέρος του άρθρου μου, ανέφερα πως το Μνημόνιο δεν είναι η αιτία της κρίσης, η οποία εξαθλιώνει σήμερα την πατρίδα μας. Είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα που προκάλεσε την κρίση και αποτέλεσμα αυτής της κρίσης είναι το μνημόνιο και η δανειακή σύμβαση.
Επίσης, αναφέρθηκα στην πρωτογενή αιτία (Κωνσταντίνος Καραμανλής), μέσω της οποίας δημιουργήθηκε αυτό το σάπιο πολιτικό σύστημα, το οποίο πάραξε αυτό το κομματικό-δυναστικό κράτος, από την αριστερά ως τη δεξιά, όπου βασίλευσε η διαφθορά, η φαυλότητα, η απατεωνιά, η κλεπτομανία, η ατιμωρησία. Αυτές οι βλαβερές παθογένειες, για την κοινωνία μας, βρήκαν εύφορο έδαφος και «άνθισαν» ακόμη περισσότερο, λόγω της ανυπαρξίας ενός Συντάγματος που θα όριζε την αρχή και το τέλος ενός θεσμικού κράτους στο οποίο θα εφαρμόζονταν οι νόμοι χωρίς φεγγίτες και παραθυράκια.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος του 1952 από τον Κων. Καραμανλή το 1975, που έθετε εκτός συμμετοχής από την πολιτική, την κοινωνία αλλά και οι αναθεωρήσεις που ακολούθησαν το 1986 από τον Α. Παπανδρέου, το 2001 από τον Κ. Σημίτη και το 2008 από τον Κ.Καραμανλή, αντί να βελτιώσουν το Σύνταγμα, το κατέστησαν ακόμη χειρότερο και σήμερα φαίνονται πιο καθαρά από ποτέ τα αποτελέσματά του, της διάλυσης δηλαδή της κοινωνίας μας. Παρ΄ όλα αυτά, αντί αυτό το παρακμασμένο και αποτυχημένο πολιτικό σύστημα της νομενκλατούρας, να κάνει ομαδικό χαρακίρι, βαυκαλίζεται περί του αντιθέτου και με θρασύτητα δηλώνει δια μέσω της ηλεκτρονικής σελίδας της Βουλής, πως: «το ισχύον Σύνταγμα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως Σύνταγμα με πολιτική και ιστορική νομιμοποίηση, σύγχρονο και προσαρμοσμένο στις διεθνείς εξελίξεις και παρέχον ένα πλήρες θεσμικό πλαίσιο για την Ελλάδα του 21ου αιώνα».
Όμως, για να γίνει πλήρως αντιληπτό τι Σύνταγμα έχουμε, βάσει του οποίου κυβερνάται μέχρι σήμερα η χώρα, είναι επιβεβλημένο να επισημανθούν κάποιες βασικές συνειδητές παραλήψεις, οι οποίες το καθιστούν τριτοκοσμικό και αποτελούν τον κύριο μοχλό-τροχοπέδη για την ανάπτυξη της πατρίδας μας σε όλες τις μορφές της ηθική, πολιτική, πολιτισμική, οικονομική.
Α) Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται από τη βουλή και όχι απ’ ευθείας από τον ελληνικό λαό. Δηλαδή, ο ελληνικός λαός θεωρείται από το νομοθέτη ανάξιος να εκλέγει ο ίδιος τον ανώτατο άρχοντα που θα τον κυβερνήσει και παραχωρεί, παρά τη θέλησή του (επιβαλλόταν δημοψήφισμα), το δικαίωμα αυτό συνταγματικά στη βουλή, η οποία τον καθιστά όργανό της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (π.χ. υπογραφή Μνημονίου και Δανειακής Σύμβασης).
Β) Δεν θέτει δημοκρατικούς κανόνες στα κόμματα για την σωστή και δημοκρατική λειτουργία τους. Αποτέλεσμα αυτής της ουσιώδους, και σκόπιμης παράληψης είναι όλα τα κόμματα να λειτουργούν φεουδαρχικά, να μη δίνουν «λογαριασμό» σε κανέναν και το χειρότερο να «καπελώνουν» τα πάντα. Απτά παραδείγματα είναι ο επί της ουσίας «διορισμός» του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο διορισμός της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, της Δημόσιας Τάξεως, των Ενόπλων Δυνάμεων κλπ, από την εκάστοτε κομματική κυβέρνηση. Έτσι, δεν υπάρχει ανεξαρτησία αυτών των εξουσιών και οι ηγεσίες καθίστανται πειθήνια όργανά τους. Επίσης, δεν υπάρχουν κανόνες λειτουργίας για τα ΜΜΕ, που θα έπρεπε να έχουν σκοπό την ενημέρωση των πολιτών. Αυτά έχουν μετατραπεί σε στυγνούς ευνουχιστές της συνειδήσεως του Ελληνικού λαού διά μέσω των τηλεοπτικών «σκουπιδιών» (π.χ. τούρκικα σήριαλ) που του «σερβίρουν» και ταυτόχρονα, έχουν γίνει άθλιοι καθημερινοί προπαγανδιστές των εκάστοτε κυβερνητικών θέσεων, εξαγοράζοντας στη συνέχεια, αυτή την γκεμπελική προπαγάνδα, μέσω των πολιτικών εκβιασμών που κάνουν οι μεγαλοεργολάβοι ιδιοκτήτες αυτών των ΜΜΕ. Η σωστή δημοσιογραφία, έχει καθήκον να μεταφέρει την είδηση στους πολίτες και εκείνοι φιλτράροντάς την, να βγάζουν τα συμπεράσματά τους. Σήμερα, οι δημοσιογράφοι, φιλτράρουν εκείνοι την είδηση και «πουλάνε» στους πολίτες το αποτέλεσμα.
Γ) Αρχές του Συντάγματος είναι η ισονομία, η ισοτιμία, η ισοπολιτεία. Αυτές όμως, αυτοκαταργούνται με τη διάταξη στο ίδιο Σύνταγμα περί ασυλίας βουλευτών και περί ευθύνης υπουργών (Ε.Βενιζέλος). Ο πολιτικός δεν υπόκειται στην κρίση της δικαιοσύνης, ακόμη και για πολιτικά εγκλήματα που βλάπτουν ολόκληρη την κοινωνία, ακόμη και το ίδιο το Έθνος, όπως η παραχώρηση Εθνικής κυριαρχίας που επισύρει και ποινικές ευθύνες. Δηλώνει δε, με περίσσια θρασύτητα, πως «αναλαμβάνει την πολιτική και μόνο ευθύνη» για τα ανομήματά του και απευθυνόμενος στον Ελληνικό λαό, του ζητά ως τιμωρία να μην τον ψηφίσει στις επόμενες εκλογές. Δηλαδή, για όποιες πολιτικά εγκληματικές αποφάσεις ή πράξεις που άπτονται του ποινικού κώδικα, ο πολιτικός δεν έχει ουδεμία ευθύνη. (π.χ. πρόσφατη λίστα Lagarde). Αξιοσημείωτο γεγονός, η στάση του εξουσιολάγνου, συνταγματολόγου (τσαλαπάτησε το Σύνταγμα μαζί με το Βενιζέλο) και πρώην Υπουργού, κ. Α. Λοβέρδου, ο οποίος είχε το θράσος (γνώρισμα των δειλών), να πει ότι εάν αποτολμήσει κανείς να ζητήσει πολιτικές ευθύνες και να προσαχθεί στη δικαιοσύνη, ο φυσικός καταστροφέας της Ελλάδος, ο πρώην πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου, τότε θα γίνει «Μακελειό». Μια απειλή που απηύθυνε κυρίως προς το αντίπαλο κομματικό συγκρότημα, προκειμένου να μην επιχειρήσει να σπάσει «η ομερτά» του ανεξέλεγκτου πολιτικού συστήματος. Αντίθετα, ο Αριστοτέλης έλεγε: «Τα πολιτικά εγκλήματα τιμωρούνται πολύ περισσότερο από το κοινό έγκλημα γιατί το πολιτικό έγκλημα μπορεί να βλάψει ολόκληρο λαό, ενώ το κοινό έγκλημα μόνο το θύμα». Το υπέρτατο έγκλημα της «εσχάτης προδοσίας» δεν υπάρχει πουθενά στο Σύνταγμά μας.
Δ) Δεν υπάρχει Συνταγματικό δικαστήριο, το οποίο να είναι εκλεγμένο απ’ ευθείας από αντιπροσωπία του λαού, προκειμένου να ελέγχει την αυστηρή τήρηση των άρθρων του Συντάγματος αλλά και να αποφασίζει ως προς τη συνταγματικότητα του κάθε νομοσχεδίου πριν ψηφισθεί από την Βουλή και γίνει νόμος του κράτους. Σήμερα, τον ρόλο αυτόν έχει αναλάβει το ΣτΕ, το «διορισμένο» από την κομματική κυβέρνηση. Έτσι, εάν κάποιος κοινωνικός φορέας θελήσει να προσβάλλει κάποιο νόμο ως αντισυνταγματικό τότε αυτό, το ΣτΕ, θα ασχοληθεί με αυτό, αλλά θα αποφασίσει μετά από δύο έτη και η απόφαση θα εξυπηρετεί την πολιτική κάστα της χώρας και όχι το λαό. Επί παραδείγματι, θεωρώ πως για «τα μάτια του κόσμου» τοποθέτησαν το ακροτελεύτιο άρθρο 120 του παρόντος Συντάγματος, το οποίο τελείως αόριστα αναφέρει πως, η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων και προτρέπει τους Έλληνες με τη βία να επιβάλλουν την τήρησή του! Δηλαδή, νόμιζαν πως δεν είναι δυνατόν να γίνει εφαρμογή του άρθρου 120, από τη στιγμή που ο Έλληνας πολίτης δεν συμμετέχει θεσμικά στην πολιτική, δηλαδή στο «κέντρο αποφάσεων». Δεν υπολόγισαν, όμως, τον αστάθμητο παράγοντα, που είναι η συνεχώς αυξανόμενη οργή του κόσμου, η οποία θα τον οδηγήσει σε επανάσταση εναντίον αυτής της παρεκτραπείσας εξουσίας με σκοπό να επαναφέρει τη συνταγματική τάξη, που ο πολιτικός κόσμος κατήργησε, εφαρμόζοντας ακριβώς την πεμπτουσία του άρθρου 120 του Συντάγματος. Άρθρο το οποίο τελικά, μπορεί να αποβεί καταστροφικό γι΄αυτούς και τις πρακτικές τους.
Ε) Δεν κατοχυρώνεται συνταγματικά η ελληνική γλώσσα, η ιστορία του ελληνισμού, το ελληνικό φρόνημα στην παιδεία, η εθνική εξωτερική πολιτική, η εθνική άμυνα. Αλλιώς, σήμερα, δεν θα είχαμε τα φαινόμενα της κ. Γιαννάκου, της κ. Διαμαντοπούλου, της κ. Δραγώνα, της κ. Ρεπούση και τόσων άλλων.
ΣΤ) Δεν θέτει βασικούς κανόνες για την σωστή δημοκρατική λειτουργία του κράτους (Δημόσιο, ΔΕΚΟ, ΟΓΑ), αλλά επιτρέπει στην εκάστοτε κομματική κυβέρνηση να «αλωνίζει» κυριολεκτικά και το χειρότερο να τοποθετεί τα κομματικά της στελέχη στις διοικήσεις όλου του Δημοσίου, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην γιγάντωση της κλεπτοκρατίας, της διαπλοκής, της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και τόσων άλλων παθογενειών που ταλανίζουν την Ελληνική κοινωνία.
Ζ) Άφησα τελευταίο το βασικότερο όλων, τον ελληνισμό της διασποράς. Πουθενά δεν αναφέρεται στο Σύνταγμα, έστω η λέξη «Ομογένεια». Ένα τεράστιο κεφάλαιο για την Ελλάδα που παραμένει ανεκμετάλλευτο μέχρι σήμερα και πληγώνει κάθε Έλληνα της διασποράς, είναι η μη συμμετοχή του αποδήμου Ελληνισμού στην κοινοβουλευτική μας, κολοβή, Δημοκρατία. Θα πρέπει σε ένα Νέο Σύνταγμα να αξιοποιηθεί ο πλούτος του απόδημου Ελληνισμού με την συμμετοχή εκπροσώπων της αποδημίας στο Ελληνικό κοινοβούλιο, μέσω εκλογής τους από τις τοπικές κοινωνίες και ίδρυση αντίστοιχου υπουργείου. Επίσης, θα πρέπει να ορίζεται ο ακριβής αριθμός βουλευτών (π.χ.είκοσι) και οι αρμοδιότητές τους να αφορούν την επεξεργασία όλων των θεμάτων της ομογένειας προς όφελος της Ελλάδος, αλλά και την προώθηση των Εθνικών μας θέσεων σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου. Κατ΄αυτόν τον τρόπο η ομογένεια θα είχε συμβάλλει εξυγιαντικά στο καθεστώς της κομματοκρατίας που λυμαίνεται το κράτος και κατ’ επέκταση την ίδια την κοινωνία και ταυτόχρονα η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει μια υπερδύναμη πολιτισμού, μεταβάλλοντας τη θέση της σε δυναμική συνιστώσα που θα επηρέαζε πολιτικά όλο τον κόσμο.
(συνεχίζεται)

Σχόλια