Γράφει ο Προκόπης Παυλόπουλος |
Από το τέλος του 2008 μου εμπεδώθηκε η πεποίθηση ότι η Υφήλιος βρισκόταν στα πρόθυρα ενός τρίτου παγκόσμιου, οικονομικού αυτή τη φορά, πολέμου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι το Νοέμβριο του 2008, στη Θεσσαλονίκη –και συγκεκριμένα στο «Βελλίδειο»- σε κοινή συνεδρίαση της ΚΕΔΚΕ και της ΕΝΑΕ, είχα επισημάνει στους αιρετούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: «Πρέπει να σας προϊδεάσω λέγοντας όλη την αλήθεια για το τι μας περιμένει. Λυπάμαι που πρέπει ν’ αναστείλουμε, προς το παρόν, τη μεγάλη Διοικητική Μεταρρύθμιση που μαζί ξεκινήσαμε και έχουμε σχεδόν ολοκληρώσει ως προς το σχεδιασμό της. Όμως τέτοιες
μεταρρυθμίσεις, που μεταφέρουν σημαντικές αρμοδιότητες από το Κεντρικό Κράτος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, χρειάζονται πόρους. Και οι πόροι αυτοί δεν υπάρχουν. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, της οποίας ήδη βιώνουμε τις συνέπειες, θα επιδεινωθεί δραματικά. Άρα, πρώτη μας προτεραιότητα είναι η διασφάλιση των ήδη υφιστάμενων πόρων, ώστε η Τοπική Αυτοδιοίκηση ν’ αντέξει στην κορύφωση της κρίσης».Μετά την άνοιξη του 2010, η επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ήλθε ραγδαία. Και τη βιώσαμε στον Τόπο μας, μέσα από το δράμα της κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας, λόγω της καταστροφικής πολιτικής της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου. Το μεγάλο δυστύχημα έγκειται στο ότι οι έκτοτε διαδοχικές Σύνοδοι Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όχι μόνον απέδειξαν την ανετοιμότητα των ευρωπαίων ηγετών –κυρίως της A. Merkel και του Ν. Sarkozy-να υπερασπισθούν το ευρώ και την ευρωζώνη απέναντι στην επέλαση της, νεοφιλελεύθερης προέλευσης και καθοδήγησης, βουλημίας των αγορών. Αλλά, ακόμη χειρότερα, ανέδειξαν ένα σύνδρομο «πολιτικού αβδηριτισμού» και μια νοοτροπία «πολιτικών επιμηθέων», που δρομολόγησαν την ασυδοσία των αγορών και, πρωτίστως, την ανεξέλεγκτη και χωρίς καμία νομιμοποίηση υποδόρια δράση των «Οίκων Αξιολόγησης.
Τ’ αποτελέσματα τα ζούμε ολοένα και πιο χειροπιαστά: Έχω την αίσθηση ότι οι δύο τελευταίες Σύνοδοι Κορυφής, της 21ης Ιουλίου και της 26ης-27ης Οκτωβρίου αντιστοίχως, περισσότερο σηματοδοτούν την τυπική κήρυξη του τρίτου παγκόσμιου οικονομικού πολέμου παρά τεκμηριώνουν, έστω και κατ’ ελάχιστο, τη βούληση των πολιτικών ταγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ν’ αποτρέψουν το μοιραίο.
Είναι, άραγε, η οικονομική κρίση που οδηγεί, νομοτελειακά -ήτοι με τη λογική «ανωτέρας βίας»- στην παρακμή των πολιτικών ηγεσιών της Ευρώπης; Ή, μήπως, οι ηγεσίες αυτές αποδεικνύονται κατώτερες της σύγχρονης συγκλονιστικής πολιτικής και οικονομικής συγκυρίας;
Δεν παραγνωρίζω τη σημασία και την ιδιομορφία της οικονομικής κρίσης, που όμοιά της δεν έζησε ο κόσμος από τότε που εδραιώθηκε ο καπιταλισμός. Και η οποία, κατά τη γνώμη μου, δεν οφείλεται τόσο σε εγγενείς αδυναμίες του καπιταλισμού. Αλλά, πολύ περισσότερο, στο βιασμό του και, κατ’ αποτέλεσμα, στη διαστροφή του από τους προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού της Σχολής του Σικάγο και πολέμιους κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους. Πλην όμως θεωρώ ότι οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, και ιδίως η Α. Merkel και –έστω και συρόμενος λόγω των προβλημάτων της Γαλλίας- ο N. Sarkozy, έδειξαν και δείχνουν πως οι «πολιτικοί ώμοι τους» είναι εξαιρετικά ασθενικοί για ν’ αντέξουν το κυκλώπειο βάρος της πρόκλησης των αδίστακτων και ανεξέλεγκτων, πλέον, αγορών.
Άρα, και επειδή η συγκυρία είναι η ζυγαριά του ηγετικού τους διαμετρήματος, οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, αν δεν ανακάμψουν το ταχύτερο δυνατό, θα κριθούν αυστηρά από την ιστορία ως αποκλειστικώς υπαίτιοι της διάρρηξης του κοινωνικού ιστού και της εξαθλίωσης των κοινωνιών που τους εμπιστεύθηκαν την τύχη τους.
Υπό τα δεδομένα, λοιπόν, ενός τρίτου παγκόσμιου οικονομικού πολέμου οφείλουμε, ως Λαός και ως Έθνος, να στηριχθούμε περισσότερο στις δυνάμεις μας και στην αποφασιστικότητά μας και λιγότερο σε εξωγενείς παράγοντες. Έχουμε, άλλωστε, αποδείξει πως σε ιστορικές στιγμές μπορούμε ν’ αναλάβουμε και τις, αντίστοιχες, ιστορικές μας ευθύνες. Πάντα όμως με γνώμονα την ιστορική μας κληρονομιά και το διαχρονικό πολιτισμό μας, του οποίου οι ρίζες στηρίζονται στη Δημοκρατία και το Κοινωνικό Κράτος Δικαίου.
Και κάτι τελευταίο, πλην όμως κατά τη γνώμη μου εξαιρετικά σημαντικό: Για ν’ αντεπεξέλθουμε στο ιστορικό βάρος που μας αναλογεί πρέπει ν’ αφήσουμε πίσω τη φιλισταϊκή αντίληψη του υπερκαταναλωτισμού και, κατά συνέπεια, της τεχνητής ευμάρειας που μας κληροδότησε ο παγκοσμιοποιημένος υποδόριος νεοφιλελευθερισμός. Συνεπώς, πρέπει να βιώσουμε στο μέλλον την αδήριτη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία οφείλουμε να ζούμε περισσότερο σπέρνοντας αμφιβολίες παρά θερίζοντας βεβαιότητες. Κατά τη ρήση του γάλλου φιλοσόφου Μπουρζέ: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε όπως σκεφτόμαστε. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα μάθουμε να σκεφτόμαστε όπως ζούμε».
Κάπως έτσι, νομίζω, θ’ αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Κάπως έτσι θα πάψουμε να συμπεριφερόμαστε μόνον ως κληρονόμοι ενός ιστορικού παρελθόντος και θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε το μερίδιο που μας ανήκει ως σκαπανείς ενός εξίσου ιστορικού μέλλοντος. Κάτι που, άλλωστε, μας χρεώνει το ιστορικό παρόν για να μην αφήσουμε ανυπεράσπιστες τις γενιές που έρχονται. Και οι οποίες δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να βαδίσουν σ’ ένα πεδίο ναρκοθετημένο από τη δική μας ανευθυνότητα και ανικανότητα.
(Σημεία της ομιλίας του κατά την παρουσίαση του νέου βιβλίου του «Το Λυκόφως των Πολιτικών Ηγεσιών»)
''Το λυκόφως των πολιτικών αρχηγών''!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή''Τρία πουλάκια κάθονταν..''Άλλο τι θα δούμε ακόμη;;;
Πότε θα έλθει το δικό μας το λυκαυγές;;Πότε θα γλυτώσουμε από αυτούς τους λύκους;;Αυτοί που έβαλαν τις νάρκες,γράφουν,ένα σωρό μαλακίες για ανευθυνότητα και ανικανότητα!!ΒΡΕ ΟΥΣΤ παλιοκαραγκιόζη.