H υπερχρέωση της ελληνικής οικονομίας έγκειται στο ότι από το 1996-2003 υπό «φυσιολογικές» συνθήκες το χρέος έπρεπε να είναι μεταξύ 60% και 70% του ΑΕΠ.

Είναι καιρός όλοι μας να ξεσκεπάσουμε τις "δουλικές απόφασεις" του ΠΑΣΟΚ.
Εάν η αιτια να πάμε στο ΔΝΤ ήταν επειδή το χρέος έφτασε σε 115%,  γιατί το ΠΑΣΟΚ το 2003 δεν πήγε στο ΔΝΤ που φανερά το χρεος ήταν 118% και μαζί με το  κρυφό χρέος έφτασε στο 130% του ΑΕΠ ;;
Διαβάστε άρθρο της  Ελευθεροτυπίας της 23ης Φεβ. 2003.
Διαβάστε για να καταλάβετε την "επιτυχημένη" οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και την ανικανότητα λήψης μέτρων για την αποκλιμάκωση του χρέους.
Το άρθρο αναφέρει ξεκάθαρα ότι : Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ αλλά και την πρόσφατη προσωρινή έκθεση του ΔΝΤ, το πρόβλημα της υπερχρέωσης της ελληνικής οικονομίας έγκειται στο ότι από το 1996 μέχρι σήμερα υπό «φυσιολογικές» συνθήκες το χρέος έπρεπε να είναι μεταξύ 60% και 70% του ΑΕΠ.

Το δρόμο της υπερχρέωσης άνοιξε το Δημόσιο

Η ανησυχία για τη δυνατότητα αποκλιμάκωσης του δημόσιου χρέους μέσα στη διετία 2003-2004 κατά 8%-10% έχει αναδειχθεί μείζον ζήτημα του προϋπολογισμού και της συνολικής οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, καθώς συνδέεται με το ενδεχόμενο επιδείνωσης μεσοπρόθεσμα της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ αλλά και την πρόσφατη προσωρινή έκθεση του ΔΝΤ, το πρόβλημα της υπερχρέωσης της ελληνικής οικονομίας έγκειται στο ότι από το 1996 μέχρι σήμερα υπό «φυσιολογικές» συνθήκες το χρέος έπρεπε να είναι μεταξύ 60% και 70% του ΑΕΠ.
Τα νούμερα
Οπως αναφέρεται στις επισημάνσεις της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ αλλά και στις παρατηρήσεις του ΔΝΤ, τα πρωτογενή πλεονάσματα της εξαετίας αυτής αγγίζουν συνολικά το 35% του ΑΕΠ, τα έσοδα στο ίδιο διάστημα των αποκρατικοποιήσεων έχουν φθάσει το 20% περίπου του ΑΕΠ, ενώ από τη μείωση των επιτοκίων έχει εξοικονομηθεί ένα 7% του ΑΕΠ.
Κατά συνέπεια, όπως παρατηρούν, το χρέος της ελληνικής κυβέρνησης έπρεπε να έχει μειωθεί μέσα στην εξαετία κατά 62% του ΑΕΠ, δηλαδή έπρεπε να ήταν σήμερα σχεδόν 70% του ΑΕΠ, τοποθετώντας την Ελλάδα μεταξύ των χωρών με σχεδόν ικανοποιημένο το κριτήριο του χρέους...
Αντί αυτού, το χρέος της γενικής κυβέρνησης, δηλαδή το χρέος που πληρώνει ο έλληνας φορολογούμενος σήμερα, επισήμως, είναι 118% του ΑΕΠ. Αν προσθέσουμε σ' αυτό τα περίπου 6 δισ. ευρώ (το λεγόμενο «κρυφό χρέος») των ρυθμίσεων από τόκους, ήτοι 4,2% του ΑΕΠ, τις εγγυήσεις που έχει δώσει το Δημόσιο για δανεισμό των ΔΕΚΟ και άλλων φορέων που φθάνουν τα 8,5 δισ. ευρώ, ήτοι περίπου 6,1% του ΑΕΠ, και το μέρος του στρατιωτικού χρέους που η Eurostat σκέπτεται να «φορτώσει» τον προϋπολογισμό, ήτοι άλλα 2 δισ. ευρώ που ισοδυναμούν με 1,4% του ΑΕΠ, συνολικά φθάνουμε στο 130% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια σε κάθε έλληνα πολίτη αντιστοιχεί χρέος ύψους 16.714 ευρώ.
Αν από αυτό αφαιρεθεί το ενδοκυβερνητικό λεγόμενο χρέος (ήτοι χρέος μεταξύ φορέων του Δημοσίου), που η κυβέρνηση λέει ότι αποδίδει ένα πλεόνασμα 13% του ΑΕΠ (η λεγόμενη «άσπρη τρύπα»), ενώ η Eurostat ανεπίσημα το υπολογίζει στο 8%-10% του ΑΕΠ, τότε καταλήγουμε σε ένα πραγματικό χρέος που εξυπηρετεί το Δημόσιο 120% του ΑΕΠ. Επισήμως αυτό το χρέος (της γενικής κυβέρνησης) το 2002 έκλεισε στο 105,7% του ΑΕΠ.
Στη Eurostat αναρωτιούνται πού βρίσκεται το υπόλοιπο 15% περίπου και ετοιμάζονται για ένα νέο γύρο αναπροσαρμογής μέσα στο 2003 του πραγματικού χρέους της χώρας...
Το μεγάλο πρόβλημα, όπως παρατηρούν και από τον ΟΟΣΑ, με την ελληνική οικονομία είναι ότι μέσα σε έξι χρόνια «παρήχθησαν» έσοδα (πρωτογενή πλεονάσματα, έσοδα από αποκρατικοποιήσεις, κ.λπ.) περίπου 62% του ΑΕΠ για να μειωθεί το χρέος, αλλά αυτό αντί να μειωθεί διατηρείται στο 105% του ΑΕΠ επισήμως και στο 120% του ΑΕΠ ανεπισήμως.
Το πρόβλημα αρχίζει πλέον να χτυπάει καμπανάκι, καθώς οι αποκρατικοποιήσεις -λόγω συγκυρίας- δεν μπορούν πλέον να αποδώσουν έσοδα για τη μείωση αυτού του χρέους, ενώ παράλληλα αρχίζουν να φαίνονται στον ορίζοντα νέες υποχρεώσεις, που μπορεί να το αυξήσουν στο ορατό μέλλον.
Ως τέτοιες αιτίες προσδιορίζονται αφ' ενός τα ΕΤΑ (λαϊκά ομόλογα με αποδόσεις πάνω από τον πληθωρισμό και αφορολόγητα, που επί της ουσίας πληρώνει ο προϋπολογισμός) και αφ' ετέρου η πρόθεση που έχει αρχίσει να αποκρυσταλλώνεται στο οικονομικό επιτελείο για την ανάληψη μέρους των ελλειμμάτων των επικουρικών ταμείων των τραπεζών, που φθάνουν το 3% του ΑΕΠ. Από αυτό το έλλειμμα το υπουργείο Οικονομίας εξετάζει το ενδεχόμενο να αναλάβει το 60% των υποχρεώσεων σχεδόν παράλληλα με την έναρξη διαδικασίας εξυγίανσης και των άλλων πέραν του ΙΚΑ ταμείων, όπως π.χ. το ΤΕΒΕ κ.ά.
Μεταβλητό επιτόκιο
Την ίδια στιγμή βέβαια το χρέος της ελληνικής οικονομίας δεν αντιμετωπίζει κανένα συναλλαγματικό ή επιτοκιακό κίνδυνο. Το σύνολο σχεδόν του χρέους είναι σε ευρώ και μόλις το 20% του συνόλου είναι σε μεταβλητό επιτόκιο.
Από τη συνολική αυτή εικόνα του δημόσιου χρέους φαίνεται -υποστηρίζουν στη Eurostat- ότι το πρόβλημα της υπερχρέωσης της Ελλάδας είναι η δυσκολία αποκλιμάκωσης από το 1995 μέχρι σήμερα, παρά τις δεσμεύσεις που έχουν καταγραφεί στα προγράμματα σταθερότητας και τους προϋπολογισμούς. Εάν αυτό, συνεχιστεί και τη διετία 2003-2004, κατά την οποία προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης πάνω από 3,5% ετησίως, τότε είναι πολύ πιθανό η Ελλάδα πέραν των άλλων να αντιμετωπίσει προβλήματα και να υποχρεωθεί να «πληρώνει» για την εξυπηρέτηση του χρέους της πολύ «ακριβότερα» από σήμερα, που δανείζεται στο ίδιο επίπεδο με την Ιταλία..."
Γ. Αγγ.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - 23/02/2003

Σχόλια