Λ.Γούτα: Οικονομία και Περιβάλλον σε συνθήκες κρίσης

Η οικονομική κρίση, που βιώνουμε το τελευταίο διάστημα δημιούργησε ανησυχίες με πολλούς αποδέκτες. Στις αμέτρητες συζητήσεις που πυροδοτήθηκαν, μεταξύ άλλων κυριάρχησε και το ερώτημα κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, -πρωτοπόρος στις περιβαλλοντικές ευαισθησίες και δράσεις- θα πρέπει να συνεχίσει με τους ίδιους φιλόδοξους στόχους ή να τους μετριάσει; Ήταν φανερό πώς επρόκειτο για αντιδράσεις εν μέσω  πανικού,  αλλά πολιτικές που έχουν αποφασισθεί μετά από πολυετείς ζυμώσεις, δεν ανατρέπονται εύκολα. Περιβάλλον και ενέργεια, σε απόλυτη αλληλεξάρτηση, βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο της πολιτικής  αντανακλώντας τις ραγδαίες αλλαγές που έχουν συντελεστεί και θέτοντας υπό νέο πρίσμα πολλές παραδοσιακές έννοιες.
Σημείο καμπής στην αλλαγή της νοοτροπίας γύρω από τα ζητήματα του  περιβάλλοντος υπήρξε η στιγμή που συνειδητοποιήσαμε ότι το μείζον πρόβλημα των κλιματικών αλλαγών συνδέεται  με την ενέργεια, δηλαδή με το αναπτυξιακό μοντέλο του τελευταίου αιώνα, που στηρίχθηκε  στα ορυκτά καύσιμα. Ή αλλιώς ότι η καθημερινότητα και η ευζωία μας, εξαρτώνται από ένα είδος ενέργειας που, εκπέμποντας CO2, τραυματίζει το περιβάλλον τόσο που να απειλεί ακόμα κι αυτή την ύπαρξη της ζωής στον πλανήτη.
Έτσι, το περιβάλλον αναδεικνύεται σε έντονα πολιτικό ζήτημα. Διεισδύει οριζόντια και αλληλεπιδρά με όλες τις πολιτικές, σε όλους τους θεματικούς άξονες, όπως για παράδειγμα την αγροτική παραγωγή, τις μεταφορές, την επιστήμη και την καινοτομία, τον τουρισμό και την παιδεία, εξέλιξη που αποτυπώνεται ευκρινώς σε όλα  τα κείμενα πολιτικής, νομοθεσίας, αλλά και σε όλα τα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ε.Ε.


Έτσι, οι επενδύσεις που αναφέρονται στο περιβάλλον και την οικολογική καινοτομία, όχι μόνο προκύπτει ως υποχρέωση από την εφαρμογή μιας αυστηρής και απαιτητικής νομοθεσίας, αλλά θεωρούνται και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις εταιρίες, τα κράτη και όλη την Ε.Ε., όσον αφορά την ανάπτυξη και τις νέες θέσεις εργασίας. Διατυπώνεται, μάλιστα, μια νέα άποψη, σύμφωνα με την οποία  δεν αρκεί να αποτυπώνεται η ευημερία των λαών μόνο με τους γνώριμους οικονομικούς δείκτες, όπως το ΑΕΠ, αλλά απαιτούνται εμπλουτισμένοι δείκτες που θα αποτυπώνουν τους φυσικούς πόρους, τον περιβαλλοντικό πλούτο των εθνών και τη διαφύλαξή του. Και εντοπίζεται ότι τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν στο όνομα μιας στρεβλής περιβαλλοντοκτόνου ανάπτυξης πρέπει όχι μόνο να αποκατασταθούν στις ήδη αναπτυγμένες χώρες αλλά και να μην επαναληφθούν στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Η περίφημη μάλιστα έκθεση Stern, ήταν η πρώτη που αποτύπωσε με ψυχρά και τρομακτικά νούμερα το κόστος της περιβαλλοντικής βλάβης.  καταδεικνύοντας ότι η περιβαλλοντική αμέλεια κοστίζει ακριβά και ότι το όποιο κόστος  εξοικονομείται σήμερα, θα καταβληθεί αύριο στο πολλαπλάσιο, -εφόσον βέβαια η περιβαλλοντική επιβάρυνση είναι αναστρέψιμη, κάτι που δυστυχώς δεν ισχύει πάντοτε-.
Αλλά και από μια άλλη οπτική, οι νέες, φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες κερδίζουν διαρκώς έδαφος στην αγορά, με σύμμαχο την ανήσυχη κοινωνία και τον ευαισθητοποιημένο καταναλωτή που ισχυροποιούν τη φωνή τους απαιτώντας από παραγωγούς και εμπόρους να αποδεικνύουν έμπρακτα την περιβαλλοντική τους ευαισθησία. Και όλες οι επιχειρηματικές δραστηριότητες οφείλουν να αναπροσαρμοστούν έτσι ώστε να ανταποκριθούν και στις νομοθετικές υποχρεώσεις τους, αλλά και στις ευαισθησίες του αγοραστικού κοινού. Έτσι, ακόμη και οι πανίσχυρες πολυεθνικές εταιρείες πετρελαίου, που για χρόνια υποβάθμιζαν  τις αντίστοιχες  συζητήσεις, αντιλήφθηκαν πώς η παγκόσμια ενεργειακή «πίτα» ξαναμοιράζεται κι έσπευσαν να εμπλακούν στις νέες τεχνολογίες, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της κυρίαρχης θέσης που ανέκαθεν κατείχαν στην αγορά ενέργειας. Έτσι, μαζί με τις πετρελαιοπηγές και τις αποστακτικές στήλες, άρχισαν να δραστηριοποιούνται και στις ανεμογεννήτριες, τις τεχνολογίες αποθήκευσης άνθρακα, τα φωτοβολταϊκά συστήματα κ.α. 
Μέσα σε αυτό το σκηνικό αναδείχτηκαν οι νέες πράσινες επιχειρηματικές δραστηριότητες, που προσδοκούν  να αποφέρουν σημαντικά οικονομικά οφέλη, σε μια περίοδο που ο κύκλος εργασιών της πράσινης οικονομίας εκτιμάται στα 630 δισ. ευρώ ετησίως. Πρωτίστως όμως δίνουν ελπίδα για την ίδια την ύπαρξη της ζωής στον πλανήτη.
Σήμερα που το ενδιαφέρον και οι ανησυχίες όλων στρέφονται γύρω από την οικονομική κρίση, πρέπει να κρατάμε καλά στο μυαλό μας, ότι η οικονομική κρίση και η αντιμετώπισή της  αφορούν το κοντινό μέλλον ενώ η περιβαλλοντική κρίση αφορά το μέλλον όλου του πλανήτη. Για το λόγο αυτό, οι στρατηγικές και οι πολιτικές για την αντιμετώπιση των κρίσιμων περιβαλλοντικών προβλημάτων δεν πρέπει να μετριαστούν. Η οικονομική κρίση θα περάσει, οι καταστροφές του περιβάλλοντος όμως θα απειλήσουν όλες τις επόμενες γενιές. Συνεπώς, η αποτροπή τους πρέπει να παραμείνει επιλογή υψηλής προτεραιότητας ακόμη και στις δύσκολες ημέρες που διέρχεται η παγκόσμια και η ελληνική οικονομία.
Λιάνα Γούτα
lianagouta.gr
Χημ. Μηχανικός, Σύμβουλος σε θέματα ενέργειας, περιβάλλοντος και ανάπτυξης, Αναπληρ. Γραμματέας Περιβάλλοντος της ΝΔ

Σχόλια