Η επιστολή του Αντώνη Σαμαρά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τη διαβούλευση επί του εκλογικού νόμου, αλλά και η συνάντηση των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν από μερικές μέρες, μας θύμισε με τον πιο ισχυρά συμβολικό τρόπο ότι η διαβούλευση είναι ένας νέος όρος που μπήκε τελευταία στη ζωή μας. Ή μάλλον στην πολιτική ζωή του τόπου. Φερμένος ως όρος και νοοτροπία από έξω, κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου σχεδόν καμιά μεγάλη αλλαγή δε γίνεται χωρίς διαβούλευση. Γιατί εκεί η διαβούλευση είναι αναπόσπαστο μέρος της δημοκρατικής διαδικασίας. Διαβούλευση για κάθε θέμα που επιφέρει μια σημαντική αλλαγή, με όλους τους εταίρους, τους ενδιαφερόμενους στον πιο άμεσο και στον πιο έμμεσο κύκλο, όλους όσοι επηρεάζονται, διαβούλευση με τους πολιτικούς, με τους επιστήμονες, με την αγορά, τελικά με όλη την κοινωνία.
Μα θα πει κανείς, ποιος άλλος συζητάει περισσότερο από εμάς τους Έλληνες? Πράγματι, συζητάμε ατελείωτα για όλα τα θέματα, πολιτικά και κοινωνικά. Μόνο που αυτή η συζήτηση, συχνά με όρους τηλεοπτικής επικαιρότητας, πέρα από τα τηλεοπτικά παράθυρα, δε καταλήγει πουθενά, παρά μόνο σε μια επίδειξη θέσεων και σε έναν διαξιφισμό που από μόνος του δίνει χαρά και ικανοποίηση, ασχέτως με το αν προκύπτει ή όχι συμπέρασμα.
Κι όταν κάτι προχωράει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, όταν έρθει η ώρα για αποφάσεις, για μέτρα, για αλλαγές, μπορεί να ξαναπούμε....”tabula rasa” ή αλλιώς να μηδενίσουμε το κοντέρ και πάμε πάλι από την αρχή! Μπρος-πίσω δηλαδή, ξανά και ξανά, σ΄ ένα ατέλειωτο ζικ-ζακ, χωρίς συγκεκριμένη πορεία, χωρίς τελικό στόχο.
Το πρόβλημά μας δεν είναι ότι δεν αναλύουμε; αντιθέτως, υπερ-αναλύουμε.
Δε συνθέτουμε τις απόψεις που κατατίθενται σε μια διαβούλευση ή ακόμα πιο πίσω, συνήθως μιλάμε χωρίς να ακούμε. Πριν λίγο καιρό, με την ευκαιρία ενός επίσημου ταξιδιού στις ΗΠΑ, όπου είχαν καθορισθεί συναντήσεις με προσωπικότητες κορυφαίες στο είδος τους, στην πολιτική, στην επιστήμη, στο επάγγελμα, στην πρωτοπορία, αυτό που προκαλούσε μεγάλη εντύπωση ήταν που όλοι αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι υποδέχονται τον κάθε συνομιλητή με ανοιχτές της κεραίες και με κυρίαρχη διάθεση να τον ακούσουν και να μάθουν από αυτόν, θεωρώντας ότι όλοι έχουν να προσφέρουν σε μια γόνιμη και καλοπροαίρετη συζήτηση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαβούλευση είναι όντως μια απαραίτητη και ουσιαστική διαδικασία δημοκρατικής ζύμωσης. Πάντοτε, και όχι μόνο όταν βρισκόμαστε σε περιόδους κρίσης, όχι μόνο όταν έχουμε καυτά και δύσκολα θέματα να επιλύσουμε, όπως η διαφθορά, η παιδεία, το ασφαλιστικό.
Εκείνο όμως που μας λείπει είναι η διαδικασία. Και οι διαδικασίες διαβούλευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δε ξέρω αν είναι οι καλύτερες, αποτελούν πάντως ένα πολύτιμο υπόδειγμα.
Αναρωτήθηκα συχνά πώς γίνεται εδώ στην Ελλάδα να μη μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία σε μερικά ζητήματα καίρια και βασανιστικά, στα οποία όλη η κοινωνία συμφωνεί ότι απαιτούνται βαθιές τομές, όπως για παράδειγμα η παιδεία. Και το αναρωτήθηκα συχνά όταν, έβλεπα από κοντά, να προχωράνε αντίστοιχα σημαντικά θέματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκεί, στην ΕΕ των 27 διαφορετικών χωρών, με τις τόσο διαφορετικές αφετηρίες και κουλτούρες, στην ΕΕ των δεκάδων διαφορετικών πολιτικών παρατάξεων και των εκατοντάδων βουλευτών, βρίσκεται ο τρόπος για μικρά ή μεγάλα βήματα προς σημαντικές αλλαγές. Και γύρω από τα τραπέζια των Βρυξελλών συμφωνούνται κρίσιμα ζητήματα και λαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις για την παιδεία, την εργασία, την έρευνα, το περιβάλλον, τη βιομηχανία, την οικονομία.
Η διαδικασία είναι γραφειοκρατική, χωρίς την κακή σημειολογία της λέξης, συγκεκριμένη και προσδιορισμένη και τελικά αποδοτική. Υπάρχουν νομοθετικές προτάσεις που ξεκινούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που μεγάλες πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται στο Συμβούλιο των Αρχηγών Κρατών, κάτι αντίστοιχο με τη συνάντηση των Αρχηγών των Κομμάτων, αν θέλαμε να το μεταφέρουμε στην εθνική μας κλίμακα. Μόνο που οι συναντήσεις του Συμβούλιου των αρχηγών είναι προκαθορισμένες σε τακτική εξαμηνιαία βάση και όχι έκτακτες και οι αποφάσεις των Αρχηγών αποτελούν επίσημες και καταγεγραμμένες δεσμεύσεις από μεριάς των χωρών.
Από το σημείο αυτό και μέχρι αυτές οι αποφάσεις να γίνουν νομοθεσία, υπάρχει ακόμα μακρύς δρόμος με συστηματικά, χρονοβόρα αλλά σταθερά βήματα. Το ξεκίνημα είναι συνήθως η συμφωνία σε ένα σύντομο και περιεκτικό κείμενο πολιτικής, που περιγράφει το πρόβλημα και τις βασικές αρχές για την αντιμετώπισή του. Κατόπιν οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών ετοιμάζουν μια τεχνοκρατικά τεκμηριωμένη πρόταση η οποία συζητιέται, τροποποιείται και τελικά εγκρίνεται από τα όργανα του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Μάλιστα αυτή η διαδικασία της συζήτησης, της επεξεργασίας, της τροποποίησης και της έγκρισης, ανάλογα με την βαρύτητα της νομοθεσίας, μπορεί να «σπάσει» σε επιμέρους βήματα, όπως πχ στην έγκριση μιας Πράσινης Βίβλου, όπου συμφωνούνται οι γενικές αρχές διαβούλευσης και προβληματισμού, κατόπιν της Λευκής Βίβλου, όπου ο προβληματισμός της Πράσινης Βίβλου μετατρέπεται σε συγκεκριμένα μέτρα και τέλος της τελικής και εξειδικευμένης νομοθεσίας.
Σε όλη αυτή τη μακρά πορεία, η διαβούλευση με τους φορείς και την κοινωνία των πολιτών κατέχει σημαντικό και καθοριστικό ρόλο. Διαβουλεύσεις με επίσημες εκδηλώσεις και συζητήσεις, με επίσημες καταθέσεις απόψεων φορέων, με διαδικτυακές διαδικασίες ανοιχτές στους πολίτες. Τα οποία ούτε γίνονται για να εξυπηρετήσουν επικοινωνιακούς σκοπούς αλλά και ούτε οι απόψεις αυτές χάνονται στο...χωροχρόνο! Αντιθέτως, συγκεντρώνονται από τις υπηρεσίες των Βρυξελλών, κωδικοποιούνται, επεξεργάζονται και προκύπτει μια καταγραφή και αξιολόγηση όλων των προτάσεων, τα οποία συνυπολογίζονται στην κατάστρωση της νομοθεσίας.
Μοιάζει πολύπλοκο στην περιγραφή και σίγουρα είναι χρονοβόρο. Φέρνει όμως αποτέλεσμα. Και σίγουρα δεν είναι πιο χρονοβόρο από τις δικές μας συζητήσεις που ξεκινούν εκ του μηδενός κάθε φορά που αλλάζει Υπουργός σε ένα Υπουργείο και ξεκινά τη δική του πολιτική, με αποτέλεσμα στο τέλος να μένει ένα ωραίο μεγάλο....μηδέν εις το πηλίκον! Να σκεφτούμε μόνο πόσα χρόνια συζητάμε το θέμα της Παιδείας στο σύνολό του, χωρίς να καταλήγουμε σε πραγματικές λύσεις, και ίσως τότε οι διαδικασίες της ΕΕ να μας φανούν ταχύτατες! Κι αν όχι ταχύτατες, αποτελεσματικές πάντως σίγουρα!
Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαστε συνηθισμένοι σε όλα αυτά. Ακόμα και με τη συμμετοχή μας στην ΕΕ, ως ένα από τα παλιότερα μέλη της, φαίνεται ότι δε μπορέσαμε να διδαχθούμε απλά μαθήματα πολιτικής αποτελεσματικότητας. Η κρίσιμη περίσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας ίσως αναγκάσει όλους να αναθεωρήσουν τη στάση τους και να συνταχθούν σε μια κοινή προσπάθεια εξόδου από τις πολλαπλές κρίσεις της ελληνικής κοινωνίας. Έτσι, ενώ το 2004, ο κ. Γ. Παπανδρέου, ως αρχηγός της τότε αντιπολίτευσης δεν ανταποκρίθηκε στην έκκληση του τότε πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή για συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας στην αντιμετώπιση της διαπλοκής, σήμερα συγκαλεί ο ίδιος συνάντηση αρχηγών με το ίδιο θέμα. Και σήμερα ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Α. Σαμαράς, δεν αρνείται, αλλά προσέρχεται με διάθεση γόνιμου διαλόγου.
Είναι σίγουρο ότι η διαβούλευση και η συναίνεση μπορούν να μας πάνε μπροστά και τα χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε. Φτάνει να μη μείνουν στις εικόνες μπροστά στις κάμερες, αλλά να καταγραφούν, με ‘’χαρτί και μολύβι’’, και να αποτελέσουν την έναρξη μιας διαδικασίας με Στόχο, Χρονοδιάγραμμα, Αποτέλεσμα και Έλεγχο εφαρμογής. Απλά πράγματα επαγγελματικής πρακτικής και συνέπειας που πρέπει επιτέλους να ενσωματωθούν στην πολιτική πρακτική που εδώ και δεκαετίες περιοριζόταν στα λόγια και τις εξαγγελίες.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση...και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις, προσβλητικά, υποτιμητικά και υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Η φιλοξενία και οι αναδημοσιεύσεις άρθρων τρίτων, τα σχόλια και οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά. Προειδοποίηση: Περιεχόμενο Αυστηρώς Ακατάλληλο για εκείνους που νομίζουν ότι θίγονται προσωπικά στην ανάρτηση κειμένου αντίθετο με την ιδεολογική τους ταυτότητα ή άποψη, σε αυτούς λέμε ότι ποτέ δεν τους υποχρεώσαμε να διαβάσουν το περιεχόμενο του ιστολογίου μας.