Η ανάγκη για έναν ανεξάρτητο ελεγκτικό φορέα τύπου GAO στην ελληνική Βουλή με αρμοδιότητες και σε θέματα άμυνας


Μπάμπης Παπασπύρος

Το Government Accountability Office (GAO) των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί ένα πρότυπο ανεξάρτητου, μη κομματικού ελεγκτικού μηχανισμού, που λειτουργεί ως «βραχίονας» του Κογκρέσου. 

Ο ρόλος του εκτείνεται σε ευρύ φάσμα κυβερνητικών δαπανών και οικονομικών πολιτικών, παρέχοντας τεκμηριωμένες εκθέσεις, αναλύσεις κινδύνων, εκτιμήσεις κόστους-οφέλους και συστάσεις βελτίωσης. Ιδιαίτερα σε κρίσιμους τομείς όπως η εθνική άμυνα, το GAO αξιολογεί ανεξάρτητα προτάσεις του Υπουργείου Άμυνας (DOD) για εξοπλιστικά προγράμματα, force structure δηλαδή τη δομή, οργάνωση, ετοιμότητα και κατανομή πόρων των ενόπλων δυνάμεων, ενισχύοντας τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την αποφυγή σπατάλης δημόσιων πόρων. 

Ενδεικτικά Παραδείγματα Αξιολογήσεων GAO για Θέματα Αναδιοργάνωσης του DOD

Το GAO έχει διαχρονικά εξετάσει κρίσιμες πτυχές της αναδιοργάνωσης και της δομής δυνάμεων του Υπουργείου Άμυνας, από ιστορικές αξιολογήσεις όπως η “Base Force” στη μεταψυχροπολεμική περίοδο (1993), η αρθρωτή αναδιάρθρωση του Στρατού κατά τις δεκαετίες 2000–2010 και οι αναπροσαρμογές της παγκόσμιας αμυντικής διάταξης, έως σύγχρονες αναλυτικές προσεγγίσεις που στηρίζουν τη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο της Εθνικής Αμυντικής Στρατηγικής (π.χ. GAO‑19‑385). Πιο πρόσφατα, σε εκθέσεις του 2025 όπως η GAO‑25‑108104, το GAO ανέδειξε επίμονες προκλήσεις ετοιμότητας σε όλους τους επιχειρησιακούς τομείς, ζητήματα ενσωμάτωσης προσωπικού (όπως οι δυνάμεις του Στρατού στο Γκουάμ) και την ανάγκη για πιο αποτελεσματικό σχεδιασμό σε εξελισσόμενες δομές, συμπεριλαμβανομένης της Διαστημικής Δύναμης.

Στην Ελλάδα, η πρόσφατη εμπειρία με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) υπό τον τίτλο «Χάρτης Μετάβασης των Ενόπλων Δυνάμεων στη Νέα Εποχή» αναδεικνύει την ανάγκη για έναν αντίστοιχο ανεξάρτητο φορέα, όχι αποκλειστικά αμυντικό, αλλά τύπου GAO, με ευρεία αρμοδιότητα σε όλους τους τομείς κυβερνητικής δράσης και κατάλληλη στελέχωση για να επιλαμβάνεται αποτελεσματικά και θεμάτων άμυνας. 

Το νομοσχέδιο αυτό, που εντάσσεται στην «Ατζέντα 2030» για τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, εισάγει σημαντικές αλλαγές στη σταδιοδρομία και εξέλιξη αξιωματικών, υπαξιωματικών και επαγγελματιών οπλιτών, στο μισθολογικό καθεστώς (με αυξήσεις), στην αναδιοργάνωση της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης (συμπεριλαμβανομένης της ανωτατοποίησης Σχολών Υπαξιωματικών), στη στρατολογία και στην εθελοντική στράτευση γυναικών κλπ.

Κατά τη δημόσια διαβούλευση στην πλατφόρμα opengov.gr (από 20 Νοεμβρίου έως 5 Δεκεμβρίου 2025), το σχέδιο νόμου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και κινητοποιήσεις από στελέχη, απόστρατους, ενώσεις και πολίτες, με πάνω από 16000 σχόλια να εστιάζουν σε πιθανούς κινδύνους όπως η υποβάθμιση της  εξέλιξης των υπαξιωματικών, η αύξηση γραφειοκρατίας από νέες διακλαδικές διοικήσεις, η επέκταση της εφεδρείας και οι επιπτώσεις στην επιχειρησιακή ετοιμότητα...

Παρά τα όποια θετικά στοιχεία (μισθολογικές βελτιώσεις σε βάθος χρόνου, εκσυγχρονισμός εκπαίδευσης), οι αντιδράσεις υπογραμμίζουν την ανάγκη για βαθύτερη, ανεξάρτητη τεκμηρίωση των μακροπρόθεσμων συνεπειών.Στο ελληνικό σύστημα, η κοινοβουλευτική εποπτεία σε θέματα άμυνας βασίζεται κυρίως στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής, η οποία εξετάζει νομοσχέδια και λαμβάνει ενημερώσεις από το ΥΠΕΘΑ. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία είναι συχνά πολιτικά φορτισμένη και εξαρτάται από την κυβερνητική πλειοψηφία. Δεν υπάρχει ανεξάρτητος, μη κομματικός φορέας με εξειδικευμένο προσωπικό (οικονομολόγους, αναλυτές, στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες, νομικούς) που να παράγει συστηματικά ανεξάρτητες εκθέσεις για κινδύνους, εναλλακτικά σενάρια και βιωσιμότητα προτάσεων, όχι μόνο στην άμυνα, αλλά σε όλους τους τομείς.

Η δημιουργία ενός Γραφείου Κοινοβουλευτικής Λογοδοσίας (ή αντίστοιχου ονόματος), παρόμοιου με το GAO, υπό την αιγίδα της Βουλής, θα κάλυπτε αυτό το κενό. Ο φορέας αυτός θα είχε ευρεία αρμοδιότητα σε κυβερνητικές δαπάνες και πολιτικές, με ειδική διεύθυνση ή τμήμα στελεχωμένο από εξειδικευμένους σε αμυντικά θέματα (π.χ. force structure, εξοπλιστικά προγράμματα, ετοιμότητα). 

Σε νομοσχέδια όπως ο «Χάρτης Μετάβασης», θα μπορούσε να παρέχει αντικειμενικές αναλύσεις: 

  • Είναι βιώσιμες οι αλλαγές σε βάθος χρόνου;
  • Τηρούνται οι αρχές καλής νομοθέτησης;
  • Υπάρχει επαρκής αιτιολόγηση και τεκμηρίωση;
  • Υπάρχει σαφήνεια, συνοχή και συνταγματικότητα των διατάξεων;
  • Ποιες οι επιπτώσεις στην προσέλκυση και διακράτηση προσωπικού; 
  • Υπάρχουν κίνδυνοι γραφειοκρατίας ή υπερσυγκέντρωσης εξουσιών;
Τέτοιες εκθέσεις θα ενίσχυαν την εθνική συναίνεση σε ευαίσθητα ζητήματα ασφαλείας, χωρίς να περιορίζονται μόνο στην άμυνα. Ανάλογοι φορείς λειτουργούν σε πολλές δημοκρατίες (π.χ. National Audit Office στο Ηνωμένο Βασίλειο, Cour des Comptes στη Γαλλία ή αντίστοιχοι σε Σκανδιναβικές χώρες), καλύπτοντας και αμυντικά θέματα με εξειδικευμένη στελέχωση. 

Η Ελλάδα, ως μέλος ΝΑΤΟ και ΕΕ, θα ωφελούνταν σημαντικά από την υιοθέτηση ενός τέτοιου μοντέλου. Η περίπτωση του «Χάρτη Μετάβασης» δείχνει ότι η δημόσια διαβούλευση, όσο χρήσιμη κι αν είναι, δεν υποκαθιστά την θεσμική, ανεξάρτητη αξιολόγηση. Συμπερασματικά, η ίδρυση ενός ανεξάρτητου φορέα τύπου GAO δεν είναι πολυτέλεια, αλλά δημοκρατική αναγκαιότητα. Θα θωρακίσει τη λογοδοσία σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας μέσω κατάλληλης εξειδίκευσης, θα μειώσει κινδύνους λανθασμένων αποφάσεων και θα διασφαλίσει ότι μεταρρυθμίσεις όπως ο «Χάρτης Μετάβασης» υπηρετούν πραγματικά την εθνική ασφάλεια και το δημόσιο συμφέρον

Η Ελλάδα οφείλει να εμπνευστεί από διεθνή πρότυπα, ενισχύοντας τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της κοινοβουλευτικής εποπτείας.

Τέλος, καλό θα είναι όταν αντιγράφουμε ξένα συστήματα, να αντιγράφουμε και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς των χωρών αυτών...

Σχόλια