Μπορεί να καταρρεύσει η Ευρωπαϊκή Ένωση;

Μέχρι σήμερα μια Ευρώπη χωρίς την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν αδιανόητη. Ωστόσο πυκνώνουν οι φωνές εκείνων που προειδοποιούν πλέον ανοιχτά για πιθανή διάλυση του ευρωπαϊκού οράματος. Ανάμεσά τους και ο Ζαν Άσελμπορν.

Στις Βρυξέλλες η συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν αποτελεί πλέον ένα θέμα ταμπού. Έχει παρέλθει ο καιρός που ακουγόταν από όλες τις πλευρές ότι οι κρίσεις κάνουν την Ευρώπη ισχυρότερη, επειδή τα 28 κράτη-μέλη υποχρεώνονται να συνεργαστούν στενά για να τις υπερβούν.
Από εκείνη την εποχή μέχρι σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στον ποταμό της Γηραιάς Ηπείρου: οικονομική και συνταγματική κρίση, προσφυγικό, Ουκρανία. «Η Ευρώπη βρίσκεται πλέον σε κρίση ταυτότητας» δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς. Ο ολλανδός πολιτικός, δεύτερος τη τάξει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και γνωστός υποστηρικτής της στρατηγικής σκέψης, παραδέχτηκε τον Οκτώβρη ότι το αδιανόητο δεν είναι πλέον απίθανο. Ενώ ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου Ζαν Άσελμπορν είπε το ίδιο με πιο απλά λόγια: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να καταρρεύσει».
Ωστόσο ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ υπήρξε περισσότερο συγκρατημένος σε μια ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο στις αρχές Σεπτέμβρη: «Η ΕΕ δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση» τόνισε. «Δεν υπάρχει αρκετή Ευρώπη στην Ένωση, όπως δεν υπάρχει και αρκετή Ένωση μέσα στην ίδια την Ένωση».
Έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών-μελών
Ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής Μελετών στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC)
Ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής Μελετών στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC)Ανάμεσα στις δηλώσεις του Γιούνκερ και του Τίμερμανς είχε μεσολαβήσει η Σύνοδος Κορυφής για το προσφυγικό των 28 κρατών-μελών και των ηγετών τους στις 15 Οκτωβρίου, όπου φάνηκε καθαρά η κρισιμότητα της κατάστασης. Κι ενώ το προσφυγικό πιέζει αφόρητα τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, άλλα σημαντικά ζητήματα για την επιβίωση της ΕΕ, όπως η απειλή εξόδου από την πλευρά της Μεγάλης Βρετανίας και η ολοκλήρωση της νομισματικής ένωσης, δεν έχουν τεθεί σε αυτή την επιτακτική συγκυρία ακόμη στο τραπέζι.
Όπως παρατηρεί ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής Μελετών στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC), «μια ολοένα αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης έχει προκαλέσει μεγάλα ρήγματα στην ΕΕ». Πρόκειται για έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών-μελών, μεταξύ των κυβερνήσεων και των θεσμών και μεταξύ των πολιτών και των αντιπροσώπων τους. Σε αυτή την τροπή καθοριστικό ρόλο έπαιξε η προσφυγική κρίση, κατά τον έλληνα οικονομολόγο, καθώς οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν τώρα το ζήτημα με διαφορετικές προτεραιότητες. Κι αυτό οδηγεί τους πολίτες στο να πιστεύουν «ότι η ΕΕ δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματά τους».
Πεθαίνει η Συνθήκη του Σένγκεν;
Ο υπ. Εξ. του Λουξεμβούργου Ζαν Άσελμπορν
Ο υπ. Εξ. του Λουξεμβούργου Ζαν ΆσελμπορνΤο προσφυγικό συνδέεται άλλωστε άμεσα με την κρίση στην οικονομία. Και στα δύο ζητήματα οι κυβερνήσεις δεν έχουν κατορθώσει να θέσουν κοινώς αποδεκτούς κανόνες. Άλλωστε προϋπόθεση για την ελεύθερη μετακίνηση εντός της ΕΕ, όπως προέβλεπε η Συνθήκη του Σένγκεν, η οποία υπεγράφη πριν από 30 χρόνια στην ομώνυμη κωμόπολη του Λουξεμβούργου, είναι ο επαρκής έλεγχος των εξωτερικών ευρωπαϊκών συνόρων. Ο Άσελμπορν φοβάται ότι εάν δεν επιτευχθεί ευρωπαϊκή λύση «η Συνθήκη του Σένγκεν είναι καταδικασμένη να πεθάνει». Και καταλήγει: «Ο κίνδυνος είναι πλέον σαφής. Έχουμε μόνο λίγους μήνες για τη σωτηρία της ΕΕ».
Παράλληλα σε αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων πρόσφατα η Πολωνία και η Δανία, η δεξιά σημειώνει εκλογική άνοδο και μαζί με αυτή και ο ευρωσκεπτικισμός. «Για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο φοβούνται οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης πως τα παιδιά τους θα ζήσουν χειρότερες μέρες από εκείνους, γεγονός που οδηγεί σε λιγότερη αυτοσυνείδηση και απειλεί τη δημοκρατία», δήλωσε ο Τίμερμανς στη δεξαμενή σκέψης Friends of Europe.
Από την πλευρά του ο Άσελμπορν φοβάται ότι η ΕΕ θα χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών της, εάν σπάσουν οι αρμοί των κοινών πολιτισμικών αξιών. «Ένας κακώς νοούμενος εθνικισμός θα μπορούσε να οδηγήσει σε πραγματικό πόλεμο» προειδοποιεί.
Ντίτερ Έμπελινγκ / Δημήτρης Ελευθεράκης, http://www.dw.com

Σχόλια