ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΠΑΤΡΙΔΑ, ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΑΜΟΣ....


του κου Χρ . Λάνδρου/Φιλόλογου, τέως προϊστάμενου ΓΑΚ Σάμου
Η περιγραφή της ναυμαχίας της Σάμου στις 4-6 Αυγούστου 1824 έχει περιγραφεί τόσο από τους ναυάρχους που είχαν πρωταγωνιστήσει τις ημέρες εκείνες στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Σάμου και Μικράς Ασίας, όσο και από το Γενικό Διοικητήριο της Σάμου στο οποίο τηρήθηκε με εντολή του Λογοθέτη Λυκούργου λεπτομερές «Ημερολόγιο» συμβάντων με τον γενικό τίτλο Εφημερίς των Πράξεων του Γενικού Διοικητηρίου Σάμου. Το τεκμήριο αυτό φυλάσσεται στα ΓΑΚ Σάμου στον φάκελο Γ1 των Συλλογών εγγράφων της επανάστασης του 1821. Το μεγαλύτερο μέρος των εγγράφων του συγκεκριμένου φακέλου δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί. Ωστόσο η αναφορά στα γεγονότα του 1824 από τον Νικόλαο και τον Επαμεινώνδα Σταματιάδη στηρίζεται στα έγγραφα αυτά. Ένα απόσπασμα του εν λόγω Ημερολογίου δημοσιεύθηκε στο 2ο τεύχος του περιοδικού Απόπλους1 με κατατοπιστικά σχόλια.

Το μεγάλο γεγονός για την επανάσταση του ‘21 διαδραματίστηκε «κατέμπροσθεν του φρουρίου», στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Τηγανίου της Σάμου και της Μικράς Ασίας από τα τέλη Ιουλίου 1824 που άρχισε η ναυτική πολιορκία του νησιού με στόχο την κατάληψη και υποταγή του μέχρι και την επαύριο της ναυμαχίας. Ο οθωμανικός στόλος εκστρατεύοντας κατά των νήσων του Αιγαίου σκόπευε να ενωθεί με τον αιγυπτιακό και από κοινού να πλεύσουν εναντίον της Πελοπόννησο για να καταστείλουν την επανάσταση. Κάθε αντίσταση που συναντούσαν αντιμετωπιζόταν με ολοσχερή καταστροφή, παραδειγματική για τους υπόλοιπους εξεγερμένους. Έτσι, ο οθωμανικός στόλος κατέστρεψε τα Ψαρά και ο αιγυπτιακός την Κάσο με ολοκαύτωμα και στις δυο περιπτώσεις. Η Σάμος σώθηκε χάρη στην καλή οργάνωση της άμυνάς της και στην συνδυασμένη αντιμετώπιση του εχθρικού στόλου από τον ενωμένο ελληνικό των τριών ναυτικών νησιών Ύδρας, Σπετσών, Ψαρών και την επιδεξιότητα των πλοιάρχων Σαχτούρη, Τσαμαδού, Ανδρούτσου, Αποστόλη, Κανάρη. Ο ελληνικός στόλος είχε έγκαιρα προσκληθεί από τον Λογοθέτη Λυκούργο να σπεύσει στη Σάμο για να αντιμετωπίσει τον επερχόμενο κίνδυνο. Ο τουρκικός στόλος υπό τη διοίκηση του Χοσρέφ πασά περιέπλευσε το νησί και προσπάθησε επανειλημμένως , ανεπιτυχώς όμως, να κάνει απόβαση στις βόρειες ακτές, στο Καρλόβασι και στον Κότσικα. Κάθε τέτοια επιχείρηση αποκρούσθηκε από τους Σαμιώτες με επιτυχία, καθώς εφάρμοζαν το σχέδιο άμυνας που είχε εκπονήσει ο Λυκούργος πριν από μήνες.2

Ο Λογοθέτης Λυκούργος εκλεγμένος Γενικός Διοικητής και στρατηγός σε περίπτωση πολεμικών επιχειρήσεων από την αρχή του έτους, καθώς είχε πληροφορηθεί τις ετοιμασίες του τουρκικού στόλου, είχε οχυρώσει με φρούριο και κανόνια τον λόφο του Κάστρου στο Τηγάνι, εκεί όπου προϋπήρχε βυζαντινό κάστρο και είχε ορίσει τομείς άμυνας για τους κατοίκους κάθε χωριού που θα προστάτευαν το σύνολο των ακτών. Η μεγαλύτερη αμυντική δύναμη ήταν συγκεντρωμένη στον κάμπο της Χώρας από το φρούριο μέχρι το Ηραίον, αλλά και οι άλλες ακτές, όπου ήταν πιθανό να γίνουν εχθρικά προγεφυρώματα, είχαν οχυρωθεί αλλού με παρατηρητήρια και αλλού με πρόχειρα ορύγματα. Ένα σύστημα οπτικού

________________________________________________

1 Χ. Λάνδρος, «Και ούτως έπαυσεν ο πόλεμος…» Μια μαρτυρία για τα γεγονότα της Σάμου τον Αύγουστο του 1824 από το ανέκδοτο Ημερολόγιο του Λυκούργου», Απόπλους τχ. 2/3, Σάμος, 1990, σ.108-116

2 Ν. Σταματιάδης, Σαμιακά, τόμ. Β, σ. 236-238

_________________________________________________

τηλεγράφους από τον Κέρκη μέχρι το στρατηγείο του Λυκούργου στο φρούριο είχε εγκατασταθεί και πολύ γρήγορα ειδοποιούνταν το Διοικητήριο ώστε να αποστείλει διαταγές κατάληψης των προκαθορισμένων θέσεων στις ντάπιες των παραλίων. Την ευθύνη συντονισμού σε κάθε μέρος είχαν οι τέσσερις χιλίαρχοι: καπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης, καπετάν Κωνσταντής Λαχανάς, καπετάν Κωνσταντής Κονταξής και ο καπετάν Μανόλης Αγγελινίδης.

Η μεγάλη σύγκρουση ελληνικού και οθωμανικού στόλου έγινε παραμονές της εορτής της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και έληξε με σοβαρές ζημιές του τουρκικού, ο οποίος ματαίωσε κάθε άλλη απόπειρα κατάληψης του νησιού . Ο κίνδυνος που διέτρεξε η Σάμος το 1824 είχε παρέλθει. Η νίκη του ελληνικού στόλου ήταν ουσιαστικά η πρώτη μεγάλη νίκη του στόλου και είχε σωτήρια αποτελέσματα τόσο για τη Σάμο όσο και για τα άλλα νησιά, την Πελοπόννησο και την επανάσταση. Ο Λυκούργος και η Γενική Συνέλευση των Σαμίων συνέδεσαν τη σωτήρια νίκη με την χριστιανική εορτή και αμέσως μετέβαλαν την επίσημη σφραγίδα των Συνελεύσεων ώστε να εικονίζει την Μεταμόρφωση με την επιγραφή ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΑΜΟΝ ΕΣΩΣΕ ΕΚΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παράλληλα αποφάσισαν να οικοδομήσουν ομώνυμο ναό στην περιοχή του Κάστρου ως έκφραση ευγνωμοσύνης για τη σωτηρία της νήσου.

Η ναυμαχία εικονίσθηκε από τον Παναγιώτη Ζωγράφο του Μακρυγιάννη με την επιγραφή «Ναυμαχία της Σάμου Αυγούστου 6 1824». Αυτός είναι ο ορθός όρος του γεγονότος: Ναυμαχία της Σάμου και δεν πρέπει να συγχέεται με την ναυμαχία της Μυκάλης που έγινε το 479 π. Χ. στον ίδιο θαλάσσιο χώρο.

Από το 1824 και μέχρι σήμερα εορτάζεται στη Σάμο η ανάμνηση της νικητήριας ναυμαχίας με λαμπρότητα στον περιφανή ναό της Μεταμόρφωσης που κτίσθηκε δίπλα στον πύργο του Λυκούργου και αποτελεί την τοπική εθνική εορτή της Σάμου, αρχικά από τον 1888 με απόφαση της σαμιακής Βουλής και από το 1912-13 με την ενσωμάτωση του νησιού στην Ελλάδα.

Το απόσπασμα του Ημερολογίου που δημοσιεύεται καλύπτει το διάστημα από 29 Ιουλίου 1824 μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου 1824. Η γλώσσα του είναι απλή και κατανοητή. Μόνο κάποιες λέξεις ηχούν παράξενα σήμερα. Για παράδειγμα ο οθωμανικός στόλος ονομάζεται βυζαντινός γιατί είχε ξεκινήσει από την Κωνσταντινούπολη, έδρα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας άλλοτε, όπου το αρχαίο Βυζάντιο. Οι πεζοδρόμοι που ειδοποιούσαν τα χωριά ήταν πεζοί ή έφιπποι ταχυδρόμοι που μετέφεραν τις διαταγές της Διοίκησης. Το ρήμα «κανονίζω» σημαίνει βάλλω, χτυπώ με κανόνι, κανονιοβολώ . Η καταγραφή των γεγονότων στο εν λόγω Ημερολόγιο γίνεται με σαφήνεια και σοβαρότητα χωρίς όμως να καλύπτει και τον ενθουσιασμό του συντάκτη –γραφέα του Γενικού Διοικητηρίου Σάμου.

Το έγγραφο

Τη 29 Ιουλίου, ημέρα Τρίτη έφθασεν εις την Σάμον ο Βυζαντινός στόλος συνιστώμενος από 200 περίπου πλοία μικρά και μεγάλα, προς το μέρος του Καρλοβάσου. Μερικά εξ αυτών αποχωρισθέντα των άλλων κατέβησαν εις το Κουσάνδασι. Η είδησις αύτη διεδόθη ταχύτατα διά του Τηλεγράφου και πεζοδρόμων εις όλα τα χωρία και όλοι οι κάτοικοι ενωπλίσθησαν προς αντίστασιν κατά του εχθρού. Οι Καρλοβάσιοι και πλήθος από τους κατοίκους των πέριξ χωρίων κατέβησαν εις εκείνο το παράλιον και

προκατέλαβον τας αναγκαίας θέσεις και μάλιστα εκείνας του Σαϊτανίου· διότι όλον το μέρος τούτο περιεζώσθη έως εσπέρας από τα πλοία του εχθρού, τα οποία φθάσαντα από το πρωί δεν έπαυσαν να κανονίζωσι μακρόθεν έως ηλίου δύσιν.

Τη 30 Ιουλίου, ημέρα Τετράδι, εξημερώθησαν τα εχθρικά πλοία εις την Χώραν, όπου ο στρατηγός Λυκούργος είχε προκαταλάβη αφ’ εσπέρας το Φρούριον με ανθρώπους. Πλοία δε τινα του εχθρού μεγάλα, συνοδεύοντα ικανόν αριθμόν πλοιαρίων έμειναν περιπλέοντα το Ικάριον πέλαγος μέχρι του Καρλοβάσου, μεταξύ αυτών εξημερώθησαν εικοσιδύο ελληνικά πλοία, τα οποία απέκοψαν ευθύς εν μέρος εχθρικών πλοιαρίων, τα έβαλαν εις δίωξιν και άλλα μεν εβύθισαν, άλλα δε επίασαν· και προς το εσπέρας έφθασαν και άραξαν εις τον Μεσόκαμπον. Όλην δε την ημέραν ταύτην τα εχθρικά πλοία δεν έκαμον άλλο, ειμή να περιφέρωνται εις τα πανία παρατηρούντα τας θέσεις μας και κατ’ εξοχήν το Φρούριον· τα δε μικρά πλοιάρια τα είχαν αράξει εις την αντικρύ εις την Καναπίτζαν.

Τη 31 Ιουλίου, ημέρα Πέμπτη μετά μεσημβρίαν ετράβιξαν τα εχθρικά πλοία προς το μέρος του κάβου Ζωρζή· όθεν παραταχθέντα εκανόνιζον συγχρόνως και τα ελληνικά πλοία αραγμένα και το φρούριον. Τα ελληνικά πλοία σηκοθέντα επολέμησαν έως τρεις ώρας, πλην ματαίως, προς το εσπέρας τα μεν εχθρικά ετραβίχθησαν κατά το Γαδορόνησον τα δε ελληνικά επιστρέψαντα άραξαν εις τον Μεσόκαμπον.

Τη 1. Αυγούστου, ημέρα Παρασκευή συνεκροτήθη μάχη μεταξύ των εχθρικών και ελληνικών πλοίων και του φρουρίου, διήρκεσεν από τας 3 ώρας της ημέρας έως την δύσιν σχεδόν του ηλίου. Η νίκη δεν έκλινεν εις κανέν μέρος. Βάλαις και πούμπες ερίφθησαν πολλαί και αβλαβώς προς το φρούριον. Τρεις μόνον βάλες (από 18 οκ[άδες] περίπου η καθεμία) εκτύπησαν την θαλασσινήν πλευράν του πύργου· η αη άμα κτυπήσασα εσχίσθη εις δύο και έπεσεν εις την θάλασσαν, αι άλλαι δύο αντεκρούσθησαν και έπεσαν ακέραιαι χωρίς να κάμωσιν ειμή σημεία μικρά του κτυπήματος. Αύτη δε η μάχη ηνοίχθη πρώτον από το φρούριον.

Τη 2 Αυγούστου ημ[έρα] Σαββάτω δεν έγινε πόλεμος.

Τη 3 Αυγούστου, ημ[έρα] Κυριακή μετά μεσημβρίαν συνεκροτήθη η Ναυμαχία τα εχθρικά ορμήσαντα επλησίασαν κατά των ημετέρων· οι Έλληνες αντιπαραχθέντες γενναίως απεχώρησαν μέρος εχθρικών πλοίων. Εις τας 5:/ε ώρας πλησίον της Καναπίτζας εις την ανατολήν έκαυσαν την μεγαλυτέραν και ταχύπλοον εχθρικήν φυργάδα. Ο εχθρός θυμωθείς έστειλεν εναντίον των 12 πλοία έν απ’ αυτά (το Τριπολίνικον) προτρέχον και τολμηρότερα μαχόμενον εζώσθη από δύο πουρλότα· και μετά μίαν ικανήν αντίστασίν του εκαύθη από το έν εις τας 7 /ε πλησίον του κάβου Ζωρζή. Επομένως τα ημέτερα και 14 εχθρικά συμπλακέντα εις μάχην επολέμησαν πεισματικώτατα και περί τας 10 ώρας έκαυσαν οι Έλληνες του εχθρού μίαν μετζοφεργάδα αντικρύ του φρουρίου μας· και ούτως έπαυσεν ο πόλεμος, ο οποίος εστάθη ο φρικτότερος απ’ όλας τας προλαβούσας των Ελλήνων ναυμαχίας. Η πρώτη φυργάδα εκαύθη διά 2, το τριπολίνικον βρίκι δι’ 1 και η μετζοφεργάδα διά 2 βουρλότων · έν δε βουρλότον διευθυνθέν εις μίαν άλλην φεργάδα, δεν την επέτυχεν και

εκαύθη επί ματαίω. Η αη φυργάδα καιομένη έπεσεν έξω κατά την Καναπίτζαν, και αι μετά κρότου αποσπασθείσαι φλόγες της κατέκαυσαν τινά των εκεί αραγμένων καϊκίων, και πολλούς των εις εκείνο το παράλιον στρατοπεδευμένων Τούρκων. Εκτός των όσοι εκάησαν, εκτός των πυρποληθέντων πλοίων και των όσοι έπιπτον ως βάτραχοι από τον φόβον των εις την θάλασσαν και απ’ αυτού ακόμη τα πλοία του εχθρού όσα ευρέθησαν πλησίον των πυρπολουμένων. Αύτη η νίκη των Ελλήνων τόσον κατετρόμαξε τους εχθρούς ώστε τα μεν εχθρικά πλοία δεν ετόλμων πλέον να πλησιάσωσι τα ελληνικά· τα δε εις τα παράλια της ανατολής στρτοπεδευμένα τουρκικά πολυάριθμα στρατεύματα ήρχισαν να σκορπίζωνται. Τα ελληνικά πλοία αυξανόμενα από ημέραν εις ημέραν ήσαν ήδη 5[0] πενήντα.

Από την Τετράδην μέχρι του Σαββάτου 9 Αυγούστου ο εχθρικός στόλος έβλεπε μακρόθεν τα ελληνικά πλοία, πλέων κατά το γαδορόνησον. Τα δε εληνικά πλοία τον αντιπαρετάσσοντο ημέραν παρ’ ημέραν, χωρίς αυτός να τολμά να πλησιάση εις αυτά διόλου. Το δε εσπέρας του Σαββάτου ετράβηξε κατά την Νήσον Κω και έγινεν άφαντος.

Τη 10 Αυγούστου, ημ[έρα] Κυριακή έπλευσαν τα ιδικά μας εις το μέρος της Σπυλιάς αλλά διά τον εναντίον άνεμον δεν εμπόρεσαν να επιφέρουν ουδεμίαν βλάβην εις τα εκεί μείναντα εχθρικά πλοία.

Τη 11 Αυγούστου ημ[έρα] Δευτέρα εξεδόθησαν από το Διοικητήριον διάφορα γράμματα εις τα χωρία, ήτοι περί προμηθεύσεως βοδίων και κατζικίων διά τα ελλ. πλοία, αναλόγως από το καθέν χωρίον· περί αποστολής στρατιωτών ισαρίθμων με τα πουλετία εκάστου χωρίου, διά να συμπαραστέκονται εις τας χρείας της πατρίδος, και των καραβίων, εις τόπον των αρρωστησάντων προκρίτων (περί ού πολλάκις πρότερον έγραψεν ανωφελώς καθώς και περί πολλών άλλων συμφερόντων της πατρίδος) και γράμματα εν ταυτώ προσκλητικά εις συνέλευσιν διά διορθωθή η επικρατούσα των πραγμάτων εσωτερική ανωμαλία.

Προς το εσπέρας εξέπλευσαν της Σπυλιάς τα εκεί παραμείναντα 4 εχθρικά πλοία, διευθυνόμενα εις τα Τζατάλια. Τα παρετήρησεν η βαρδακόστα μας αλλά δεν επροφθάνοντο να κυνηγηθώσι. Την νύκτα ηκούσθησαν έως δέκα κανονίαι προς εκείνο το μέρος.

Τη 15 Αυγούστου, ημέρα Παρασκευή της Παναγίας υπήγεν ο Διοικητής και εντάμωσε τους κυρίους Ναυάρχους εντός του πλοίου του Ψαριανού Ναυάρχου κυρίου Ν. Αποστόλη εις τον Μεσόκαμπον. Τη αυτή ημ[έρα] εδόθησαν προς αυτούς αρκετά βόδια και κατζίκια σταλθέντα από τα χωρία.

Τη 16 Αυγούστου, ημ[έρα] Σαββάτω, εσηκώθησαν από τον Μεσόκαμπον όλα τα ελληνικά πλοία 38 τον αριθμόν και διευθύνθησαν προς τα νησία Λέρον και Κάλυμνον, με σκοπόν να ανιχνεύσωσι τα κινήματα του εχθρικού στόλου. Έν δε μόνον έμεινεν αραγμένον εκεί διά να εκβάλη από την θάλασσαν λάφυρα εκ των κεκαυμένων εχθρικών πλοίων.

Τη 18. Αυγούστου συνεκροτήθη εις Χώραν τοπική συνέλευσις, όπου απεφασίσθη η διόρθωσις των προλαβουσών αταξιών και έγινε μία περί τούτου διακήρυξις εις όλην την Νήσον διατάττουσα την αποκατάστασιν ενός εφόρου εξ εκάστου χωρίου, και όλων των χωρικών καπιτανέων παρά τω Γ. Διοικητή και τοις Προκρίτοις διά την ενέργειαν της ευταξίας και ασφαλείας της πατρίδος εν ού3 επικρατεί η τρέχουσα κρίσιμος περίστασίς της. Και προς τούτοις απεφασίσθη η σύναξις ενός πουλετίου προς 10 γρ. εις διάστημα τριών ημερών προς εξοικονόμησιν πολεμεφοδίων και άλλων προσωρινών αναγκαίων.

Τη αυτή προς το εσπέρας εξεκινήσαμεν το καΐκι του Στεφανή χράπη με γράμμα προς τον ελλ. στόλον διά να μας φέρη εκείθεν ειδήσεις.

Την άλλην ημέραν τη γη 19 Αυγούστου επέστρεψε ο ταχύπλουν, μας έφερεν ειδήσεις από τους αντιναυάρχους, ότι εξαιτίας των σφοδρών ανέμων ευρίσκονται εις Πάτμον και δεν εμπόρεσαν να κάμωσι κανέν κίνημα κατά του εχθρού σκοπεύουν όμως οπότε εύρουν ευκαιρίαν να κινηθούν.

20, 21, 22 Αυγούστου, ήτοι Τετράδι Πέμπτη και Παρασκευή εξαιτίας των σφοδρών ανέμων δεν εμάθαμεν τίποτε, παρά μόνον από έν Γαλλικόν ότι οι δύο εχθρικοί στόλοι ηνώθησαν, διά πού όμως μελετούν να εφορμήσουν, άδηλον.

23 τω Σαββάτον απέρασεν αγγλική φρεγάδα μ’ άλλο έν ιμβρίκιον, μας είπεν ότι έρχεται από Σμύρνης, απέρασεν από Κουσάνδασι και ότι εκεί είδε έως είκοσι πέντε καΐκια και έως τέσσαρες χιλιάδες στράτευμα.

Τη Κυριακή μετά το μεσημέρι άρχισε ν’ ακούεται κρότος κανονίων πολύς κάτωθεν της Αγαθονήσου, έως εις μίαν ώραν της νυκτός, εκ του οποίου εσυμπεράναμεν ότι έγινε ναυμαχία μεγάλη· είπαν ότι από υψηλά μέρη της νήσου μας εφάνησαν και πλοία κάτωθεν της Αγαθονήσου. Τη αυτή εσπέρα εξεκινήσαμεν γράμματα εις τα χωρία να προφθάσουν αρκετοί άνθρωποι εις τας θέσεις των προφυλακών διά κάθε ενδεχόμενον.

25: Τη Δευτέρα εξεκινήσαμεν ταχύπλουν διά να μάθωμεν το τέλος της χθεσινής Ναυμαχίας.

Σχόλια