ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΑ Η ΧΑΜΕΝΗ ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ

Γράφει η Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη*                      
30.12.2014
Μέσα σ’αυτά τα τελευταία έξη χρόνια η Ελλάδα υπέστη τα πάνδεινα, ως πειραματόζωο, από το οποίο οι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι της υφηλίου ανέμεναν την  ύστατη δικαίωσή τους. Πίστευαν, δηλαδή,  αφελώς, ότι το παντελώς και πανταχού αποτυχημένο μοντέλο τους της λιτότητας, θα είχε επιτέλους κάποια θετικά αποτελέσματα στην ελληνική περίπτωση.
  Οι ελπίδες τους, όμως,  όπως άλλωστε θα έπρεπε να θεωρείται εκ των προτέρων βέβαιο, αποδείχθηκαν και τη φορά αυτή φρούδες και  αντί του θριάμβου, που προσδοκούσαν, η Ελλάδα κατέρρευσε και ο λαός της εξαθλιώθηκε. Η καταστροφή σημαντικού τμήματος της παραγωγικής βάσης της οικονομίας φαίνεται ανεπανόρθωτη, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει κατά 30% και πλέον το ΑΕΠ της, σε σύγκριση με το αντίστοιχο επίπεδο πριν από την κρίση, και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της να επιστρέψει σε αυτό του 1980. Η επίσημη ανεργία έφθασε στο δυσθεώρητο ύψος του 27% ενώ η πραγματική υπερβαίνει το 30% του ενεργού πληθυσμού, ένα στα τρία καταστήματα έχουν βάλει λουκέτο  και ο λαός έχει πλήρως και από πολλές οπτικές γωνίες εξαθλιωθεί.
Οι αμετανόητοι θιασώτες των μνημονίων, που ενσωμάτωσαν αυτήν την απάνθρωπη μακροοικονομική πολιτική, προσπαθούν να αποδείξουν επιτυχίες, εκεί που υπάρχουν μόνο συντρίμμια, και τολμούν να προβάλλουν ως επίτευγμα ένα αμφιλεγόμενο και αιμοσταγές πρωτογενές πλεόνασμα, που (άκουσον-άκουσον) προέρχεται από καταποντιζόμενο και όχι, όπως θα όφειλε, από ανερχόμενο εισόδημα. Ωστόσο, αυτό που τώρα χρειάζεται κατεπειγόντως είναι η ριζική μεταβολή πολιτικής, που θα φέρει μαζί της και αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, εγκατάλειψη δηλαδή της λιτότητας. Να υπενθυμίσω ότι αυτή η στραγγαλιστική λιτότητα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα,  εκτός της οδυνηρής της μορφής, αποδείχθηκε και παντελώς αναποτελεσματική: το χρέος από 120% στο ΑΕΠ αυξήθηκε, εξαιτίας ακριβώς  των μνημονίων, σε 177%  αντίστοιχα, καθιστώντας το από βιώσιμο που ήταν το 2009 σε σαφέστατα μη βιώσιμο το 2014.  
Εναντίον αυτής της αλλαγής, και υπέρ της διατήρησης του γεννοκτονικού  μνημονιακού περιβάλλοντος, έχουν επιστρατευθεί Θεοί και δαίμονες, που δρουν όχι αποκλειστικά και μόνο εντός των ελληνικών συνόρων, αλλά και στο εξωτερικό. Ο ευρωπαϊκός και διεθνής Τύπος παραχωρεί και πάλι τώρα πρωτοσέλιδα, για την Ελλάδα, και για τον Αρμαγεδδών που δήθεν θα την πλήξει, αν τελικά τολμήσει να αλλάξει το πολιτικό της σκηνικό. Το ενδιαφέρον, φυσικά, αυτό δεν  έχει ως επίκεντρο μόνο, αλλά ούτε και κυρίως την Ελλάδα, αλλά αντιθέτως   εκφράζει  τον πανικό του συστήματος, για το τι πρόκειται να συμβεί στην ευρωζώνη, αν το GREXIT   εμφανιστεί ως αναπότρεπτη εξέλιξη. Και, ακριβώς, η επάνοδος αυτής της συζήτησης, που είχε αρκετά υποχωρήσει τους τελευταίους μήνες, μπορεί να θεωρηθεί ως βαρόμετρο για το ότι, ναι μεν ο κίνδυνος διάλυσης του ευρώ, από πιθανή αποχώρηση της Ελλάδας, έχει περιοριστεί, δεν έχει όμως εκλείψει. Και θα πρόσθετα ότι η ανάφλεξη των αντιδράσεων, εναντίον της πολιτικής λιτότητας, σε ολόκληρο σχεδόν τον ευρωπαϊκό Νότο, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο: ότι, δηλαδή, ο κίνδυνος του ΝΤΟΜΙΝΟ υπάρχει πάντα.
Οι βουλευτικές εκλογές, στην Ελλάδα, που θα αποφασίσουν για την αλλαγή ή για τη συνέχιση της ίδιας αδιέξοδης πολιτικής έχουν οριστεί για τις 25 Ιανουαρίου του 2015. Και από τώρα ως τότε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα ενταθούν οι  απειλές εναντίον της αλλαγής, και θα αγριέψουν οι περιγραφές των κινδύνων, στους οποίους δήθεν εκτίθεται η χώρα και ο λαός της αν τολμήσει να ψηφίσει υπέρ της αλλαγής. Ένα σύνδρομο, θα έλεγα, ναπολεόντειο, μια έκφραση πολιτικού μονόδρομου της παρούσας Κυβέρνησης, που εμφανίζεται ως η μόνη εγγυήτρια σταθερότητας και προόδου, παρότι  τα έξη χρόνια της πολιτικής της μόνο καταστροφές μπορούν να επιδείξουν. Ο κόσμος εμφανίζεται αμήχανος και φοβισμένος, γιατί η εκστρατεία υπέρ της μη αλλαγής εμμένει  στη βεβαιότητα έλευσης μιας νέας κατάστασης χειρότερης από την παρούσα. Και παρότι είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς επιδείνωση της κόλασης που ήδη επικρατεί, μερίδα του λαού, που έχει ακόμη απασχόληση, που δεν έχασε το σπίτι του, που μπορεί ακόμη να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες,  τρομοκρατείται.
Η ανάγκη αλλαγής είναι τώρα πια  επιτακτική, και θα πρόσθετα ακόμη ότι πρόκειται για  ζήτημα ζωής και θανάτου για την Ελλάδα του 2015, που έχει απολέσει τα πάντα, στο διάστημα αυτών των έξη τελευταίων δραματικών  ετών. Και παρότι δεν είναι διόλου σίγουρη  η έλευση αυτής της κάποιας αλλαγής, και παρότι έστω και αν έρθει, η νέα Κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει μια  εξαιρετικά δύσκολη   κατάσταση, ιδιαίτερα και αν ο πόλεμος λάσπης συνεχιστεί, θα περιοριστώ εδώ σε ένα και μοναδικό επίτευγμα, που απαιτείται από αυτήν και που θέλω να ελπίζω ότι θα είναι σε θέση να το εξασφαλίσει.
Αναφέρομαι, πολύ συγκεκριμένα, στην προσπάθειά της να ξαναδώσει στους Έλληνες  την εθνική τους αξιοπρέπεια, που βίαια και βάρβαρα τους έχει αφαιρεθεί με πολλές και ποικίλες μεθοδεύσεις. Και είναι περιττό να υπογραμμίσω ότι ένα Έθνος μπορεί να επιβιώσει για μεγάλο διάστημα με στερήσεις και κακουχίες, αλλά χάνεται αν καταδικαστεί σε ζωή χωρίς εθνική υπερηφάνεια, χωρίς πίστη στις δυνατότητες της φυλής του, χωρίς αξιοπρέπεια.
Και, αλλοίμονο, αυτή η έλλειψη αποτελεί τη  δραματικότερη συνέπεια των μνημονίων, καθώς και της δουλικής αποδοχής του περιεχομένου τους από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Αυτές δέχθηκαν αδιαμαρτύρητα, και μάλιστα με εμφανείς προσπάθειες πιστής εφαρμογής, από την πλευρά τους,  απαιτήσεων τόσο εξωφρενικών, τόσο υποτιμητικών και τόσο προσβλητικών της Τρόικας, όπως ανάμεσα σε άλλες, των αναίτιων απολύσεων χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων που συλλήβδην, αλλά χωρίς αποδείξεις  κατηγορήθηκαν για ανικανότητα, για  διαφθορά και  για απάτη, όπως της μεταβολής της αγοράς εργασίας σε ζούγκλα, όπως της έξωσης από το σπίτι τους όσων δεν  είχαν τη δυνατότητα να   πληρώσουν τα χρέη τους, όπως της σταδιακής κατεδάφισης του κράτους Πρόνοιας, κλπ., κλπ.
Αυτές άφησαν απροστάτευτο έναν ολόκληρο λαό να κατηγορείται ως τεμπέλης, ως αναξιόπιστος και ως άχρηστος σχεδόν, χωρίς να επικαλούνται ούτε ένα από τα πολυάριθμα και βάσιμα επιχειρήματα για το πώς φθάσαμε ως εδώ, εμείς μαζί με τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο.   Χωρίς να αναφέρονται στο χρέος της Γερμανίας προς την Ελλάδα, που υπερβαίνει αυτό της Ελλάδας προς τις τράπεζες. Χωρίς να τολμούν να μιλήσουν για τις σκοτεινές πλευρές ενός επονείδιστου, επαχθούς και απεχθούς χρέους. Χωρίς να επιθυμούν  να έχουν την όποια σχέση  και κυρίως  χωρίς να σπεύσουν να εκμεταλλευθούν υπέρ της πατρίδας τους  το ΛΑΘΟΣ του ελληνικού προγράμματος, που επικαλέστηκε ευθαρσώς ο επικεφαλής μακροοικονομολόγος του ΔΝΤ Olivier Blanchard στις αρχές του 2013 και  πολλοί ακόμη  έγκριτοι οικονομολόγοι. Χωρίς να προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν το GREXIT ως όπλο της Ελλάδας, αλλά αντιθέτως στρέφοντάς το εναντίον της, από κοινού με τους δανειστές μας. Χωρίς, ακόμη, να έχουν εκπονήσει, με τη δέουσα σοβαρότητα, ένα σχέδιο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, που να αναλύει βήμα με βήμα όλα όσα χρειάζονται να γίνουν για τον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών και για την εξασφάλιση των ευνοϊκών.
Πριν από αρκετές δεκαετίες, ως διδακτορική φοιτήτρια στη LSE, παρακολούθησα ένα εξαιρετικό μάθημα του W. Rostow στο Πανεπιστήμιο της  Οξφόρδης, όπου  αποδείκνυε ιστορικά, ότι μεγάλος αριθμός αναπτυσσόμενων οικονομιών άρχισαν επιθετική ανάπτυξη, ύστερα από προσβολές της εθνικής τους αξιοπρέπειας από το εξωτερικό. Θέλω να ελπίζω ότι ο ελληνικός λαός, που εμφανίζεται ανήμπορος, τρομοκρατημένος, μπερδεμένος και πάνω από όλα καταφρονεμένος, θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια του και να μεγαλουργήσει, αν οι μελλοντικοί ιθύνοντες κατορθώσουν να του ξαναδώσουν τη χαμένη εθνική του αξιοπρέπεια. Από το σημείο αυτό, πιστεύω, ότι πρέπει να αρχίσει η όποια μελλοντική  αλλαγή, γιατί αποτελεί την sine qua non προϋπόθεση για όλα τα υπόλοιπα, τα δύσκολα, αλλά και τα ελπιδοφόρα. Ο ελληνικός λαός έχει αποδείξει πολλές φορές στο παρελθόν ότι ξαναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του. Αν έχει αρχηγούς που να τον εμπνέουν και να τον οδηγούν προς το φως και όχι προς το σκοτάδι. Που να  δείχνουν εμπιστοσύνη στις  ικανότητές του, και να προβάλλουν τις ένδοξες στιγμές της ιστορίας του. Που να επιβάλλουν πολιτικές  δικαιότερης διανομής του εισοδήματος και όχι να επιτείνουν τις κάθε μορφής ανισότητες.
Δεν ξέρω αν ή και σε ποιο βαθμό  θα επιτευχθούν, χάρη σε μια νέα πολιτική κατάσταση,  όλα όσα χρειάζεται ο λαός μας για να ξαναγεννηθεί. Αυτό, ωστόσο, που πιστεύω είναι ότι αυτή η  αλλαγή είναι, απολύτως, αναγκαία έστω και αν απλώς   φέρνει  μαζί της  ελπίδα βελτίωσης, που δυστυχώς  απουσίαζε παντελώς  στα έξη τελευταία χρόνια. Και, γι αυτό πιστεύω ακόμη ότι στρέφεται κάθετα εναντίον των δυνητικών δυνατοτήτων της Ελλάδας η μεθοδευμένη  συλλογή  φανταστικών καταστρεπτικών καταστάσεων, που δήθεν θα επιπέσουν στη χώρα, αν τολμήσει να ψηφίσει υπέρ της αλλαγής, και που επαναλαμβάνονται με άπειρους τρόπους, και σε συγχορδία ελληνικών και ξένων βιολιών.
Η χειρότερη, όσο και ταυτόχρονα εγκληματική είναι η τεχνητή δημιουργία  ανασφάλειας και πανικού γύρω από το νόμισμα και τη ρευστότητα. Σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου, από όπου είχα την ευκαιρία να περάσω, η βασική διδασκαλία των οικονομικών περιλάμβανε την δια ροπάλου απαγόρευση φημολογιών που θέτουν σε κίνδυνο το νόμισμα, και μάλιστα οι φημολογίες αυτές διώκονται αυτεπάγγελτα από τη δικαιοσύνη. Ενδεχομένως, βέβαια, τα σημαντικά αυτά  θέματα  όπως και πλήθος άλλα, που ανήκουν στη μακροοικονομία, να μην  περιλαμβάνονται στις  σπουδές στενής  τραπεζικής εξειδίκευσης. Αλλά, όμως,  διερωτώμαι με τρόμο, μέχρι ποιού σημείου, επιτέλους, επιτρέπεται  να φθάσει η επιθυμία παραμονής στην εξουσία και το γάντζωμα στην όποια κυβερνητική πολυθρόνα; Μπορεί να φθάνει μέχρι  και την εν ψυχρώ δολοφονία   της οικονομίας;
 
*Πρώην Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Παν/μιο Μακεδονίας
Επίτιμο μέλος της ακαδημίας Επιστημών της Ρουμανίας
Πρόεδρος του Ιδρύματος Δημήτρη και Μαρίας Δελιβάνη

Σχόλια