Η ΕΕ σε μετάβαση και η Ελληνική Προεδρία.


 
 
1.    Η κρίση της Ελλάδας και της Ευρώπης και τα αίτιά της
 
Η κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) είναι εγγενής εάν όχι, πλέον, υπαρξιακή. Είναι κρίση πολιτική, οικονομική, στρατηγική και θεσμική. Η κρίση στην Ελλάδα και σε πολλά κράτη του Ευρωπαϊκού νότου οφείλεται, πρωτίστως, στις παθολογίες του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδιαίτερα αυτές που δημιουργήθηκαν μετά το 1992.

Στις γραμμές που ακολουθούν, ελληνική και ευρωπαϊκή κρίση θα συνδεθούν. Θα υπογραμμίσουμε τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Ελλάδα ως προεδρεύουσα χώρα το πρώτο εξάμηνο του 2014 αλλά που δυστυχώς, ολοφάνερα μέχρι αυτή την στιγμή, δεν φαίνεται να μπορεί να σηκώσει την σημαία είτε της υποστήριξης των δικών της εθνικών συμφερόντων είτε της ανάληψης πρωτοβουλιών για μια ριζική μεταρρύθμιση της ΕΕ. Όπως ελλείπει εθνική στρατηγική σε όλα τα άλλα ζητήματα, το ίδιο ισχύει και για την ευρωπαϊκή πολιτική.
Συντομογραφικά, θα τονιστούν κάποια φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της ΕΕ και θα υποστηριχθεί η θέση ότι η καταβαράθρωση του νεοελληνικού κράτους έχει ως αίτιο το αξιοθρήνητο έλλειμμα στοιχειωδών γνώσεων όσων κυβερνούσαν τις τελευταίες δεκαετίες. Δυστυχώς, όμως, το έλλειμμα δεν υπάρχει μόνο στο επίπεδο του πολιτικού προσωπικού. Πολλοί από αυτούς που μελετούσαν την ΕΕ αναλώνοντας γιγαντιαίους σπάνιους κοινωνικούς πόρους στα πανεπιστήμια δεν εκπλήρωσαν επαρκώς την αποστολή τους στα πεδία της παραγωγής βάσιμης και ορθολογιστικής γνώσης.
Τόσο φρικτά λανθασμένες και ανορθολογικές αποφάσεις των τριών τελευταίων δεκαετιών δεν μπορεί παρά να έχουν πολλά αίτια. Οφείλονται στην παρακμή της πολιτικής και της επιστήμης και στο γεγονός ότι εδώ και καιρό μέσα η δημόσια σφαίρα διαφθείρεται πνευματικά και πολιτικά από ένα μεγάλο χείμαρρο ελλειμματικών αναλύσεων και κοντόφθαλμων εκτιμήσεων για την διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική. Προκαλεί πολιτικό ανορθολογισμό και οδηγεί σε φρικτά λανθασμένες αποφάσεις. Πρωτίστως, σε όλο το φάσμα των «πνευματικών» και «πολιτικών» ελίτ
i) δεν είναι ορατές οι κρατοκεντρικές προϋποθέσεις του ευρωπαϊκού και διεθνούς συστήματος,
ii) δεν είναι κατανοητός ο ρόλος της κρατικής ισχύος στην διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική και
iii) ένας μεγάλος αριθμός μελών του πολιτικού προσωπικού και των «διανοητών» κυριολεκτικά αλληθωρίζουν πνευματικά, γνωστικά και κοσμοθεωρητικά.
Στον «επιστημονικό χώρο» ενώ δεν λείπουν και κάποιες λαμπρές εξαιρέσεις κατά κανόνα κυριαρχούν παρωχημένα θεωρήματα και ιδεολογήματα της πρώτης μετά-Μεσαιωνικής εποχής των δουλοπαροίκων. Επιζητείται η κατασκευή πολιτικής ανθρωπολογίας στην βάση παρωχημένων ιδεολογικών δογμάτων και με οικονομικίστικες λογικές που παραγνωρίζουν τον πνευματικό κόσμο των πολιτών και την ιστορικά διαμορφωμένη ανθρωπολογική ετερότητα κάθε κοινωνικής οντότητας. 
Στην «πολιτική» και στην «επιστήμη» πρυτανεύουν γραφειοκρατικές σκοπιμότητες και τεχνοκρατικές λογικές, ενώ, εάν κρίνουμε από την προπέτεια με την οποία μιλούν και ενεργούν πλήθος ανελέητων κερδοσκόπων όπως ο George Soros, μεγάλες αποφάσεις βαθύτατων διανεμητικών προεκτάσεων ουσιαστικά λαμβάνονται πλέον εξ ολοκλήρου εκτός πολιτικής μέσα στα άδυτα του αχανούς και εν δυνάμει θηριώδους διεθνικού κόσμου.
Είναι και τα «ιδρύματα προτάσεων πολιτικής». Ποιος τα χρηματοδοτεί, ποιος τα ελέγχει, τι «επιστήμη» παράγουν και πόσο έγκυρες είναι οι κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτες εκτιμήσεις που παράγουν εργολαβικά; Τι σχέση έχουν με στρατηγικές «soft power» και ποιου κράτους, του δικού τους ή άλλου; Μερικές φορές υπάρχει η εντύπωση ότι οι κυβερνήσεις πλέον δεν στρατολογούν ινστιτούτα και ιδρύματα: Με τον ένα ή άλλο τρόπο οι ίδιες «στρατολογούνται» από αυτά. Αμέριμνα τα καλούν να συμβουλεύσει το κράτος –ως και να μην διαθέτει χιλιάδες λαμπρούς πλην παροπλισμένους κρατικούς λειτουργούς– την στιγμή που «αυτά» επηρεάζονται ή και χρηματοδοτούνται από θηριώδεις κερδοσκόπους όπως ο Σόρος, τράπεζες, διεθνικά «ινστιτούτα» και «πρώην» αξιωματούχους ξένων κρατών.
Όσον δε αφορά την πολιτική και στρατηγική σκέψη, ποτέ στην Ευρώπη δεν ήταν τόσο ελλειμματική όσο στην μετά-ψυχροπολεμική εποχή. Παρομοίως, στην Ελλάδα. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, ποιος δημόσιος θεσμός ή ποια πολιτική εξουσία χαράσσει στρατηγικούς σκοπούς και ποιος σχεδιάζει και εφαρμόζει εθνική στρατηγική; Μήπως κανείς και ποτέ! Ή μήπως ήταν «στρατηγική» το ψευτό-«όραμα της ΟΝΕ», για το οποίο μερικοί έγκαιρα προειδοποιήσαμε ότι θα μετατραπεί σε «φυλακή χωρίς δυνατότητα απόδρασης» (βλ. http://www.tanea.gr/ellada/article/?aid=4112419).
 
2.    Ο γελοιοδέστερος προεδρικός αχθοφόρος στην ιστορία της ΕΕ
 
Ως πολιτικό σύστημα, ως επιστημονική κοινότητα και ως κυβερνητικοί αντιπρόσωποι στους ευρωπαϊκούς θεσμούς των οποίων η Ελλάδα είναι προεδρεύουσα χώρα το πρώτο εξάμηνο του 2014, ήδη από τις πρώτες δηλώσεις καταδείχθηκε ότι είμαστε ανεπαρκείς. Δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της δικής μας ή της ευρωπαϊκής κρίσης και δεν μπορούμε να πάρουμε πρωτοπόρες πρωτοβουλίες δημιουργίας μιας μεταρρυθμιστικής αφετηρίας.
Τι μας λείπει για να λειτουργήσουμε έτσι; Που είναι οι κρατικοί λειτουργοί και τα εκατοντάδες μέλη των «επιστημονικών κοινοτήτων» της πολιτικής επιστήμης και των διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών. Γιατί η κοινωνία δεσμεύει σπάνιους πόρους για όλους αυτούς όταν αποδεδειγμένα είμαστε παθητικοί δέκτες εξοντωτικών μέτρων χωρίς πολλοί από όλους αυτούς να έχουν αναλύσει, εκτιμήσει και προτείνει τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων. Έχουμε  κάθε συμφέρον –και τίποτα δεν έχουμε να χάσουμε– για παράδειγμα, εάν επιχειρήσουμε μια εκστρατεία πειθούς και διαπραγμάτευσης για τον τερματισμό της κρίσης που δεν πλήττει μόνο την Ελλάδα αλλά  εν δυνάμει και όλα τα άλλα κράτη της Ευρώπης αν όχι ευρύτερα.
Εάν οι καλοπληρωμένοι φορείς επιστημονικών τίτλων και το πολιτικό προσωπικό εκπλήρωναν την αποστολή τους,  η Ελλάδα κάλλιστα αντί να είναι ένας αδιάφορος προεδρικός καβαλάρης θα μπορούσε να γίνει σημαιοφόρος εξορθολογισμού και έναρξης μιας σωτήριας αφετηρίας για ριζοσπαστική μεταρρύθμιση της ΕΕ. Αντί αυτού γινόμαστε οι γελοιοδέστεροι προεδρικοί αχθοφόροι στην ιστορία της ΕΕ. Την ίδια στιγμή που η Ελλάδα προεδρεύει, μια έντρομη κυβέρνηση κατάντησε εντολοδόχος εξοντωτικών αποφάσεων που αντιβαίνουν στο διεθνές δίκαιο, τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, το Ελληνικό Σύνταγμα και κάθε κριτήριο πολιτικού πολιτισμού. Η Ελληνική κοινωνία πλήττεται και εξοντώνεται από τους υπεύθυνους της κρίσης. Οι τελευταίοι να λογοδοτήσουν συνεχίζουν να αποφασίζουν και να κατεξουσιάζουν.
Πιο συγκεκριμένα, οι τελευταίες πράξεις του δράματος είναι η αναιτιολόγητη δρομολόγηση εκποίησης εάν όχι πλειστηριασμού του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου των Ελλήνων. Το σύνταγμα, οι νόμοι, το διεθνές δίκαιο, ο πολιτικός πολιτισμός και όλα τα κοινωνικά κεκτημένα πλήττονται θανάσιμα στο όνομα μιας έκτακτης ανάγκης για την οποία ευθύνονται αποκλειστικά οι κυβερνώντες, οι τράπεζες και οι τεχνοκράτες των θυτών και οι κερδοσκόποι της Ευρώπης και των διεθνών ή διεθνικών παρασκηνίων. Όλο αυτός ο κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτος όχλος διαμέσου της ελληνικής κυβέρνησης συνεχίζει, εν τούτοις, να ασκεί εξουσία και να πλήττει την Ελληνική κοινωνία αλλά και τις υπόλοιπες κοινωνίες της Ευρώπης
Τόσο σκληρές θέσεις κόντρα στο ρέμα της σιωπής απαιτείται να τεκμηριώνονται. Στο παρόν θα αναφέρω κύρια επιχειρήματα και θα παραπέμψω εμβόλιμα σε μερικές συναφείς πρόσφατες παρεμβάσεις και σε δημοσιευμένα κείμενα. Θα υπογραμμιστούν οι προσανατολισμοί μιας ορθολογιστικής μεταρρύθμισης της ΕΕ και θα καταδειχθεί τι θα μπορούσαμε να κάνουμε ως προεδρεύουσα χώρα εάν στην Ελλάδα κυριαρχούσε πολιτικός, επιστημονικός και κοινωνικός ορθολογισμός. Επιμέρους τεκμηριώσεις βρίσκονται σε χιλιάδες σελίδες δημοσιεύσεων και δεν επαρκεί ο χώρος για εκτενείς αναφορές. Για δέκα περίπου δικές μου μονογραφίες περί την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και κυρίως τα ευρωστρατηγικά ζητήματα, βλ. http://www.ifestosedu.gr/75ifestosbiblio.htm. Ο καθείς μπορεί, επιπλέον, να διαβάσει αι κάποιες καίριες και έγκαιρες προειδοποιήσεις (βλ. χαρακτηριστικά http://www.ifestosedu.gr/111ONEGreeceWarning.htm) για την συμφορά που μας περίμενε όταν απροετοίμαστοι, αχρείαστα και άσκοπα και διακατεχόμενοι από ιδεολογικό οίστρο και αυτοκτονικά σύνδρομα σπεύσαμε να πηδήξουμε μέσα στην θηριώδη ανταγωνιστική αρένα της ΟΝΕ.
 
3.    Αίτια και θεραπείες: Αυτοσυντήρηση-επιβίωση της Ελλάδας και της ΕΕ
 
Πρώτιστο, μέγιστο και υπέρτατο συμφέρον όλων είναι όχι μόνο να μην πλήττονται οι κοινωνίες των κρατών-μελών του ευρωπαϊκού νότου αλλά επιπλέον να διασφαλιστούν (υπό τις περιστάσεις  κατ’ ακρίβεια να διασωθούν) τα κεκτημένα έξη δεκαετιών συνεργασίας στην Ευρώπη και να αποφευχθούν νέοι ανταγωνισμοί και συρράξεις. Για το τελευταίο και σε αναφορά με την σχέση των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο πόλεμος δεν είναι αδιανόητος. Τα διλήμματα ασφαλείας είναι υπαρκτά και ζωντανά ενώ μια ανεξέλεγκτη τροχιά πολύ πιθανή  επεκταθούν και βαθύνουν (βλ. Διπλωματία και Στρατηγική των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, http://www.ifestosedu.gr/75ifestosbiblio.htm, ιδ. κεφ. 5 και 6).
Πιο πρακτικά αυτό σημαίνει στρατηγικές αυτοσυντήρησης του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης. Πρωτίστως, αποσυμφόρηση των αντιθέσεων και λελογισμένη διαχείριση του οικονομικού προβλήματος. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι διασώζονται άμεσα οι λιγότερο ισχυροί.  Λογικό είναι να πληρώσουν τα σπασμένα όχι οι αδύναμοι αλλά όσα κράτη –Γαλλία και Γερμανία– το 1992 λόγω δικών τους χρόνιων στρατηγικών αντιθέσεων αποφάσισαν μια τερατώδη νομισματική δομή. Την επέβαλαν στα άλλα μέλη. (βλ. Διπλωματία και Στρατηγική των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, κεφ. 6).
Η νομισματική δομή που καταχρηστικά ονομάστηκε «οικονομική και νομισματική ένωση» είναι «τερατώδης»: Πάνω σ’ ένα διαφοροποιημένο εθνοκρατοκεντρικό χώρο επικάθησε μια κοινωνικά ανεξέλεγκτη νομισματική τεχνόσφαιρα γραφειοκρατικής διαχείρισης μακροοικονομικών αποφάσεων βαθύτατου διανεμητικού χαρακτήρα. Δημιουργήθηκε ένα ελάχιστα ή καθόλου κοινωνικά νομιμοποιημένο τερατώδες μίγμα από τεχνοκράτες, πολιτικούς σπιθαμιαίου πνευματικού αναστήματος, τρωκτικών των κονδυλίων του παρασιτικού πανεπιστημιακού χώρου, διεθνικών κερδοσκόπων, «ανθρώπων» των ηγεμονικών κρατών και εξωπολιτικών «ιδρυμάτων» κάθε είδους τα οποία όπως ήδη υπαινιχθήκαμε επηρέαζαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν τις αποφάσεις.
Αυτό το θεσμικό τέρας ασκεί εξουσία πάνω στις κοινωνίες. Αποστέλλει τρόικες τεχνοκρατών που αυθαίρετα προσδιορίζουν τον εθνικό τρόπο ζωή και εκδίδουν ντιρεκτίβες για κοινωνικοπολιτικές δομές που είναι ασύμβατες με την ανθρωπολογική ετερότητα των κοινωνιών και διατάζουν –κυριολεκτικά διατάζουν– την εκποίηση του ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου προς όφελος ισχυρότερων κρατών και κερδοσκόπων. Ως και εάν όταν τις τελευταίες δεκαετίες κάποιος δημιούργησε μια επιχείρηση, αγόρασε ένα κτήμα ή έκτισε ένα σπίτι να ήταν υποχρεωμένος να γνωρίζει ότι τα αφεντικά της τρόικα –τις κυβερνήσεις των μεγάλων δυνάμεων, την διεφθαρμένη «Ziemens», τους αδιαφανείς τραπεζίτες και τους διεθνικούς κερδοσκόπους και οι στρατηγικά διαρκώς συγκρουόμενες μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ– θα εκτόξευαν τεχνητά το χρέος της Ελλάδας σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια. Εκτόξευση τεχνητή, επίπλαστη και εξ αντικειμένου αδιαφανώς στημένη!   
Τα βαθύτερα αίτια, όμως, σχετίζονται με τον κοινωνικοπολιτικό βιασμό της Ευρώπης από τεχνοκράτες, ελλειμματικούς πολιτικούς και τσαρλατάνους «πολιτικούς θεολόγους» που καλλιεργούσαν εργολαβικά επικίνδυνα θεωρήματα και ιδεολογήματα περί μιας Ευρώπης πολιτικά και θεσμικά ενιαίας. Τερατώδης σύλληψη που θεωρούσε αυτονόητο πως η πρόταξη θεσμών και η υλικές ανταλλαγές θα ισοπέδωναν ή θα παρέκαμπταν την εθνοκρατική οντολογία.
Για πολύ συγκεκριμένους λόγους μια ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, μια δημοσιονομική ένωση, μια τραπεζική ένωση, μια ενοποίηση των μακροοικονομικών πολιτικών και μια πολιτική ένωση είναι ανέφικτα εγχειρήματα. Αυτό γιατί το ευρωπαϊκό κοινωνικοπολιτικό πεδίο είναι εθνικά διαφοροποιημένο ως προς τα πάντα. Τα εθνοκράτη-μέλη της ΕΕ είναι διαφορετικών οικονομικών μεγεθών και δυνατοτήτων, διαφορετικών τεχνολογικών επιδόσεων, διαφορετικών θεσμικών δυνατοτήτων, διαφορετικών εμπορικών επιδόσεων, διαφορετικής κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης, διαφορετικών τρόπων ζωής, διαφορετικών πολιτικών παραδόσεων, διαφορετικής πολιτικής ανθρωπολογίας και διαφορετικών κοσμοθεωριών και κοσμοαντιλήψεων.
Πως είναι δυνατό πάνω σε ένα τόσο εξ αντικειμένου βαθύτατα διαφοροποιημένο εθνοκρατοκεντρικό πεδίο να λειτουργήσει ομαλά ένα κοινό σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης, κοινές αντιλήψεις κοινωνικών ιεραρχιών και παραγωγικών σχέσεων, κοινός τρόπος ζωής και ενοποιημένο κοινό σύστημα πολιτικοοικονομικής διακυβέρνησης! Μόνο πολιτική και πνευματική παράνοια θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τέτοια θέση.
Επιπλέον, για το τι αναμενόμενα θα προκαλούσε αυτός ο νομισματικός ελέφαντας μέσα στο ευρωπαϊκό κοινωνικοπολιτικό υαλοπωλείο κανείς και τίποτα δεν σκέφτηκε. Καμιά πρόβλεψη μέτρων αλληλεγγύης, καμιά πρόβλεψη διάσωσης στην περίπτωση που ένα κράτος δεν θα άντεχε τον ανταγωνισμό και καμιά πρόβλεψη, συντεταγμένης, τουλάχιστον, εξόδου από το ευρώ. Αναμενόμενα τάχιστα προκλήθηκε εμπορικό έλλειμμα στους αδύναμους και εμπορικό πλεόνασμα στους ισχυρούς, ανισορροπίες κάθε είδους εντός της ΕΕ, κυριαρχία αντιλήψεων ιεραρχιών ισχύος που αναιρούσαν τα κοσμοθεωρητικά θέσφατα του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης (http://www.ifestosedu.gr/11EUkosmotheoria.htm) και ραγδαία ανάπτυξη των διλημμάτων ασφαλείας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης τα οποία δημιούργησαν συμπληγάδες σύνθλιψης των λιγότερο ισχυρών κρατών.
Για όποιον γνωρίζει το Αλφαβητάριο των ευρωπαϊκών στρατηγικών σχέσεων έπονται πολλά και τρισχειρότερα. Αναφέρομαι στις στρατηγικές σχέσεις των τριών μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης και κυρίως τις στρατηγικές των Βρετανών και των Γάλλων για το «Γερμανικό ζήτημα» (βλ. «Γερμανικό ζήτημα»: http://www.ifestosedu.gr/111GermanikoEE.htm). Συναφώς, να θυμίσουμε ότι η εκβιαστική επιβολή του νομισματικού μηχανισμού που ονομάστηκε ΟΝΕ το 1992, στόχο είχε τον οικονομικό έλεγχο της Γερμανίας με το να θέσει την κεντρική γερμανική τράπεζα και τις γερμανικές νομισματικές-μακροοικονομικές αποφάσεις υπό «ευρωπαϊκό έλεγχο». Έδεσαν ένα γίγαντα με νομισματικές κλωστές, είπε χαρακτηριστικά και προφητικά το 1992 ένας Γάλλος ηγέτης.
Τάχιστα, η γερμανική οικονομική δύναμη αποτίναξε τις κλωστές αυτές και ανέτρεψε τα πάντα. Ήδη από το 1994-5 οι ερασιτέχνες πρωτεργάτες όπως ο Delor ομολογούσαν –που να φτάσουν τέτοια λόγια στα αυτιά Ελλήνων, όμως– ότι αναιρέθηκαν όλες οι προσδοκίες για οικονομική ένωση, πολιτική ένωση ή «έλεγχο της Γερμανίας». Αποδείχθηκε πόσο δίκαιο είχαν οι Βρετανοί όταν χλεύαζαν τους υπολοίπους επειδή μετονόμασαν την ΕΟΚ σε Ευρωπαϊκή «Ένωση» και τον ακταρμά των νομισματικών δεσμών «Οικονομική και Νομισματική Ένωση».
Παρενθετικά, σημειώνεται ότι αυτή την στιγμή κυριαρχεί ακόμη μεγαλύτερη  παράκρουση όταν ένας φοβισμένος πολιτικός και «επιστημονικός» όχλος και η υψηλά αμειβόμενη τεχνοκρατική κουστωδία τους, κινούνται για … τραπεζική ένωση. Καταμαρτυρεί τη σύγχυση, το συνεχιζόμενο έλλειμμα ορθολογιστικής πολιτικοοικονομικής σκέψης και την απουσία στοιχειωδών γνώσεων για το τι συγκροτεί και συγκρατεί μια πολιτικοοικονομική και κοινωνικοπολιτική δομή. Τίποτα δεν έμαθαν από τα παθήματα. Η Ελλάδα και η ΕΕ βρίσκονται στο χείλος της αβύσσου και οι έλληνες που αποτελούν πλέον τον πιο αδύναμο κρίκο δεν έχουν την πολυτέλεια να είναι απαθείς και αδρανείς. Διττά και αμφίπλευρα, για την Ελλάδα διακυβεύεται το συμφέρον επιβίωσης: Είτε η Ελλάδα θα πάρει πρωτοβουλίες που θα γίνουν καταλύτης ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, συνάμα αρνούμενη να πληρώνει τα λάθη της ΕΕ στο σύνολό της, είτε θα συνεχίσει τον κατήφορο της ύφεσης, της ανεργίας, των εκποιήσεων, των πλειστηριασμών και της πλήρους κατάρρευσης.
            Ευρύτερα στην Ευρώπη, πάντως, φαίνεται ότι συνεχίζει να είναι ακόμη πολύ διαδεδομένη η διαστρεμμένη «φιλοσοφική» παραδοχή-ιδεολόγημα ότι η ελευθέρα διακίνηση υλικών αγαθών θα μπορούσε να ενώσει τα ευρωπαϊκά έθνη «δημιουργώντας» μια υπερεθνική υλιστική ανθρωπολογία και ένα ευρωπαϊκό υλιστικά κινούμενο υπερκράτος. Ακόμη, ανοίχθηκαν κερκόπορτες σε φορείς παρωχημένων ιδεολογημάτων, τεχνοκράτες και γραφειοκράτες που καλλιέργησαν ιδέες και πήραν αποφάσεις που σκοπό είχαν την «ανακύκλωση» και εκμηδένιση του πνευματικού κόσμου και των πολιτικών παραδόσεων των ευρωπαϊκών εθνών.
Εξήντα χρόνια γραφειοκρατικές λογικές και χείμαρροι παρωχημένων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων ροκάνισαν όπως προείπαμε τον πολιτικό ορθολογισμό στην Ευρώπη. Μεγάλοι πνευματικοί και πολιτικοί οραματιστές και ηγέτες ελλείπουν και η αλληλεξάρτηση προκαλεί αμηχανία και δέος αντί πρωτοβουλίες εξορθολογισμού και μεταρρύθμισης. Τα ίδια όπως περίπου και στον Μεσοπόλεμο. Για τον ενδιαφερόμενο υπάρχει το εμβληματικό έργο του E.H.Carr, «Η εικοσαετής κρίση 1919-1939» (Εκδόσεις Ποιότητα) όπου τεκμηριώνει το πώς και τόσοι πολλοί σε στιγμές παρακμής παρασύρονται μέσα σε χείμαρρους ουτοπίας.
Δεκάδες χιλιάδες «γραφειοκράτες επιστήμονες» καλοπληρωμένων «Εδρών» και παρασιτικά διαβιούντων στον αχανή τεχνοκρατικά εξαρτημένο πανεπιστημιακό χώρο, εκκένωσαν την ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη από κάθε οντολογικά συναρτημένο πολιτικό ορθολογισμό. Δημιούργησαν στρατιές πολιτικοοικονομικά απαίδευτων αποφοίτων και ακύρωσαν προγραμματικά την δυνατότητα να συνεκτιμηθεί επαρκώς ακόμη και αυτό που κάθε βράδυ βλέπουμε στους δέκτες της τηλεόρασή μας: Τον ανελέητο δηλαδή ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών της ΕΕ με όρους ισχύος.
Αυτός ο πολιτικοοικονομικός ανορθολογισμός, αποδέσμευσε ένα εξοντωτικό Δαρβινιστικό ανταγωνισμό που ακύρωσε όσα ερήμην των γραφειοκρατών και τεχνοκρατών κυριάρχησαν στην διαδικασία ολοκλήρωσης, συγκεκριμένα, την λήψη συναινετικών ή και ομόφωνων αποφάσεων. Μετά το 1990 σταδιακά παραμερίζοντας ή παραμερίζοντας την πρακτική των συναινετικών αποφάσεων ροκάνισαν την κοινή υποβόσκουσα κοσμοθεωρία των κοινωνιών των κρατών μελών, δηλαδή την ισοτιμία και την ισότητα. Το κοινοτικό σύστημα διολίσθησε σε πρακτικές που ισχύουν στο υπόλοιπο διακρατικό σύστημα. Με αμιγείς όρους κρατικής ισχύος ισχύει «ο θάνατός σου η ζωή μου» «η φτώχια σου ο πλούτος μου» και «ας πρόσεχες και ας φρόντιζες να είσαι ισχυρός».
            Αυτά βέβαια ήταν ορατά ήδη από το 1989-91. Κανένας λόγος δεν υπήρχε η Ελλάδα να εισέλθει στις συμπληγάδες των ηγεμονικών ανταγωνισμών Γαλλίας-Γερμανίας που μπερδεύτηκαν μέσα στον γόρδιο δεσμό των νομισματικών μηχανισμών. Η Ελλάδα τη δεκαετία του 1990 μια χαρά ήταν μέλος της ΕΕ. Μια χαρά διάθετε το νόμισμά της που επέτρεπε δημοσιονομική και νομισματική ευελιξία και τίποτα δεν την εμπόδιζε να πάρει πολιτικοοικονομικά ορθολογιστικές αποφάσεις που θα ανάπτυσσαν την οικονομία της, θα την καθιστούσαν ανταγωνιστική και θα βελτίωναν τους κρατικούς θεσμούς.
Όμως, η συμβατική σκέψη, οι ημιμαθείς γυρολόγοι φορείς επιστημονικών τίτλων και τα ιδεολογικοπολιτικά παράσιτα επισκίασαν κάθε λογική πολιτική σκέψη. Να μην ξεχνάμε επίσης και την «παγκοσμιοποίηση». Δηλαδή, την εξόχως ελληνική ιδεολογική απόδοση της λέξης πλανητικοποίηση που υπονοεί την ύπαρξη, δήθεν, μιας παγκόσμιας κοινωνίας. Παγκόσμιας κοινωνίας που θα γεννούσαν οι … ΜΚΟ, οι κερδοσκόποι και οι κάθε άλλης λογής κοινωνικά ανεξέλεγκτοι διεθνικοί δρώντες. Συνεπακόλουθα, συνέχιζε η ίδια ανορθολογική σκέψη, «αφού θα ενωθεί ο πλανήτης, είναι δυνατό να μην ενωθεί η Ευρώπη»; Λησμονούσαν ή δεν ήξεραν βέβαια ότι η Ευρώπη ποτέ δεν υπήρξε ένα ανθόσπαρτο τοπίο. Μόλις πριν μερικές δεκαετίες σε αυτό το τοπίο εκτελέστηκαν οι μεγαλύτερες εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες της ιστορίας και θάφτηκαν δεκάδες εκατομμυρίων.
Λογικό είναι όταν κυριαρχούσαν τέτοιες αβάσιμες σκέψεις  οι φορείς επιστημονικών τίτλων στα πεδία της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής να μην είχαν αντιληφτεί τον ακραία ανορθολογικό χαρακτήρα της ένταξης της Ελλάδας μέσα σε ένα αθέσμιστο χώρο της ΟΝΕ! Όσοι περιφέρονταν ημιμαθώς μεταξύ ιδρυμάτων βεβαρημένων με φρικτά λάθη ανάλυσης, παραδόξως εκ των υστέρων αντί να βγάλουν «επιστημονικό σκασμό!!» (ναι σκασμό με θαυμαστικά γιατί κατά κάποιο τρόπο είναι ηθικοί αυτουργοί οικονομικής γενοκτονίας και βλέπουμε) συνάμα και να ζητήσουν γονυπετείς συγνώμη, προπετώς συνεχίζουν να «ομιλούν»,  να φλυαρούν και να βλάπτουν. Γέλιο και κλάματα προκαλεί το γεγονός ότι σε κωμικές συνάξεις προσκαλούνται γραφειοκράτες και «πολιτικοί» που ευθύνονται για την κρίση.
Αντίστοιχα, γυρολόγοι των διαδρόμων των τραπεζών «κάθε είδους» εν μέσω ερειπίων κλήθηκαν, μολαταύτα, να «διαχειριστούν» την οικονομία (δηλαδή την οικονομική γενοκτονία και βάλε). Τους θέλουν οι τράπεζες ήταν το ακατανίκητο «επιχείρημα» που μου εκστόμισε άτομο εγγύθεν της εξουσίας. Δεν είναι να απορεί κανείς για τους λόγους που μια κυβέρνηση καταντά εργαλείο εξουθένωσης και εξόντωσης μιας κοινωνίας.
Πρωτοβουλίες για μια βαθειά και ορθολογιστική μεταρρύθμιση φαίνεται πως κανείς δεν παίρνει. Η ΕΕ να κινείται ταχύρρυθμα προς κατευθύνσεις που αναιρούν τους αφετηριακούς σκοπούς, που ροκανίζουν τον θεμελιώδη αντί-ηγεμονικό της χαρακτήρα και που θρέφουν τα διλήμματα ασφαλείας μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, ιδιαίτερα μεταξύ της Γερμανίας και των υπολοίπων. Τίποτα δεν δικαιολογεί την απάθεια και αδράνεια του ελληνικού πολιτικού προσωπικού: Τίποτα δεν λείπει της Ελλάδας πριν και τώρα ως προεδρεύουσα χώρα να επιδοθεί σε μια διαπραγματευτική εκστρατεία υπεράσπισης των συμφερόντων της και μεταρρύθμισης της ΕΕ. Το μόνο που λείπει είναι η πολιτική βούληση (βλ. εκτενέστερη ανάλυση στο «διαπραγματευτική στρατηγική της Ελλάδας στην ΕΕ» http://www.ifestosedu.gr/111EUNegotiation.htm).
Εάν η Ελλάδα με σοβαρό και αξιόπιστο τρόπο έπαιρνε τέτοιες πρωτοβουλίες όχι μόνο δεν θα ζημιωνόταν αλλά επιπλέον θα κέρδιζε τον σεβασμό και σίγουρα την επιδοκιμασία εκ μέρους πολλών που πρόθυμα λόγω ίδιου συμφέροντος θα συμπράξουν. Θα καλλιεργούσε, σε τελευταία ανάλυση, τις ελληνικές θέσεις στην Ευρώπη. Εάν μη τι άλλο θα καλλιεργούσε την ορθολογιστική θέση ότι η αντιμετώπιση του χρέους της Ελλάδας και άλλων κρατών που έχουν πληγεί από την κρίση (και που λογικά θα είναι σύμμαχοί εάν κινούμασταν ορθολογιστικά) προϋποθέτει ριζικές αλλαγές των θεσμών και των πολιτικών προσεγγίσεων. Τι σημαίνει αυτό πιο συγκεκριμένα; Σημαίνει ότι κάθε πρωτοβουλία θα πρέπει να λάβει υπόψη τον εθνοκρατοκεντρικό χαρακτήρα της ΕΕ και το γεγονός ότι οι δομικές προϋποθέσεις της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έξη δεκαετίες μετά την έναρξη του εγχειρήματος όπως και στο υπόλοιπο διεθνές σύστημα είναι κρατοκεντρικές. Το πολιτικοοικονομικό και θεσμικό πλαίσιο και ο τρόπος λήψης αποφάσεων πρέπει να είναι συμβατό με αυτές τις προϋποθέσεις.
 
4.    Το βασικό σκεπτικό μιας ριζικής μεταρρυθμιστικής πρωτοβουλίας
 
Έχοντας κατά νου ότι μπορεί να είναι ήδη πολύ αργά για να διασωθεί το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, θα μπορούσαμε εν τούτοις να περιγράψουμε συντομογραφικά ένα πολιτικό, θεσμικό και στρατηγικό σκεπτικό το οποίο απορρέει από μια οντολογικά συναφή θεώρηση των πραγμάτων. Το σκεπτικό αυτό θα μπορούσε, ενδεχομένως, μεταξύ άλλων, να είναι αφετηριακός άξονας μιας θεμελιακής μεταρρύθμισης (βλ. εκτενέστερη ανάλυση στο Κοσμοθεωρία των Εθνών, κεφ. 6).
1. Η υπερεθνική πολιτική ανθρωπολογία στην Ευρώπη είναι μηδέν! Γι’ αυτό μηδέν θα πρέπει να είναι οι ανεξάρτητες υπερεθνικές αρμοδιότητες των «υπερεθνικών» θεσμών. Για εξαρτημένες (από τα κράτη) αρμοδιότητες, όριο είναι ο ουρανός. Για να το θέσουμε με πολιτικά ορθολογιστικούς όρους η λαϊκή κυριαρχία ασκείται στο επίπεδο των κρατών, εκεί δηλαδή όπου υπάρχει (εθνική) πολιτική ανθρωπολογία και όπου οι αποφάσεις είναι κοινωνικοπολιτικά επικυρωμένες. Εκεί σμιλεύονται κοσμοθεωρητικά, ηθικά και πολιτικά-κανονιστικά κριτήρια της συλλογικής ζωής. Στο επίπεδο της ΕΕ συναλλάσσονται και συμφωνούν κράτη, όχι κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτοι ιδιώτες επιρρεπείς στην ιδιωτεία.
2. Έξη δεκαετίες μετά την έναρξη του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης καταμαρτυρείται η ύπαρξη ισχυρών κοινωνικών οντοτήτων οργανωμένων σε εθνοκρατική βάση. Τα οικονομικά και πολιτικά κεκτημένα της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι κατάκτηση αυτών των κοινωνιών και δεν μπορούν να συνεχίσουν να αποτελούν αντικείμενο ουτοπικών και ανεδαφικών πειραμάτων ανθρωπολογικής εξομοίωσης και πολιτικής εξίσωσης ή να βρίσκονται στα χέρια κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων γραφειοκρατών, τεχνοκρατών και κερδοσκόπων.
3. Συνεκτιμάται δεόντως και επαρκώς η ύπαρξη αιτιών πολέμου και διλημμάτων ασφαλείας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Όχι μόνο θα πρέπει να συζητηθεί αυτό το θέμα αλλά και να υποδειχθεί εμφατικά από τα υπόλοιπα κράτη ότι αποτελεί ακραία στρατηγική ανευθυνότητα εάν οι μεγάλες δυνάμεις δρομολογήσουν ξανά ένα δρόμο σπαρμένο με στρατηγικές αντιθέσεις και θανατηφόρα διλήμματα ασφαλείας. Στοιχειώδης στρατηγικός ορθολογισμός που αφορά την κατανομή ισχύος πλανητικά και περιφερειακά σημαίνει ότι η νέα αρχιτεκτονική απαιτείται να δημιουργεί σταθερή ισορροπία σε τρία αλληλένδετα επίπεδα: i) Μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης, ii) μεταξύ αυτών των μεγάλων δυνάμεων και των λιγότερο ισχυρών κρατών της Ευρώπης και iii) μεταξύ της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου. Μια τέτοια ισορροπία απαιτεί πολιτική και στρατηγική σκέψη βάθους. Χωρίς τέτοια σκέψη τίποτα δεν μπορεί να γίνει και η Ευρώπη θα διολισθήσει ξανά στους ανταγωνισμούς και στα διλήμματα ασφαλείας. 
4. Η υπερκρατική τεχνόσφαιρα που δημιουργήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες επιτάσσεται να ελεγχθεί ολοκληρωτικά. Ακόμη και η παραμικρή σκέψη ότι οι εντολοδόχοι «υπερεθνικοί» θεσμοί μπορούν να συνεχίσουν να έχουν εξουσίες ανεξάρτητες των κρατών και των διακυβερνητικών οργάνων είναι ένας ακραία επικίνδυνος πολιτικός παραλογισμός. Τα κράτη και τα διακυβερνητικά όργανα είναι οι φυσικοί εντολείς κάθε είδους υπερεθνικής θέσμισης της Ευρώπη. Τα υπερεθνικά όργανα είναι εντολοδόχοι των εντολέων κρατών τα οποία (κράτη), θα πρέπει να αποφασίζουν τα πάντα συναινετικά-ομόφωνα. Ο έλεγχος των κρατών και των διακυβερνητικών θεσμών πάνω στα τεχνοκρατικά και γραφειοκρατικά όργανα θα πρέπει να είναι ασφυκτικός, αδιάκοπος και εξαιρετικά αυστηρός. Κάθε ανεξάρτητη αρμοδιότητα των υπερεθνικών θεσμών οι οποίοι στερούνται κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης είναι φασισμός έσχατου είδους. Είναι πολιτική διαστροφή! Εάν υπήρχε κάποια αμφιβολία η συντρέχουσα κρίση το επιβεβαίωσε πλήρως.
5. Θεμέλιο κάθε σκέψης για το πώς πρέπει να είναι η Ευρώπη πλέον απαιτεί να θεωρήσει την εθνοκρατική οντολογία και τις συναρτημένες με αυτή ανθρωπολογικές προϋποθέσεις δεδομένες και πολιτικά ιερές. Παίζει με την φωτιά όποιος σκέφτεται επιπόλαια γύρω από τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις των εθνοκρατικών οντοτήτων. Εύστοχα ο Ντε Γκολ είχε υπογραμμίσει ότι τα ευρωπαϊκά εθνοκράτη συγκροτούνται γύρω από τις εθνικές πολιτικές παραδόσεις και ότι καμιά πολιτική απόφαση δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι στο τέλος «το έθνος επισκιάζει όλες τις άλλες πραγματικότητες» (αναφερόταν τόσο στην πρώην ΕΣΣΔ όσο και στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, βλ. «Διπλωματία και στρατηγική των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, Γαλλία, Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία», κεφ. 3).
6. Η εποχή της δουλοπαροικίας όταν γεννήθηκαν τα μοντερνιστικά ιδεολογικά δόγματα με σκοπό να κατασκευάσουν πολίτες είναι πλέον ένα μακρινό παρελθόν. Μέσα στην δημόσια σφαίρα κάθε κράτους αλλά και πανευρωπαϊκά μπορεί να πυροδοτηθεί μια μεγάλη συζήτηση για τους κοσμοθεωρητικούς και πνευματικούς προσανατολισμούς οι οποίοι είναι εξ αντικειμένου συμβατοί με τις οντολογικές και ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της Ευρώπης. Τα ιδεολογικά δόγματα της εποχής των δουλοπαροίκων είναι ακατάλληλα για τα συγκροτημένα ευρωπαϊκά έθνη. Χρειαζόμαστε Πολιτική με «Π» κεφαλαίο: Άθλημα κατ’ αλήθειαν βίου εντός των κρατών και άθλημα σύγκλισης των οικονομικών, πολιτικών και στρατηγικών συμφερόντων μεταξύ των εθνοκρατών. 
Καμιά ανάλυση  και καμιά «φιλοσοφία» (διάβαζε: φιλοσόφημα-ιδεολόγημα) δεν μπορεί να βαίνει αντίρροπα στην οντολογία. Συναφώς, στην Ευρώπη, πλέον, υφίστανται εδραίες εθνοκρατικές υποστάσεις. Τα ευρέως διαδεδομένα ύστερα μεταμοντέρνα θεωρήματα και ιδεολογήματα που τόσο πολύ επηρέασαν την θεσμική συγκρότηση της μεταπολεμικής Ευρώπης, επίσης, αντιβαίνουν στις εθνοκρατικές υποστάσεις. Παρά το γεγονός ότι η μόδια και οι ανάγκες της προπαγάνδας του Ψυχρού Πολέμου δημιούργησαν μια ωραιοποιημένη περιρρέουσα συμβατική αντίληψη για τους φορείς ποικίλων επιστημονικών τίτλων, οι ιδεολογίες και τα συναρτημένα ιδεολογήματα και φιλοσοφήματα δεν είναι επιστήμη! Αποτελεί επικίνδυνη πολιτική παράκρουση –και ασφαλώς όχι επιστημονική άποψη– κάθε θέση που υποστηρίζει πως οι «θεσμοί κατασκευάζουν ανθρώπους» του ενός ή άλλου είδους και της μιας ή άλλης «έμπνευσης» του ενός ή άλλου ιδιώτη.
Πολιτική σκέψη οντολογικά συναφής και συμβατή με τις ατομικές και συλλογικές ανθρώπινες οντότητες μπορεί να παραχθεί μόνο από την Πολιτική. Ότι παράγεται εκτός πολιτικής και δεν είναι αξιολογικά ελεύθερη περιγραφή και ερμηνεία των κοινωνικοοντολογικών γεγονότων είναι εξ αντικειμένου προϊόν φαντασίας και σχεδόν αναπόδραστα αντί-ανθρώπινη πολιτική διαστροφή. Οι ανθρωπολογικά διαμορφωμένες κοινωνικές οντότητες δεν χρειάζονται «ανθρωπολογική ανακατασκευή τους» παρά μόνο Δημοκρατία και Εθνική ανεξαρτησία για να επιδίδονται αδιάκοπα στο δημοκρατικό άθλημα της πολιτικής ελευθερίας, της αναζήτησης κατ’ αλήθειαν συλλογικού βίου, του προσδιορισμού συλλογικού τρόπου ζωής και του προσδιορισμού θεσμών που προσιδιάζουν στην ανθρωπολογική ετερότητα κάθε διακριτής εθνοκρατικής οντότητας. Το εθνοκράτος ως πολιτικός φορέας υποστασιοποιεί τις μακραίωνες πολιτικές παραδόσεις κάθε έθνους. Το εθνοκράτος είναι ο θεσμός ελευθερίας των κοινωνιών και όχι παιχνίδι στα χέρια του ενός ή άλλου φορέα ιδεολογικών δογμάτων κατασκευασμένων εκτός πολιτικής και κατάλληλων, δήθεν, για πολιτική εξίσωση και ανθρωπολογική εξομοίωση του πλανήτη ή περιφερειών.
Κανένα κράτος δεν είναι βιώσιμο εάν δεν διαθέτει μια εύρωστη πολιτική ανθρωπολογία, συνειδητοποιημένους φιλοπάτριδες πολίτες και δημοκρατικούς θεσμούς με ροπή την άμεση δημοκρατία και την πολιτική ελευθερία. Ροκανίζοντας την υπόσταση των εθνικών πολιτικών παραδόσεων –και αυτό επιτελούν τα εθνομηδενιστικά ιδεολογήματα και θεωρήματα– ροκανίζεται ο πολιτικός ορθολογισμός, αποσταθεροποιούνται τα κράτη και δημιουργείται ένας διακρατικός ακταρμάς που ρέπει προς αστάθεια και σύγκρουση. Αυτό είναι ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα και σχετίζεται με το γεγονός ότι πέραν των εξουσιών κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων τεχνοκρατών υπάρχει και ένας μεγάλος επιστημονικά μεταμφιεσμένος κόσμος που αναμασά ανθρωπολογικά ανυπόστατες ιδεολογίες και ιδεολογήματα. Εύλογα και λογικά διερωτάται κανείς, ακριβώς, κατά πόσο αυτό είναι επιστημονικό ζήτημα ή κοινωνικοπολιτικό πρόβλημα όταν η δέσμευση σπάνιων πόρων οδηγεί όχι στην καλλιέργεια της γνώσης αλλά στην εργολαβική αναπαραγωγή ανυπόστατων ιδεολογιών και ιδεολογημάτων ασεβών προς την ετερότητα του ανθρώπου, τον πολιτικό του πολιτισμό, την οντολογία του και την πολιτική και συλλογική ελευθερία των κοινωνικών οντοτήτων. Προεξάρχουν διεστραμμένα εξισωτικά και εξομοιωτικά ιδεολογικό δόγματα που παραβλέπουν ή παρακάμπτουν την οντολογία και τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις.
Γιατί λοιπόν να δεσμεύονται εθνικοί και Κοινοτικοί πόροι για ιδεολογήματα τα οποία είναι οντολογικά αδιάφορα και κατάλληλα μόνο για την προ-πολιτική εποχή η οποία παρήλθε εδώ και χιλιετίες. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αναμφίβολα, τα ιδεολογικά δόγματα ενείχαν κάποια χρησιμότητα ως μεταμφιεσμένη προπαγάνδα. Το μόνο που μπορεί πλέον να προκαλέσει το αναμάσημα ιδεολογημάτων οντολογικά αδιάφορων είναι η παραγωγή πολιτικού ανορθολογισμού και η αποδυνάμωση της ανθρωπολογικής υπόστασης των εθνοκρατών και των πολιτών τους. Τα εθνοκράτη υπενθυμίζεται, δεν προσφέρονται για θυσία στον βωμό ασυνάρτητων ιδεολόγων. Εκτός του ότι διαθέτουν ιερή και απαραβίαστη οντολογία, τα εθνοκράτη κατοχυρώνονται από τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου. Επιπλέον, οι κοινωνίες τους καθημερινά αξιώνουν εθνική ανεξαρτησία. Μακροχρόνια, η πολιτικοανθρωπολογική ευρωστία τους είναι προϋπόθεση πιθανών περιφερειακών μετά-κρατικών κοσμοσυστημάτων των οποίων η συγκρότηση ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν μπορεί να είναι προϊόν εξισωτικών και εξομοιωτικών ιδεολογικών δογμάτων.  
Κανείς πλέον δεν έχει την πολυτέλεια να πιστεύει ότι η ανθρωπολογική εξομοίωση και η πολιτική εξίσωση του πλανήτη αποτελεί κατιτί συμβατό με την διττή πνευματική και αισθητή ετερότητα της ατομικής και συλλογικής ανθρώπινης υπόστασης. Στον βωμό μιας τέτοιας παράκρουσης τους τελευταίους αιώνες είχαμε εκατοντάδες εκατομμύρια νεκρούς  ιστορικό γεγονός που καταμαρτυρεί τον αντί-ανθρώπινο και φασιστικό χαρακτήρα των εξισωτικών και εξομοιωτικών φιλοσοφημάτων και ιδεολογημάτων. Συμπερασματικά, κανένα δεν συμφέρει η ανθρωπολογική εκμηδένιση των πολιτών, η υπονόμευση των πατροπαράδοτων τρόπων ζωής, η συνεπαγόμενη πνευματική αποδόμηση των κοινωνιών και η στόχευση των εθνικών πολιτικών παραδόσεων τις οποίες υποστασιοποιούν τα ανεξάρτητα εθνοκράτη.
Υπάρχει δραστηριότητα που να προκαλεί τέτοιες συμφορές και να θεωρείται «επιστήμη»! Μια ριζική μεταρρύθμιση στην Ευρώπη συνεπάγεται μεταξύ άλλων και επανεξέταση των πόρων που διατίθενται για επιστημονικά μεταμφιεσμένες ιδεολογικές δραστηριότητες. Δύσκολα σίγουρο έργο πλην οι εντολείς των σπάνιων δημόσιων πόρων είναι οι πολίτες και κανείς άλλος. Με ποιος πολιτικούς τρόπους θα γίνει αυτό είναι ένα καλό ερώτημα. Επειδή Ηρακλής δεν υπάρχει για να καθαρίσει τους παγκόσμιους και ευρωπαϊκούς «επιστημονικούς στάβλους», μόνο η δημοκρατική συγκρότηση σε όλα τα επίπεδα μπορεί να παράγει πολιτικό ορθολογισμό γι’ αυτό και πολλά άλλα ζητήματα. Ο καθείς βέβαια είναι ελεύθερος να νομίζει ότι έχει φτερά και μπορεί να πετάξει ή να θέλει να ρίξει τις κοινωνίες στα τάρταρα επειδή κάτι τέτοιο ηδονίζει ιδεολογικά σύνδρομα και ατομικές ψυχολογικές αστάθειες. Μπορεί να επιδίδεται σε αυτές τις αποκρουστικές δράσεις σπίτι του και με ίδιους πόρους και όχι εις βάρος πολύτιμων σπάνιων κοινωνικών πόρων. 
7. Υπό το πιο πάνω πρίσμα εάν θέλουμε οι θεσμοί στο εθνοκράτος και μεταξύ των εθνοκρατών στην Ευρώπη να είναι συμβατοί με το οντολογικά διαφοροποιημένο εθνοκρατοκεντρικό ανθρωπολογικό υπόβαθρο, απαιτείται η λαϊκή κυριαρχία να ασκείται μόνο εκεί όπου υπάρχουν ανθρωπολογικές προϋποθέσεις, δηλαδή στο εθνοκρατικό επίπεδο. Πιο πάνω τονίσαμε επανειλημμένα ότι προϋπόθεση δημοκρατικών προόδων στην Ευρώπη σημαίνει αφενός εξορθολογισμό της εθνοκρατικής δημοκρατίας –εκεί δηλαδή όπου διαμορφώνονται τα εθνικά συμφέροντα– και αφετέρου διακρατικό εξορθολογισμό στην ΕΕ με την εμπέδωση του διακυβερνητισμού και των αυστηρά ομόφωνων-συναινετικών αποφάσεων. Δημοκρατία μεταξύ κυρίαρχων κρατών, εν τέλει, σημαίνει ισοτιμία-ισότητα και ομόφωνες αποφάσεις. Οι κυβερνήσεις λογοδοτούν και αντλούν νομιμοποίηση από τις κοινωνίες και όχι από γραφειοκράτες και τεχνοκράτες.
Τέλος, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικά νοούμενης πολιτικής αντίληψης δεν υπάρχει δίλημμα μεταξύ «αποτελεσματικότητας» και δημοκρατίας. Η αποτελεσματικότητα υποτάσσεται στη δημοκρατία και με βάσανο μεγιστοποιούνται αμφότερα. Ακριβώς, δεσποτισμός εάν όχι φασισμός είναι κάθε επίκληση «αναγκαιότητας» για υπερεθνικότητα στο όνομα της «αποτελεσματικότητας» παραβλέποντας τον άνθρωπο και την θεμελιωδώς διαφοροποιημένη εθνοκρατοκεντρική υπόσταση της Ευρώπης. Οι θηριώδεις τρόικες που οργιάζουν δεσποτικά σε πολλά κράτη του ευρωπαϊκού νότου είναι αποτέλεσμα τέτοιων φασιστικών ιδεολογημάτων.
 
Οι θεωρήσεις που συνοψίσαμε πιο πάνω αφορούν στρατηγικούς προσανατολισμούς. Το προνόμιο της εξειδίκευσης και της απόφασης ανήκει στα μέλη των κοινωνιών και όχι στους φορείς επιστημονικών τίτλων οι οποίοι και κρίνονται από τα γραφόμενά τους. Στην περίπτωση της ΕΕ είτε αποφασίζεται η συνέχιση της ακάθεκτης διολίσθησης προς τον κρημνό είτε θα υπάρξει αλλαγή προσανατολισμού και θεμελιακές μεταρρυθμίσεις. Εάν η μεταρρύθμιση αποδειχθεί ανέφικτη, η διέξοδος βρίσκεται στην συντεταγμένη αποσυναρμολόγηση του τερατώδους υπεκράτους που δημιούργησαν αβάστακτα λανθασμένες αποφάσεις. Ως προεδρεύουσα χώρα η Ελλάδα μπορεί κάλλιστα να υποδαυλίσει ένα προβληματισμό στο ευρωπαϊκό πολιτικό, στρατηγικό και θεσμικό πεδίο. Έχει το προνόμιο των πρωτοβουλιών ως προεδρεύουσα χώρα, συμφέρει την ίδια και συμφέρει όλους τους άλλους. Για την Ελλάδα ίσως να είναι και ζήτημα επιβίωσης.
 
Καλό νέο έτος και ελεύθερη Ελλάδα το 2014
30.12.2014 
                                                           
Υστερόγραφο. Στις παρεμβάσεις μου των τριών τελευταίων ετών που αναρτώνται ευρέως και που αφορούν την συντρέχουσα κρίση, τα σχόλια όσων συμμετέχουν στον «Δήμο του διαδικτύου», όπως είναι λογικό, ποικίλουν. Εκτιμώ ότι χρήζουν οι εξής διευκρινίσεις. 1. Έκταση κειμένων: Ένα δίκοπο μαχαίρι αιωρείται: Ο κίνδυνος ανεπαρκούς τεκμηρίωσης λόγω περιορισμένου χώρου και η επέκταση που δυνατό να αποθαρρύνει όσους συνηθίζουν να διαβάζουν μικρά κείμενα. Η χρυσή τομή δεν είναι εύκολη και πάντα κάποιοι καλόπιστα ή κακόπιστα θα παραπονιούνται. Ο καθείς είναι ελεύθερος να διαβάσει ή να μην διαβάσει ένα εκτενέστερο κείμενο. 2. Οι δικές μου παρεμβάσεις για την συντρέχουσα κρίση συνειδητά αλλά και εξ αντικειμένου δεν είναι πολιτικοπαραταξιακού ή ιδεολογικού χαρακτήρα. Λογικό είναι οι απόψεις να διχάζονται. Όποιος διαβάζει κάτι περιεκτικό που δεν συμβαδίζει με την άποψή του δυσφορεί ή και αντιδρά κακόπιστα, και το αντίστροφο. Αντιδράσεις αυτού του είδους δεν πρέπει να ενδιαφέρουν ένα αναλυτή εάν θέλει να γράφει ουσιαστικά και αξιολογικά ελεύθερα. 3. Ακριβώς, οι αναλύσεις κρίνονται από το εάν είναι αξιολογικά ελεύθερες και γι’ αυτό αντικειμενικές και περιγραφικές/ερμηνευτικές της πραγματικότητας. Ιδανικά, αυτό επιτυγχάνεται, εάν αναλύσεις πληροφορούν και ερμηνεύουν αντικειμενικά χωρίς να διαστρέφουν την αλήθεια. 4. Αναλύσεις όπως η πιο πάνω διαφέρουν από τις δημοσιογραφικές ή προπαγανδιστικές αναλύσεις. Η αξιολογικά ελεύθερη περιγραφή και ερμηνεία αφορά δομικά ζητήματα και στρατηγικούς προσανατολισμούς και όχι συνταγές πρακτικής δράσης. Ο καθείς συνάγει τα συμπεράσματά του και αποφασίζει τι θέλει και πως θα δράσει σύμφωνα με τα συμφέροντά του. Αυτό μπορούμε να το πούμε και διαφορετικά: Γνωρίζοντας την πραγματικότητα όπως είναι και όχι όπως θέλουμε να είναι οι άνθρωποι και τα κράτη κάνουν ότι θέλουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, ανάλογα με τις δυνατότητες και ικανότητες τους και σε συνάρτηση με τις ανάγκες της ενδοκρατικής και διακρατικής διαπάλης. 5. Μπορεί λόγω κεκτημένης ταχύτητας οι στρεβλώσεις των παρωχημένων εσχατολογικών δογματικών ιδεολογιών του 18ου και 19ου αι. να μπερδεύουν ακόμη πολλούς, πλην υπάρχουν έσχατα, θέσφατα και δεοντολογίες που αφορούν την συλλογική ελευθερία (εθνική ανεξαρτησία), την πολιτική ελευθερία (κορύφωση της Δημοκρατίας) και την οντολογική ετερότητα των ατόμων και των ομάδων. Αυτά είναι Υπαρκτικού χαρακτήρα σύμφυτα με την οντολογική ετερότητα κάθε ανθρώπου και κάθε έθνους. Είναι έσχατες λογικές δεοντολογικά δεσμευτικές. Το πρόβλημα δεν το έχει όχι όποιος έτσι δεσμεύεται αλλά όποιος διαφωνεί με την οντολογικά συναρτημένη και επικυρωμένη συλλογική ελευθερία (εθνική ανεξαρτησία) και με την πολιτική ελευθερία (δημοκρατική ροπή προς άμεση ελευθερία και κατίσχυση των πολιτών ως εντολέων της Πολιτικής).  
 
Π. Ήφαιστος -  P. Ifestos
www.ifestosedu.grinfo@ifestosedu.gr

Σχόλια