Βυζαντινά παραλειπόμενα

Περιηγούμενος στα αρχεία μου περί Βυζαντίου, εντόπισα τα παρακάτω στοιχεία που αφορούν σε ιστορικά στιγμιότυπα της εποχής και αναδεικνύουν τάσεις, συμπεριφορές και ήθη μιας ένδοξης και πολυτάραχης εποχής………..δεν παύουν όμως ορισμένα εξ’ αυτών εκτός από παρελθόντα……….να παραμένουν επίκαιρα.
Kατάληψη Iερουσαλήμ (614) από τους Πέρσες (διήγηση βυζαντινού μοναχού) 
«Οι Πέρσες αγωνίστηκαν είκοσι μέρες και χτυπούσαν τόσο βίαια με τις βαλλίστρες που την εικοστή πρώτη μέρα γκρέμισαν τα τείχη της πόλης. Στη συνέχεια οι εχθροί μπήκαν στην πόλη με μεγάλη μανία, σαν εξαγριωμένα άγρια ζώα και ερεθισμένα φίδια[...]
Σαν λυσσασμένα σκυλιά ξέσκιζαν με τα δόντια τους τη σάρκα των πιστών και δε σέβονταν κανένα, ούτε άνδρα ούτε γυναίκα, ούτε νέο ούτε γέρο, ούτε παιδί ούτε μωρό, ούτε ιερέα ούτε μοναχό, ούτε παρθένα ούτε χήρα…………»
F., Conybeare, «Antiochus Strategos Account of the Sack of Jerusalem (614)», English Historical Review 25 (1910) σελ. 506-507.
Ο Μιχαήλ Ψελλός για τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ (976-1025) 
“Στους περισσότερους ανθρώπους της γενιάς μας, που γνώρισαν τον αυτοκράτορα Βασίλειο, έδινε την εντύπωση ενός στρυφνού και άξεστου στη συμπεριφορά ανθρώπου, οξύθυμου, επίπονου, λιτοδίαιτου, που αποστρεφόταν κάθε είδους μαλθακότητα. Όπως όμως εγώ ο ίδιος συμπέρανα από τους ιστορικούς που έγραψαν γι’ αυτόν, δεν ήταν καθόλου τέτοιος κατ’ αρχάς, αλλά από μια ζωή φιλήδονη και τρυφηλή, μεταβλήθηκε σε άνθρωπο ενεργητικότατο, σαν να εστύφισαν  τον χαρακτήρα του οι περιστάσεις, αφού τόνωσαν τη δύναμή του και αποδυνάμωσαν τη χαυνότητα, μεταμορφώνοντας όλη του τη ζωή.”
“Χρονογραφία”, κεφ.4 μετάφραση Β. Καραλής, εκδ. ‘Aγρωστις Αθήνα 1992, σελ. 45-6 
Καταδίκη του Βασιλείου (αρχηγού των Βογομίλων) από τον Aλέξιο A’ Kομνηνό (1081 – 1118)
“Τον Βασίλειο όμως που ήταν όντως ο αρχηγός της αιρέσεως και αμετανόητος, όλα τα διακεκριμένα μέλη της ιεράς συνόδου, οι επιφανείς μοναχοί κι ο ίδιος ο πατριάρχης Νικόλαος τον έκριναν άξιο της πυράς. Μ’ αυτούς συμφώνησε κι ο αυτοκράτορας διότι πολλές φορές είχε συζητήσει μαζί του κι είχε διαγνώσει πόσο επικίνδυνος άνθρωπος ήταν και πόσο προσηλωμένος στην αίρεση. Πρόσταξε λοιπόν ν’ ανάψουν στον ιππόδρομο μια τεράστια φωτιά… Κι η φλόγα, σαν να ήταν οργισμένη εναντίον του, τόσο γρήγορα προχώρησε τρώγοντας τις σάρκες του ασεβούς, ώστε ούτε κνίσα βγήκε καθόλου ούτε άλλαξε μορφή ο καπνός και μόνο μιά λεπτή γραμμή καπνού φάνηκε ανάμεσα στις φλόγες”.
«Aννα Kομνηνή, Aλεξιάς, τ. Β’, Aθήνα 1994 (μετάφραση Aλόη Σιδέρη).
Aπόσπασμα από τη συνθήκη ειρήνης της Δεαβόλεως (1108), όπως την παραδίδει η ‘Aννα Κομνηνή
Pοβέρτος Γϋισκάρδος προς Αλέξιο: «Τώρα όμως, που έρχομαι σε σένα τρόπον τινά μετανοημένος σαν ψαράς που τον χτύπησε το ψάρι κι έβαλε μυαλό, αφού μόνο με το δόρυ σου έχω συνετιστεί κι επίσης με την ανάμνηση των μαχών εκείνου του καιρού και της ήττας που έχω υποστεί, αποφασίζω να κλείσω νέα συμφωνία με σένα τον αυτοκράτορα, βάσει της οποίας γίνομαι υποτελής της μεγαλειότητάς σου και για να εξηγηθώ σαφέστερα και λεπτομερέστερα, ο ικέτης και υποχείριος, επειδή και συ είσαι πρόθυμος να μου παράσχεις την προστασία σου και επιθυμείς να με κάνεις υποτελή σου».
«Aννα Kομνηνή, Aλεξιάς.
Ο Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος (1042-1055) ιδρύει το ναό του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων
«Η υπόθεση της κατασκευής του δεν άρχισε με φιλόδοξα σχέδια και για τούτο δεν χρειάζεται να αναφέρω τίποτα. Στην αρχή, έμοιαζε με εκκλησία που δεν θα έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις, αφού οι θεμέλιοι λίθοι του ήταν μετρίου μεγέθους, το yυποστηριζόμενο κτίριο ανάλογο και το ύψος όχι ιδιαίτερα υψηλό. Μόλις πέρασε όμως λίγος καιρός, φιλοδοξίες μεγάλες τον πυρπόλησαν να συναγωνισθεί όλες τις προγενέστερες οικοδομές και επιπλέον να τις υπερκεράσει όλες κατά πολύ. Έτσι, όλο και μεγαλύτερος περίβολος άρχισε να κυκλώνει το ναό και τα παλαιά θεμέλια είτε ανεσκάπτοντο και ενισχύονταν είτε πάλι χώνονταν ακόμα βαθύτερα. Πάνω τους στήνονταν κίονες μεγαλύτεροι και πλήρεις διακοσμήσεων και όλα εκτελούνταν με περισσότερη χλιδή: η οροφή επαλειφόταν με χρυσό, λίθοι με πράσινο χρώμα αστραφτερό πότε στρώνονταν στο δάπεδο και πότε αρμόζονταν στους τοίχους, ενώ σειρές καινούργιες έλαμπαν η μία πάνω στην άλλη, του ίδιου χρώματος ή και διαφορετικού για να προκαλεί αντίθεση. Όσο τέλος για το χρυσάφι, αυτό έτρεχε από το δημόσιο ταμείο σαν ρυάκι κελαρυστό από αστείρευτες πηγές.
[...] Αν κάποιος ήθελε να ψέξει το μέγεθος της εκκλησίας, σταματούσε αμέσως ζαλισμένος από την ανυπέρβλητη ομορφιά της: γιατί το κάλλος της διαφαινόταν σε κάθε μέρος της μεγάλης εκείνης κατασκευής ,ώστε η ομορφιά να διαχέεται και στον υπόλοιπο χώρο. Κανένας, τέλος δεν ήταν δυνατό να επισκοπήσει όλους τους εσωτερικούς κήπους ούτε με τοβλέμμα ούτε καν με τη φαντασία του».
Μιχαήλ Ψελλός «Χρονογραφία» εκδ. Κανάκη, Αθήνα 1996, κεφ. 185-186, σελ. 149-153 (μετάφραση Βρ. Καραλής).
Συμβουλές αντιμετώπισης επαναστατικών κινήσεων (1025-1081)
«Αν κάποιος επαναστατήσει και αναγορεύει τον εαυτό του αυτοκράτορα, να μη συνταχθείς μαζί του, αλλά να απομακρυνθείς από αυτόν. Κι αν μπορείς να τον πολεμήσεις και να τον καταβάλεις, πολέμησε υπέρ του αυτοκράτορα και της γενικής ειρήνης· αν αντίθετα δε μπορείς να τον πολεμήσεις, να απομακρυνθείς από αυτόν, όπως είπα, κι αφού με τους ανθρώπους σου γίνεις κύριος κάποιου οχυρού, να γράψεις στον αυτοκράτορα και να αγωνίζεσαι όσο μπορείς να του προσφέρεις υπηρεσία, για να τιμηθείς κι εσύ και τα παιδιά σου και οι άνθρωποί σου. Αν πάλι δε διαθέτεις ανθρώπους για να καταλάβεις κάποιο οχυρό, να εγκαταλείψεις τα πάντα και να καταφύγεις στο βασιλιά».
Κεκαυμένος  «Στρατηγικόν» Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια Δημ. Τσουγκαράκης, Αθήνα 1996, σελ. 212.
Συμβουλές μεταχείρισης στρατιωτών (11oς αιώνας)
«Τους στρατιώτες σου να τους φροντίζεις πολύ. Να μην τους περικόπτεις το μισθό τους, γιατί ο στρατιώτης που πληρώνεται από σένα σου πουλάει το αίμα του. Να τους δίνεις αξιώματα, όχι βέβαια σε όλους, αλλά στους δραστήριους. Οι ξένοι και οι Ρωμαίοι που υπηρετούν στην αυτοκρατορική φρουρά, να μη στερούνται τίποτε, αλλά να λαμβάνουν τα σιτηρέσιά τους ανελλιπώς κάθε μήνα και τις ζωοτροφές τους και τους μισθούς τους ολόκληρους. Να τους αμοίβεις και δεν πρόκειται να σε επιβουλευτούν. Αν όμως στερούνται, σίγουρα θα θελήσουν να πάνε εκεί όπου θα μπορέσουν να χορτάσουν, κι αν πάνε, θα γίνουν άσπονδοι εχθροί σου”.
Κεκαυμένος «Στρατηγικόν» σελ. 248.
Περιγραφή γεγονότων (11oς αιώνας)
«Στους ανθρώπους που έχεις στην υπηρεσία σου, να παραγγέλλεις να μην αδικούν τους άλλους ούτε να προστατεύουν ανθρώπους πονηρούς και εχθρούς της αλήθειας [...].Τέτοιος ήταν λοιπόν ο μακαρίτης αυτοκράτορας Μιχαήλ (αναφέρεται στον Μιχαήλ Ε’ Καλαφάτη) …..”ήταν κοσμημένος με μεγάλες αρετές, αλλά είχε και στενούς συγγενείς πολλούς και φτωχούς, τους οποίους φρόντιζε ο Ορφανοτρόφος. Αυτός ήταν αδελφός του αυτοκράτορα και διοικούσε το παλάτι. Θέλοντας λοιπόν να τους κάνει πλούσιους, τους έδωσε το ελεύθερο να διαρπάζουν τις ξένες περιουσίες, χωρίς ο αυτοκράτορας να ξέρει τίποτα για αυτό [...]. Έτσι εξαιτίας τους έγινε μισητός στους περισσότερους εκείνος ο θαυμάσιος άνθρωπος, ολοφάνερα από τις αδικίες των συγγενών του, και όλοι τον καταριούνταν να σβήσει η γενιά του. Πράγμα που δεν άργησε να συμβεί. Διότι όταν εκείνος πέθανε ειρηνικά και εν μετανοία, ανέβηκε στο θρόνο ο ανεψιός του. Εναντίον του όμως ξεσηκώθηκε όλη η πόλη κι όσοι από τις επαρχίες βρέθηκαν εκεί, βρίσκοντας πρόφαση ότι εξόρισε τη θεία του, την αυτοκράτειρα, με αποτέλεσμα να χαθεί και ο ίδιος και το σόι του μέσα σε μια μέρα. Και τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο Μονομάχος (αναφέρεται στον Κων/νο Θ’ Μονομάχο) που κατέστρεψε και ερήμωσε τη βασιλεία των Ρωμαίων…»
Κεκαυμένος  «Στρατηγικόν» σελ.258 – 262.
Ρωμανός Δ’ ο Διογένης
Τραυματισμένος στη μάχη του Μαντζικέρτ ο Ρωμανός Δ’ ο Διογένης απαντά στις παραινέσεις στρατιώτη να πέσει κάτω προκειμένου να μην τον δουν οι Τούρκοι:
«Όχι, ένας αυτοκράτορας, ακόμα και νικημένος, ακόμα και λαβωμένος, δεν σέρνεται ποτέ, απάντησε περήφανα ο Ρωμανός και έκανε να σηκωθεί.»

Σχόλια