Τράπεζα της Ελλάδας : Καλό το μνημόνιο κακή η κυβέρνηση Παπανδρέου...

Υποβλήθηκε στις 23 Νοε.2011 στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2011, σύμφωνα με όσα προβλέπει το Καταστατικό της.
Η Έκθεση έχει λάβει υπόψη τις οικονομικές εξελίξεις και τα σχετικά στοιχεία έως τις 17 Νοεμβρίου, όταν άρχισε η εκτύπωσή της
Για να δούμε τι λέει η έκθεση αυτή επιγραμματικά.
ΑΠΕΤΥΧΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ Ή ΕΦΑΡΜΟΣΤΗΚΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ;
Το Μνημόνιο που συμφωνήθηκε το Μάιο του 2010 και οι αναθεωρήσεις που ακολούθησανέχουν στόχο να στηρίξουν την επιλογή της εξόδου από την κρίση με τις μικρότερες απώλειες, εξασφαλίζοντας την αναγκαία χρηματοδότηση. Υποχρέωση της ελληνικής πλευράς ήτανκαι είναι να αποκαταστήσει σε σχετικά σύντομο διάστημα τη δημοσιονομική ισορρο-
πία και να προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις, που αφενός θα διευκολύνουν και θακαθιστούν βιώσιμη τη δημοσιονομική προσαρμογή και αφετέρου θα συντελούν στηναλλαγή του παραγωγικού προτύπου, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα και ενισχύοντας την εξωστρέφεια της οικονομίας.
Σήμερα, δεκαεπτά μήνες αργότερα, δεν έχει ακόμη διασφαλιστεί ότι η οικονομία θα μπορέσει να εισέλθει σύντομα σε έναν ενάρετο κύκλο, δεδομένου ότι:
• Η ύφεση είναι βαθύτερη και μεγαλύτερης διάρκειας από ό,τι αναμενόταν.
• Οι μεσοπρόθεσμες προβλέψεις για την ανάπτυξη αναθεωρούνται προς τα κάτω.
• Η δυναμική του δημόσιου χρέους παραμένει δυσμενής, αφού η αύξηση των εσόδων καιη μείωση των δαπανών υστερούν αισθητά έναντι των στόχων.
• Οι κοινωνικές αντιδράσεις οξύνονται, εντείνοντας την αβεβαιότητα.
Συνέπεια όλων των ανωτέρω είναι η ενδυνάμωση των απαισιόδοξων προσδοκιών, που επιτείνει την ύφεση και υπονομεύει τις προοπτικές ανάκαμψης.
Η εφαρμογή των πολιτικών για την προώθηση των στόχων που προβλέπονται στο Μνημόνιο είναιευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης. Όλα τα ανωτέρω οφείλονται στην αδυναμία της ελληνικής πλευράς να εφαρμόσει έγκαιρα και στην απαιτούμενη έκταση και βάθος τις πολιτικές εκείνες που θα προωθούσαν πιο αποτελεσματικά τους στόχους τους οποίους προέβλεπε η Συμφωνία Στήριξης. Το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που επιτεύχθηκε το 2010 δεν είχε προηγούμενο στις ανεπτυγμένες χώρες, ενώ ―παρά τις καθυστερήσεις― έγιναν ορισμένες αξιόλογες διαρθρωτικές παρεμβάσεις, με κορυφαία τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ωστόσο η κατάσταση παραμένει κρίσιμη.
Το σοβαρότερο πρόβλημα είναι ότι η μέχρι σήμερα άσκηση της οικονομικής πολιτικής δενκατόρθωσε να πείσει τις αγορές και τους πολίτες ότι υπάρχει διέξοδος, ότι τα αποτελέσματα που προδιαγράφονται θα επιτευχθούν. Το κύριο αίτιο του “ελλείμματος αξιοπιστίας” είναι ότι η οικονομική πολιτική συχνά ασκείται αποσπασματικά, με διστακτικότητα, υπαναχωρήσεις και αναβολές ή σύρεται από τις εξελίξεις, αντί να τις προλαμβάνει. Ανάλογα με την περίπτωση:
• Ρυθμίσεις που βρίσκονται σε σωστή κατεύθυνση αποδυναμώνονται στην εφαρμογή τους
και έτσι το προσδοκώμενο αποτέλεσμα περιορίζεται.
• Εξαντλούνται όλα τα περιθώρια των χρονοδιαγραμμάτων που έχουν συμφωνηθεί, χωρίς προετοιμασία και προγραμματισμό, με αποτέλεσμα να αναζητούνται “μαγικές λύσεις” της τελευταίας στιγμής.
• Αναβιώνουν νοοτροπίες και συμπεριφορές του παρελθόντος, οι οποίες αντιμετωπίζουνορισμένα θέματα ως αδιαπραγμάτευτα κάθε φορά που απειλούνται κεκτημένα.
• Επιλέγονται “οριζόντιες”, δηλαδή ισοπεδωτικές, λύσεις για τον περιορισμό των δημόσιωνδαπανών, ενώ οι μηχανισμοί που εγγενώς παράγουν δαπάνες παραμένουν άθικτοι, καθώς η δημόσια διοίκηση δεν είναι σε θέση να επεξεργαστεί στοχευμένες, δηλαδή πιο αποτελεσματικές και κοινωνικά δίκαιες, λύσεις.
Για την νέα κυβέρνηση και τις εκλογές 
Η νέα κυβέρνηση ήταν αποτέλεσμα συμφωνίας τριών πολιτικών κομμάτων μπροστά στοενδεχόμενο ανεπιθύμητων εξελίξεων, που λίγες μέρες νωρίτερα έμοιαζαν αναπόφευκτες. Το πρώτο συνεπώς καθήκον που επωμίζεται είναι να αποτρέψει το ενδεχόμενο αυτό και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη που έχει κλονιστεί βαρύτατα. Το γεγονός ότι στηρίζεται σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών δυνάμεων είναι ένα κατ’ αρχήν θετικό στοιχείο,που μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στο κλίμα εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και διεθνώς.
Για να εμπεδωθεί όμως η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας, η σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων που εκφράστηκε με το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης πρέπει να γίνει πιο ουσιαστική, να σφυρηλατηθεί συστηματικά και να διαρκέσει πέραν των εκλογών που προγραμματίζονται.
Η περίοδος που αρχίζει θα πρέπει να είναι περίοδος περισυλλογής, ρεαλιστικής εκτίμησης των δυνατοτήτων της οικονομίας και αναζήτησης των άριστων μακροχρόνιων επιλογών. Η πολιτική αντιπαράθεση θα ήταν ωφέλιμο να διεξαχθεί με βάση όρους του μέλλοντος και όχι με τους
όρους του παρελθόντος, το οποίο άλλωστε μας οδήγησε στη σημερινή επώδυνη κατάσταση. Μία είναι η προϋπόθεση για να επιτύχει η κυβέρνηση και να εκφραστεί αυθεντικά η βούληση των πολιτών στις επόμενες
εκλογές: να περιγραφούν με απόλυτη ειλικρίνεια η κατάσταση της οικονομίας και η διεθνής πραγματικότητα, να αναλυθούν.
ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Άμεση προτεραιότητα να αντιμετωπιστεί έμπρακτα η κρίση αξιοπιστίας

Μετά και τις αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου, η νέα κυβέρνηση πρέπει να πείσει ότι αυτή τη φορά η χώρα θα τηρήσει κατά γράμμα τις δικές της υποχρεώσεις, δηλαδή το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών αλλαγών. Για να πειστούν όμως τώρα οι αγορές και οι πολίτες ότι υπάρχει διέξοδος, πρέπει να καταρτιστεί με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα η στρατηγική της χώρας. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της οικονομίας είναι ο μόνος τρόπος για να συντομευθεί η ύφεση, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ανάκαμψης και να αξιοποιήσει η Ελλάδα τις θετικές πλευρές των αποφάσεων των Συνόδων της 23ης και 26ης Οκτωβρίου.

Δύο οι εθνικοί στόχοι

Δύο είναι οι εθνικοί στόχοι που πρέπει πάση θυσία να επιδιώξουμε τώρα:

Πρώτον, δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων στη δημοσιονομική διαχείριση, με ρυθμούς υψηλότερους απ’ ό,τι προβλέπεται.

Δεύτερον, συντομότερη ανάκαμψη και ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας ΕΔΩ  . 

Σχόλια