ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ-ΚΥΠΡΟΥ

Είναι ελπιδοφόρο να ακούγονται φωνές για συντονισμό Αθηνών και Λευκωσίας, όταν κάποιοι, χρόνια τώρα, ''συνιστούν'' να πορευόμαστε χωριστά. Το ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α. είναι για αυτό που με ικανοποίηση αναδημοσιεύει από την παγκύπρια ''ΣΗΜΕΡΙΝΗ'', άρθρο για την ανάγκη σύστασης Συμβουλίου Κοινού Στρατηγικού Σχεδιασμού Ελλάδος - Κύπρου. Το υπογράφει ο Νικόλας Στυλιανού, ειδικός σε θέματα Διεθνούς Ασφάλειας και ερευνητικός συνεργάτης του RIEAS (rieas.gr).
Μέσα στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα δρομολογούνται πολλές και σημαντικές εξελίξεις στην περιοχή των Βαλκανίων, της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Οι εξελίξεις αυτές προκύπτουν από το εντελώς καινούργιο περιβάλλον ασφάλειας των πιο πάνω περιοχών και την ανάδειξη ασύμμετρων και μη συμβατικών απειλών που θέτουν σε κίνδυνο την περιφερειακή και διεθνή ασφάλεια, όπως η τρομοκρατία, το λαθρεμπόριο όπλων και ναρκωτικών, η διασπορά πυρηνικού και ραδιενεργού υλικού και η πειρατεία.
Στο μεταξύ, στα πλαίσια του αναδυόμενου περιβάλλοντος ασφαλείας, Ελλάδα και Κύπρος καταβάλλουν προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν σημαντικά εσωτερικά ζητήματα τα οποία απαιτούν τολμηρές και ριζοσπαστικές κινήσεις για να αντιμετωπιστούν. Σκοπός της παρούσας παρέμβασης είναι η ανάδειξη της σημασίας θεσμοθέτησης ενός ελλαδο-κυπριακού οργάνου σε ανώτατο επίπεδο, με στόχο το σχεδιασμό, δημιουργία και υλοποίηση κοινής στρατηγικής ατζέντας σε ό,τι αφορά τα εθνικά θέματα του Ελληνισμού, αλλά και στα φλέγοντα διεθνή ζητήματα, προσδίδοντας με αυτό τον τρόπο νέα δυναμική στην παρουσία του Ελληνισμού σε ένα εντελώς νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον ασφάλειας.
Στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, Ελλάδα και Κύπρος καλούνται να αρθούν στο ύψος των σύγχρονων προκλήσεων, αξιολογώντας και παρακολουθώντας τις ραγδαίες εξελίξεις, να έχουν δυναμική παρουσία και βαρύτητα λόγου στα διεθνή fora και στους συλλογικούς οργανισμούς ασφάλειας, ούτως ώστε να ξεφύγουμε από το ρόλο του παθητικού παίκτη στη διεθνή πολιτική σκηνή. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος ανήκουν στη Δύση και αποτελούν ισότιμα μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας. Επιπρόσθετα, η σύγχρονη δομή της ευρωπαϊκής ασφάλειας ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη της Ένωσης στη σύναψη στρατηγικών συμμαχιών που έχουν σκοπό την αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων αμοιβαίου, κυρίως, αλλά και ευρύτερου ενδιαφέροντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη στρατηγική συμφωνία μεταξύ Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας που αφορά στο πυρηνικό τους οπλοστάσιο και θέτει ως μεσοπρόθεσμο στόχο τη σταδιακή συγχώνευση των πυρηνικών τους οπλοστασίων, σπάζοντας με αυτό τον τρόπο ταμπού αρκετών δεκαετιών. Ο υπογράφων υποστηρίζει πως Ελλάδα και Κύπρος όχι μόνο μπορούν, αλλά και οφείλουν να αποτελέσουν σημαντικότατο κομμάτι στη νέα δομή της ευρωπαϊκής ασφάλειας με μία σειρά μέτρων τα οποία χρειάζονται πρωτοβουλία, θέληση και όραμα από τις ηγεσίες Αθηνών και Λευκωσίας.
Ειδικά αυτές τις δύσκολες εποχές, Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να συνεργάζονται σε όλα τα επίπεδα, ιδιαίτερα στον τομέα της άμυνας, ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής. Δεν επιτρέπεται να μην έχει υιοθετηθεί εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες από τους κυβερνώντες σε Ελλάδα και Κύπρο ένα Ανώτατο Συμβούλιο κοινού στρατηγικού σχεδιασμού όπου θα συμμετέχουν τα υπουργικά συμβούλια της Ελλάδος και της Κύπρου, αντιπροσωπίες των κοινοβουλευτικών καθώς επίσης και κλιμάκια στρατιωτικών, πολιτικών και ενεργειακών αναλυτών. Η υιοθέτηση ενός τέτοιου μηχανισμού δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη δυναμικότερη παρέμβαση του Ελληνισμού στο διεθνές γίγνεσθαι, την παραγωγή σκέψης και απόκτησης πολιτικού και στρατηγικού βάθους από τον Ελληνισμό, αλλά και σε ό,τι αφορά την προώθηση της κοινής πολιτικο-στρατιωτικής ατζέντας των δύο κρατών.
Το Συμβούλιο Κοινού Στρατηγικού Σχεδιασμού Ελλάδος - Κύπρου θα μπορούσε να συνεδριάζει σε διμηνιαία βάση στην Αθήνα ή/και στη Λευκωσία και θα μπορούσε να προσδώσει νέα δυναμική στην ελληνική παρουσία σε ό,τι αφορά τα προβλήματα της περιοχής των Βαλκανίων, του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Η θεσμοθέτηση ενός Συμβουλίου Κοινού Στρατηγικού Σχεδιασμού μεταξύ Ελλάδος - Κύπρου αποτελεί επικτακτική ανάγκη για τους παρακάτω λόγους:
- Θεσμοθέτηση κοινής γραμμής σε ό,τι αφορά τα ανοιχτά θέματα του Ελληνισμού (Μακεδονικό, Κυπριακό, Ελληνο-τουρκικά), με σκοπό τη δυναμικότερη παρέμβαση στους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχουμε. Η απουσία συνέχειας και βάθους στην εξωτερική πολιτική του Ελληνισμού αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους, αν όχι τον πιο σημαντικό λόγο για τις διπλωματικές αποτυχίες και υποχωρήσεις των τελευταίων δεκαετιών.
- Συντονισμός των ομάδων πίεσης (lobbies) μας στο εξωτερικό, ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το πολιτικό σύστημα ευνοεί την εμπλοκή και επιρροή των ομάδων αυτών στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων (decision making process). Πρέπει να επιδιωχθεί η πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη συνεργασία με εθνικά λόμπι με τα οποία υπάρχει ανοικτό πεδίο συνεγασίας σε τομείς που αφορούν όχι μόνο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά θέματα οικονομίας, ενεργειακά και τουρισμού.
- Η παρακολούθηση των εξελίξεων στην περιοχή πρέπει να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για τις κυβερνήσεις Ελλάδας - Κύπρου. Δυστυχώς, δεν φαίνεται να έχουμε αντιληφθεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό το καινούργιο και δυναμικό περιβάλλον ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής. Η ανάδειξη ασύμμετρων απειλών σε συνδυασμό με την αστάθεια και ρευστότητα που χαρακτηρίζει την περιοχή κρίνει επιτακτικότερη την ανάγκη για την ανάληψη δυναμικότερων πρωτοβουλιών από μέρους των δύο κρατών. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί με πολλούς τρόπους όπως η συμμετοχή μας σε μηχανισμούς ανταλλαγής πληροφοριών, έρευνας και διάσωσης, καταστολής της πειρατείας και πάταξη του λαθρεμπορίου όπλων και ναρκωτικών.
Συμπερασματικά: Οι εξελίξεις στην περιοχή ΜΑΣ ΑΦΟΡΟΥΝ και δεν πρέπει να μας αφήνουν αδιάφορους. Ελλάδα και Κύπρος μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα στην περιοχή, συμβάλλοντας με ποικίλους τρόπους στην ασφάλεια και σταθερότητα της περιοχής.
Η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί ζωτικό χώρο για τα συμφέροντα του Ελληνισμού. Πρέπει να επιδιωχθεί η επιστροφή της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά αυτό προϋποθέτει πολιτική θέληση και συντονισμό κινήσεων Αθήνας - Λευκωσίας. Σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η ανάγκη ενοποίησης των ΑΟΖ Ελλάδος - Κύπρου για λόγους πολιτικούς, στρατηγικούς και οικονομικούς.
Η ανασύσταση και η εκ νέου ενεργοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος - Κύπρου πρέπει να αποτελέσει ύψιστη προτεραιότητα για τις πολιτικές ελίτ σε Αθήνα και Λευκωσία. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε εγκαταλείψει τη μοναδική και σοβαρότερη στρατηγική αποτροπής της τουρκικής προκλητικής και επιθετικής πολιτικής σε Ελλάδα και Κύπρο. Εν έτει 2011, το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα θα πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες της εποχής όπου προκύπτουν νέες στρατηγικές, στρατιωτικές και πολιτικές προκλήσεις, στις οποίες οφείλουμε να εναρμονιστούμε.
Σε επόμενο άρθρο θα ασχοληθούμε περαιτέρω με την ανάγκη ενός κανούριου, βελτιωμένου και σύγχρονου Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού χώρου Ελλάδας - Κύπρου.
Εν κατακλείδι, οι προκλήσεις της εποχής που διανύουμε προϋποθέτουν γενναίες κινήσεις και δυναμικές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου. Χρειάζεται όραμα, παραγωγή σκέψης, στρατηγικό βάθος και συνέχεια, αλλα η πιο σημαντική προϋπόθεση είναι η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ. Γιατί ο Ελληνισμός, όσο κι αν ορισμένοι κύκλοι ισχυρίζονται το αντίθετο, έχει τη δυνατότητα και ικανότητα να αποκτήσει τη δυναμικότητα που απαιτούν οι προκλήσεις της νέας εποχής.

Σχόλια