Ann Prettifor: Η Ελλάδα έχει τυραννια…

Ann Pettifor
New Economist, Author, “Debtonation – The Coming First World Debt Crisis”
25 Απριλίου ..2010
Η ταπεινωτική παράδοση της οικονομικής αυτονομίας της Ελλάδας, ήρθε ακριβώς την τελευταία Παρασκευή του Απριλίου στις 23. Ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, μετέφερε στους διορισμένους ανώτερους υπαλλήλους στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον, τη δύναμη να καθορίζουν τη φορολογική πολιτική της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, τις αποφάσεις για τη φορολογία, και πώς τα φορολογικά έσοδα πρέπει να διανεμηθούν.
Πηγαίνοντας πίσω στην ιστορία και στο 1765, οι Βοστονέζοι όπως ο James Otis και ο Samuel Adams περιέγραψαν “τη φορολογία χωρίς αντιπροσώπευση ως μορφή τυραννίας”.
Σήμερα, ένα έθνος που υπήρξε το λίκνο της δυτικής δημοκρατίας, θα κυβερνηθεί αποτελεσματικά από τους μακρινούς, αόρατους και με ανομολόγητους στόχους,  ανώτερους διορισμένους υπαλλήλους της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Όταν οι ηγέτες της Ελλάδας συμφώνησαν το 1992 να υπογράψουν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, και να οργανώσουν μια ενιαία πολιτική για το νόμισμα, στην ουσία, παρέδωσαν τους ισχυρούς μοχλούς για τη δημοκρατική διαχείριση της οικονομίας τους – στους τραπεζίτες της ΕΕ.

Κατ’ αρχάς, παρέδωσαν τη δύναμη να καθορίζεται από την χώρα,  η αξία του ελληνικού νομίσματος καθώς και η συναλλαγματική ισοτιμία. Από την 1η Ιανουαρίου, το 1999, η αξία του ελληνικού νομίσματος καθορίζεται από τους τραπεζίτες και τους σχεδιαστές πολιτικής που βρίσκονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στη Φρανκφούρτη της  Γερμανίας.
Υπήρξαν πλεονεκτήματα στην εισαγωγή ενός πανευρωπαϊκού νομίσματος. Το ενιαίο νόμισμα περιόρισε το κόστος των διασυνοριακών συναλλαγών, έγινε στις χρηματιστικές αγορές περισσότερο ευέλικτο, και επέτρεψε στις μεγαλύτερες τραπεζικές εταιρίες να παρέχουν μια ευρύτερη σειρά τραπεζικών υπηρεσιών στον λαό της Ελλάδας, καθώς επίσης και στην υπόλοιπο της Ευρώπης.
Αλλά κάνοντας το ισοζύγιο, διαπιστώνεται πως ο λαός της Ελλάδας έχει κερδίσει λιγότερα από την ευρωζώνη από ότι οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί. Η ΕΕ και η ΕΚΤ έκλεισαν τα μάτια τους στις μεθοδεύσεις των τραπεζών, όπως για παράδειγμα στην  IKB του Ντίσελντορφ, η οποία  παίχτηκε στις ξένες αγορές, συμπεριλαμβανομένων και των  CDOs που πωλήθηκαν από την  Goldman Sachs.
Κάτω από την ομπρέλα  της ΕΚΤ, οι ευρωπαϊκοί τραπεζίτες έγιναν ανεξέλεγκτοι στον δανεισμό, συμπεριλαμβάνων των Ελλήνων τραπεζιτών. Οι τράπεζές τους έγιναν πάρα πολύ ισχυρές για να αποτύχουν.
Ωστόσο, καμιά από τις παραπάνω επιλογές δεν φάνηκε να ενοχλεί,  έως ότου εξερράγη η οικονομική κρίση. Η ΕΚΤ επέλεξε να αναπτύξει για τις ιδιωτικές τράπεζες προγράμματα διάσωσης, με την εγγύηση της, μέσα από πιστώσεις δισεκατομμυρίων Ευρώ.
Στην Ελλάδα τώρα, η παράδοση του ελέγχου της αξίας του νομίσματος στους τραπεζίτες, ως παρενέργεια, είχε την αδυναμία της κυβέρνησης να αναπτύξει την όποια πολιτική προστασίας της εσωτερικής αγοράς με υποτίμηση του νομίσματος όπως γίνονταν στο παρελθόν.
Όπως η  Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα,  που παρέμεινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά η της οποίας κυβέρνηση επέλεξε σοφά να μην παραδώσει τον έλεγχο της στερλίνας στην ΕΚΤ, και αρνήθηκε να εισέλθει στη ζώνη του ευρώ το 1999,
Έτσι η Μεγάλη Βρετανία όπως και οι  ΗΠΑ απολαμβάνουν τα καλά της αυτονομίας από τις πολιτικές της ευρωζώνης. Και οι δύο έχουν αποκριθεί στη παγκόσμια οικονομική κρίση με την άρνηση τους να επέμβουν καθώς η αξία των νομισμάτων τους έπεσε. Αυτό κατέστησε τις εξαγωγές ανταγωνιστικότερες, και παράλληλα, έθεσε  ένα εμπόδιο στις εισαγωγές.
Κατά συνέπεια και οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, ξαναβάζουν  τις οικονομίες τους στη λογική της εξισορρόπησης των.
Όχι όμως και οι Έλληνες. Οι οποίοι  επέλεξαν να υιοθετήσουν οικονομικές πολιτικές τέτοιες που να προσαρμόσουν τη συναλλαγματική ισοτιμία τους, έτσι ώστε να  ταιριάζει καλύτερα  με τις ανάγκες και τις προσδοκίες της γερμανικής οικονομίας, παρά με τον εαυτό τους.
Αλλά ακόμη  χειρότερα και από αυτό. Με την ένταξή της στην ευρωζώνη, η Ελλάδα παρέδωσε την εξουσία της κεντρικής της τράπεζας, να θέτει δηλαδή τα κατάλληλα σε κάθε περίπτωση επιτόκια, προσαρμοσμένα στις εκάστοτε ελληνικές οικονομικές συνθήκες. Και πάλι, αυτή η πολιτική είναι σε πλήρη  αντίθεση με τις επιλογές της Μεγάλη Βρετανίας και των ΗΠΑ, όπου οι κεντρικοί τραπεζίτες διατηρούν την εξουσία να προσδιορίζουν τα επιτόκια των τραπεζών τους, επηρεάζοντας έτσι όλες τις τιμές της οικονομίας.
Για την Ελλάδα οι τιμές του δανεισμού ορίσθηκαν  από την ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη σε ένα ποσοστό περισσότερο  κατάλληλο για τη Γερμανία, παρά για την  Ελλάδα, δεδομένου ότι  η Γερμανία θεωρείται ως ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Με συνέπεια, τα ελληνικά νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις να έχουν, για μια δεκαετία, επιτόκια δανεισμού, αρκετά χαμηλά για την ελληνική πραγματικότητα.
Τα χαμηλά επιτόκια ενθάρρυναν στη συνέχεια τον απερίσκεπτο δανεισμό εκ μέρους των ελληνικών τραπεζών, των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και της ελληνικής κυβέρνησης.
Ο απερίσκεπτος δανεισμός, βοηθήθηκε με την ύψωση εμποδίων για μετακινήσεις του κεφαλαίων πέρα από την ευρωζώνη, έτσι ώστε οι  Έλληνες να μπορούν εύκολα να δανειστούν από τις γερμανικές και γαλλικές κλπ τράπεζες.
Συγχρόνως, η ΕΕ έκλεισε τα μάτια της όταν η ελληνική κυβέρνηση εργάστηκε με την  Goldman Sachs για «να καλύψει» τα χρέη του δημόσιου τομέα, και να «μεταμφιέσει» το τεράστιο σε έκταση έλλειμμα της Ελλάδας.
Εφ’ όσον αναπτυσσόταν ο ιδιωτικός τραπεζικός τομέας με αυτές τις ρυθμίσεις, η ΕΚΤ και η ΕΕ καθώς και οι κυβερνήσει όπως της Γερμανίας και της Γαλλίας αγνόησαν τις δραστηριότητές  της Goldman Sacks.
Αλλά δυστυχώς το ιδιωτικό οικονομικό σύστημα των τραπεζών συντρίφτηκε από τη διεθνή κρίση και χτύπησε την Ελλάδα σκληρά. Η κυβερνητική οικονομική διαχείριση ήταν αδύνατη, και μάλιστα  παραπλανητική, ενώ  ως αποτέλεσμα των περιορισμών της ευρωζώνης, έχουμε και το να καταστούν  μη ανταγωνιστικοί οι τομείς τόσο των υπηρεσιών όσο και του κατασκευαστικού κλάδου.
Το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε στα ύψη, και σύντομα η Ελλάδα χρειάστηκε δάνεια για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα. Αυτή η αδυναμία, που συνδυάστηκε με την ανοικτή φύση της ελληνικής οικονομίας, έκανε τη χώρα εύκολο θύμα για τις κερδοσκοπικές επιθέσεις των παιχτών στην παγκόσμια αγορά ομολόγων.
Την τελευταία  Παρασκευή, αντί να αποκηρύξει το χρέος, ο Έλληνας πρωθυπουργός συνθηκολόγησε στις απαιτήσεις των τεχνοκρατών και των κερδοσκόπων και παρέδωσε την Ελλάδα και  την κυριαρχία της κυβέρνησής της στα θέματα οικονομικής πολιτικής, στην ΕΕ και το ΔΝΤ.
Σήμερα η Ελλάδα ζει κάτω από ένα καθεστώς που οι Βοστονέζοι πίσω το 1765 θα είχαν περιγράψει  ως τυραννία. Ενώ έχουν υπάρξει διαμαρτυρίες και ταραχές, δεν είναι σαφές αν τελικά  η Ελλάδα θα έχει το αντίτιμο ενός συμβαλλόμενου μέρους στο πάρτι τσαγιού της Βοστώνης. Ή, όπως οι Βοστονέζοι, οι  Έλληνες θα ενώσουν την φωνή τους με τους Ιρλανδούς, τους Πορτογάλους και τους Ισπανούς  – των οποίων η αυτονομία απειλείται ομοίως – για να παλέψουν για ανεξαρτησία.
Έτσι εμάς μας απομένει να περιμένουμε για να δούμε. Όπως εξάλλου μας διδάσκει η ιστορία, η κατάκτηση της ανεξαρτησίας, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση.

Σχόλια