50 χρόνια από την πρώτη «κλήση» του ανθρώπου προς το Διάστημα

Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τότε που ο Φρανκ Ντρέικ έστρεψε το ραδιοτηλεσκόπιο του αστεροσκοπείου Green Bank στη Δυτική Βιρτζίνια προς το Ταυ Σέτι, ένα γειτονικό άστρο το οποίο παρουσιάζει ομοιότητες με τον δικό μας Ηλιο. Ο διάσημος Αμερικανός αστρονόμος και οι υπόλοιποι συνάδελφοί του στο αστεροσκοπείο θεώρησαν ότι τα όλο και πιο ισχυρά ραντάρ, οι ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές - από τις ειδήσεις έως τη δημοφιλή εκείνη την εποχή «Λούσι Μπολ» - σχημάτιζαν ένα τεράστιο «μπουκέτο» ηλεκτρομαγνητικών σημάτων που έφταναν στο διάστημα. Ήλπιζαν ότι τα σήματα αυτά θα έφταναν κάποια στιγμή στα αυτιά των εξωγήινων και ότι κι εκείνοι με τη σειρά τους θα έστελναν τα δικά τους σήματα στον Homo Sapiens.
Το σχέδιο Ozma, όπως ονομάστηκε από την παραμυθένια χώρα του Οζ, ήταν η πρώτη απόπειρα της ανθρωπότητας να έρθει σε επαφή με την εξωγήινη ζωή. Ο τεχνικός εξοπλισμός ήταν αρκετά φτωχός: ο ραδιοφωνικός δέκτης λειτουργούσε με ηλεκτρικές λυχνίες, δεν υπήρχε υπολογιστής και για την ηχογράφηση των εξωγήινων σημάτων είχε επιστρατευθεί ένα μαγνητόφωνο.

Αλλά και στα πενήντα χρόνια που έχουν περάσει από τότε οι επιστήμονες εξακολουθούν να "περιμένουν στο ακουστικό τους", παρά τα σαφώς πιο εξελιγμένα συστήματα επικοινωνίας που έχουν επιστρατεύσει ψάχνοντας σε εκατομμύρια διαφορετικές συχνότητες και εκατοντάδες άστρα. Γιατί δεν έχει φτάσει ούτε ένα μήνυμα στη Γη έπειτα από μισό αιώνα ερευνών; Το ερώτημα αυτό τέθηκε για πρώτη φορά από τον νομπελίστα Ενρίκο Φέρμι, έναν από τους εμπνευστές της κβαντικής φυσικής.


Ο Ιταλός επιστήμονας υπέθεσε ότι εάν η ευφυής ζωή είναι κάτι συνηθισμένο στο σύμπαν θα έπρεπε να είχαμε έρθει σε επαφή μαζί της εδώ και πολύ καιρό. Εξάλλου, η Γη είναι σχετικά νέα με αστρονομικούς όρους, ενώ οι εξωγήινοι πολιτισμοί, οπουδήποτε και αν βρίσκονται στο σύμπαν, είχαν δισεκατομμύρια χρόνια για να εξελιχθούν και να έρθουν σε επαφή με την ανθρωπότητα. Η υπόθεση αυτή είναι γνωστή στην επιστήμη ως «το παράδοξο του Φέρμι» και παρά τις προσπάθειές τους οι αστρονόμοι αδυνατούν μέχρι σήμερα να το λύσουν. Το «πρόβλημα» για τους ίδιους είναι ότι ο Γαλαξίας μας δεν παρουσιάζει και πολύ ενδιαφέρον: έχει μεν 100 δισεκατομμύρια άστρα, αλλά τα περισσότερα από αυτά είναι πολύ μεγάλα, πολύ θερμά ή πολύ ψυχρά και ζουν πολύ λίγο για να συντηρήσουν πλανήτες που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν κάποιο είδος ευφυούς ζωής.

    Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι γι' αυτή την έλλειψη επικοινωνίας, όπως γράφει ο επιστημονικός συντάκτης της εφημερίδας Observer Ρόμπιν ΜακΚί. Μπορεί η εξωγήινη ζωή να είναι κοινός τόπος, αλλά σπάνια περιλαμβάνει σύνθετα όντα. Κατά πάσα πιθανότητα, πολλοί πλανήτες φιλοξενούν απλώς μονοκύτταρους οργανισμούς, η νοημοσύνη των οποίων απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ευφυής. Επειτα, είναι πολύ πιθανό οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν στον δικό μας πλανήτη να είναι εξαιρετικά σπάνιες, όπως υποστηρίζουν οι αστρονόμοι Πίτερ Ντ. Γουάρντ και Ντόναλντ Μπράουνλι στο βιβλίο τους «Σπάνια Γη: Γιατί η Σύνθετη Ζωή Είναι Ασυνήθιστη στο Σύμπαν». Κατά τη δική τους άποψη, η Γη είναι η πρώτη γαλαξιακή ακίνητη περιουσία: Κατ' αρχάς, γιατί ο Ηλιος είναι ένα πολύ σταθερό άστρο, απρόσβλητο από θυελλώδεις διακυμάνσεις ακτινοβολίας, οι οποίες θα μπορούσαν να καταστρέψουν τη ζωή. Δεύτερον, το ηλιακό μας σύστημα βρίσκεται σε ένα ήσυχο και ασφαλές μέρος στα «προάστια» του Γαλαξία μας και συνεπώς προστατεύεται από τα γειτονικά άστρα. Επειτα, ο κόσμος μας έχει την τύχη να διαθέτει ένα σχετικά μεγάλο φεγγάρι, το οποίο βοηθά στη σταθερότητα της περιστροφής της Γης κι επομένως του κλίματος. Με άλλα λόγια, η πρωτόγονη «γλίτσα» που δημιουργήθηκε πριν από τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια ήταν ευλογημένη με ευνοϊκές συνθήκες, οι οποίες της επέτρεψαν να εξελιχθεί, πριν από περίπου 250.000 χρόνια, στα μοναδικά νοήμονα όντα που γνωρίζει η επιστήμη, δηλαδή εμάς. Από αυτή την άποψη, η ανθρωπότητα είναι το αποτέλεσμα του μεγαλύτερου σωρευτικού στοιχήματος στο σύμπαν. Μια άλλη υπόθεση που θα μπορούσε να εξηγήσει αυτή τη μακρά σιωπή από την άλλη γραμμή του σύρματος είναι ότι οι εξωγήινοι μπορεί να είναι απλώς σαν κι εμάς: αρκετά έξυπνοι για να αναπτύξουν τεχνολογία, αλλά όχι τόσο ευφυείς για την ελέγξουν. Μήπως υπήρξαν εξωγήινοι πολιτισμοί στον Γαλαξία πριν χιλιάδες χρόνια που οδηγήθηκαν στην αυτοκαταστροφή; Την υπόθεση αυτή προκρίνουν ορισμένοι ειδικοί, αλλά με αρκετούς συναδέλφους τους, που συμμετέχουν στα προγράμματα SETI (Ερευνα για την εξωγήινη νοημοσύνη), να διαφωνούν: Η απουσία αποδείξεων, λένε, είναι πολύ διαφορετική από την απόδειξη της απουσίας των εξωγήινων.

    Κι αν υπάρχουν κάπου «κοντά», πώς είναι οι εξωγήινοι; Οι περισσότεροι αστρονόμοι συμφωνούν στην εκτίμηση ότι σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει μια απάντηση: θα μπορούσαν να έχουν οποιαδήποτε μορφή και σχήμα. Το πιο πιθανό, πάντως, είναι ότι πρόκειται για όντα με βασικό συστατικό τον άνθρακα όπως εμείς και ότι ζουν σε έναν κόσμο γεμάτο νερό - τη μήτρα της ζωής. Με βάση αυτό το σκεπτικό, ορισμένοι ειδικοί υποθέτουν ότι «εμείς» κι «αυτοί» μπορεί να έχουμε πολύ περισσότερες ομοιότητες απ' όσες μπορούμε να φανταστούμε. Ο Σίμον Κόνγουεϊ Μόρις, καθηγητής Παλαιοντολογίας στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ σημειώνει ότι με βάση τη διαδικασία της βιολογικής σύγκλισης - δηλαδή την παραγωγή παρόμοιων ειδών από οργανισμούς με διαφορετική εξελικτική καταγωγή - είναι πολύ πιθανό οι εξωγήινοι να μοιάζουν στον άνθρωπο αν όχι στη μορφή τουλάχιστον στη νοοτροπία και τη συμπεριφορά. Για τον Βρετανό καθηγητή αυτό δεν είναι απαραίτητα ένα καλό νέο: ο άνθρωπος εξαφάνισε πολλά είδη από τον πλανήτη μεταξύ των οποίων τους Νεάντερταλ. Οι εξωγήινοι θα μπορούσαν να είναι το ίδιο κακοί εάν όχι χειρότεροι. Μήπως θα ήταν καλύτερα, λοιπόν, να μην σηκώσει κανείς εδώ το τηλέφωνο αν και όποτε χτυπήσει;

    Οι ειδικοί πάντως θα συνεχίσουν να στέλνουν τα σήματά τους. Και παρά τα πενήντα χρόνια που έχουν περάσει από εκείνον Απρίλιο του 1960, οι περισσότεροι από αυτούς εξακολουθούν να αισιοδοξούν: «Δεν νομίζω ότι αυτή η σιωπή είναι απόκοσμη», δήλωσε σε ένα συνέδριο που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα ο Φρανκ Ντρέικ. «Αντιθέτως, είναι απολύτως προβλέψιμη». «Δεδομένου ότι ο γαλαξίας περιλαμβάνει 100 δισεκατομμύρια άστρα, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ψάξουμε περίπου 10 εκατομμύρια άστρα για να έχουμε μια ρεαλιστική πιθανότητα να εντοπίσουμε έναν πολιτισμό. Αυτό φυσικά δεν θα συμβεί στη διάρκεια της ζωής μου. Ενδεχομένως δεν θα συμβεί ούτε στην επόμενη γενιά. Αλλά μια μέρα θα έρθουμε σε επαφή. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό».

Aπό: ΑΠΕ

Σχόλια